Ὁμιλία στὴν Κυριακή Α΄ τῶν Νηστειῶν
(τῆς Ὀρθοδοξίας)
«Ὅν ἔγραψεν Μωϋσῆς ἐν τῷ Νόμῳ καὶ
οἱ προφῆται εὑρήκαμεν Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσήφ,
τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ» (Ἰω. 1,46)
Οἱ
λόγοι αὐτοὶ τοὺς ὁποίους
προτάξαμε πρὸ ὁλίγου εἶναι λόγοι τοῦ Ναθαναὴλ κατὰ τὴν ὥρα τῆς συνάντησής
του μὲ τὸ Χριστό. Διότι τὸ
κάλεσμα τοῦ Ναθαναὴλ νὰ
γνωρίσει τὸ Χριστό·
οἱ λόγοι δηλαδὴ τοῦ Φιλίππου
«ἔρχου καὶ ἴδε» μᾶς κάνουν
καὶ μᾶς νὰ
καταλάβουμε πὼς χρέος
μας εἶναι νὰ
κηρύττουμε τὸ Χριστὸ πρὸς
τοὺς ἀπίστους. Διότι ὁ Χριστὸς εἶναι
ὁ ὁποῖος πολύτιμος
θησαυρὸς τὸν ὁποῖο πρέπει
νὰ γνωρίσουμε ὅλοι μας.
Ὁ
Φίλιππος ὅμως πρὶν γνωρίσει τὸ Μεσσία Χριστὸ εἶχε μελετήσει ὅλο τὸ Μωσαϊκὸ
Νόμο μὲ προσοχὴ καὶ
εἶχε βρεῖ ἐκεῖ μέσα
στὶς σελίδες τῆς Π.
Διαθήκης τὸ Χριστό. Καὶ βρῆκε
μέσα στὶς σελίδες
τῆς Π.Δ. καὶ στὰ λόγια τῶν προφητῶν ποὺ προφήτευσαν
τὴν ἔλευση τοῦ
Χριστοῦ πρὶν ἔρθει
ὁ Χριστὸς ἐπὶ τῆς γῆς.
Ὁ Φίλιππος
ὅμως μόλις ἀνακάλυψε τὸ
Χριστὸ φρόντισε νὰ μιλᾶ πλέον
γιὰ τὸ Χριστό,
τὸ Σωτῆρα μας. Γι’ αὐτὸ καὶ πῆγε ἐν
πρώτοις στὸ φίλο
του τὸ Ναθαναήλ· ὁ Ναθαναήλ ὅμως, ὡς δύσπιστος,
ἀπόρησε μὲ τοὺς
λόγους τοῦ Φιλλίπου, καὶ εἶπε: «ἐκ Ναζαρὲτ
δύναταί τι ἀγαθὸν
εἶναι;» (Ἰω. 1,47) Γιατί πράγματι, ἡ Ναζαρὲτ ἦταν μιὰ κακόφημος κόμη, ἀπὸ
τὴν ὁποία δὲν θὰ περιμέναμε ποτὲ ἔρθει
ὁ Χριστὸς ὡς ἄνθρωπος ἐπὶ τῆς γῆς. Οἱ
λόγοι ὅμως τοῦ Φιλίππου «ἔρχου
καὶ ἴδε» ἔκαναν τὸν
Ναθαναὴλ νὰ
πάει στὸ Χριστὸ
καὶ νὰ πιστεύσει ὅτι ὁ Χριστὸς
ἦταν ὁ ἀναμμενόμενος Μεσσίας
τῶν ἀνθρώπων.
Ὀ Χριστός,
ἄλλωστε, ποὺ εἶναι ὁ
ἀληθινὸς Θεός, γνωρίζει ὅλα μᾶς συμβαίνουν.
Γι’ αὐτὸ
ἄλλωστε εἶπε στὸ Ναθαναήλ:
«Εἴδε ἀληθῶς
Ἰσραηλίτης». Ὅταν ὅμως αὐτός, ὁ
Ναθαναήλ, ρώτησε τὸ
Χριστὸ ἀπὸ ποῦ τὸν γνωρίζει, μιὰ
καὶ δὲν τὸν
εἶχε ξαναδεῖ, ὁ Χριστὸς
τοῦ λέει: «Πρὸ τοῦ
σὲ Φίλιππον φωνῆσαι
ὄντα ὑπὸ τὴν συκὴν
εἶδόν σε». (Ἰω. 1,49) Πρίν, δηλαδή, μάθεις περὶ ἐμοῦ ἀπὸ τὸν
Φίλιππο σὲ ἔβλεπα
νὰ βρίσκεσαι
κάτω ἀπὸ μιὰ συκιά. Γι’ αὐτὸ
καὶ μεῖς ὀφείλουμε
νὰ ὁδηγοῦμε
τοὺς φίλους μας στὴν ὀρθόδοξη
πίστη, ὅπως ἀκριβῶς
καὶ ὁ
Φίλιππος ὀδήγησε τὸ φίλο
του Ναθαναὴλ στὸ Χριστό. Διότι
καὶ μεῖς, ὅταν
βαπτιστήκαμε
ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ βρίσκουμε τὸ Χριστό. Παρ’ ὅλα
αὐτά, ὅμως, οἱ νεοέλληνες
ἀγνοοῦμε τὸ
θέλημα τοῦ Χριστοῦ μας
καὶ ζοῦμε ἀντίθετα
ἀπὸ τὸ θέλημα
τοῦ Θεοῦ. Οἱ περισσότεροι
«χριστιανοί», ἄνδρες ἤ γυναῖκες,
νομίζουν ὡς παιχνίδι
τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν ἁμνηστεύουν
στὴ ζωή τους. Ἡ ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ὅμως
ποτὲ δὲν ἀμνηστεύει τὴν ἁμαρτία.
Διότι
καὶ ἡ μελέτη
τοῦ
Εύαγγελίου τοῦ Χριστοῦ
γίνεται
δυστυχῶς τυπικά, γιὰ νὰ μὴ ποῦμε ὅτι οἱ σύγχρονοι
χριστιανοὶ δὲν
μελετοῦν τὸ ἱερὸ κείμενο
τῆς Γραφῆς.
Ἔτσι ὅμως, μὴ μελετώντας
τὸ Εὐαγγέλιο, ἀγνοοῦμε τὸ θέλημα
τοῦ Χριστοῦ μας· ἀγνοοῦν
ἀκόμα
καὶ τὴν
πίστη μας καὶ τὰ
μικρὰ
παιδιά μας.
Ἐξάλλου σήμερα, ποὺ εἶναι Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας∙ σήμερα
ποὺ ἡ ἁγία Ἐκκλησία
μας
κηρύττει τὸ Ὀρθόδοξο
δόγμα τὸ ὁποῖο
ὁμολόγησαν
οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ
οἱ μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας
σφραγίζοντας αὐτὴ τὴν ὁμολογία τους μὲ τὸ τίμιό
τους αἷμα πρέπει νὰ
κάνει καὶ μᾶς νὰ βροντοφωνάζουμε: «αὕτη ἡ πίστις
τῶν Ἀποστόλων,
αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη
ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην
ἐστήριξεν» (ἐκ τοῦ Συνοδικοῦ τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου».
Ποῦ, ὅμως, μποροῦμε
νὰ βροῦμε τὴν ἀληθινὴ
πίστη τοῦ
Χριστοῦ; Ποῦ βρίσκεται ὁ
Χριστός μας; Ὁ
Χριστός, ἐν πρώτοις,
βρίσκεται ἐδῶ, στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Βρίσκεται
στὴν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς
εἶναι
ἡ Κεφαλὴ τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας,
καὶ ὅλοι ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ εἴμαστε τὰ μέλη
τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Ἐδῶ στὴν Ἐκκλησία
βρίσκεται λοιπὸν
ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος εἶναι
καὶ Κυβερνήτης
τοῦ Σκάφους τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ ἔχει ὡς
Σημαία τὸν Σταυρό Του. Κι ἐμεῖς οἱ μαθητές του ἀποτελοῦμε τοὺς ναῦτες
τοῦ μεγάλου
αὐτοῦ καραβιοῦ, τῆς Ἐκκλησίας. Κατὰ τὸν ἱερὸ Αὐγουστίνο, ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ Κεφαλή
τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας
δὲν ἔχει τέλος, ὅπως ὁμολογοῦμε
στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως. παρατεινόμενος εἰς τοὺς αἰῶνας».
Σύμφωνα μὲ τὸ βιβλίο
τῆς Ἀποκάλυψης οἱ βαπτισμένοι
χριστιανοὶ εἴμαστε
«οἱ σεσωσμένοι
ἄνθρωποι», οἱ ὁποῖοι ἀποκτήσαμε
τὴ σωτηρία τῶν ψυχῶν μας
μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἐσταυρωμένου
καὶ Ἀναστάντα Κυρίου μας. Γι’ αὐτὸ
καὶ ὅσοι εἴμαστε ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ
μποροῦμε νὰ σωθοῦμε πραγματικά. Διότι ἄν ἡ ζωὴ
μας εἶναι ἀνήθικη
καὶ ξένη ἀπὸ τὴ
ζωὴ ποὺ μᾶς δίδαξε ὁ Χριστὸς δὲν
μποροῦμε νὰ γνωρίσουμε τὸ
Χριστό.
Ὁ
Χριστὸς βρίσκεται, ἀκόμα, μέσα στὶς
σελίδες τῆς Παλαιᾶς
ἀλλὰ καὶ τῆς Καινῆς
Διαθήκης. τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Διότι ἡ
μετὰ προσοχῆς μελέτη
τῆς Ἁγ. Γραφῆς, ἔχοντας
καὶ τὴν φωτισμένη ἑρμηνεία τῶν
Ἁγίων Πατέρων ποτὲ δὲν θὰ προδώσουμε
τὴ πίστη μας στὸ Χριστό. Ἄν
μελετοῦμε τὸ Θεῖο νόμο ὅπως ἀκριβῶς
καὶ οἱ Φίλιππος καὶ Ναθαναὴλ θὰ
γνωρίσουμε ὄντως τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ. Διότι ἡ μελέτη
τῆς Ἁγίας Γραφῆς
εἶναι πνευματικὴ
τροφὴ ὅλων μας, καὶ
δὲν εἶναι βέβαια ὑποχρέωση τῶν ἀνθρώπων
νὰ μελετοῦν
τὸ Εὐαγγέλιο
τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ εἶναι μεγάλη
ἀνάγκη τους.
Ἡ
μελέτη τῆς Ἁγίας
Γραφῆς, κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸ Χρυσόστομο, Πατριάρχη
Κων/πόλεως, μᾶς προφυλάσσει
ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸ πάσης
φύσεως κακό.
Γνωρίζουμε, ἐπίσης,
τὸ Χριστὸ ὅταν
βαδίζουμε σύμφωνα μὲ τὸ παράδειγμα τῆς ἀγάπης
τοῦ Χριστοῦ μας. Διότι ὁ Χριστὸς ἔδειξε
σὲ ὅλους μας τὴν ἀγάπη ἀνεβαίνοντας
πάνω στὸ ξύλο τοῦ σταυροῦ ἑκουσίως. Ὅπως μᾶς
λέει ὁ ἀπ.
Παῦλος: «Ἐτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν ὑπὲρ
ἡμῶν Χριστὸς ἀπέθανεν». (Ρωμ. 5,8)
Γι’ αὐτὸ καὶ μεῖς πρέπει
νὰ μιμούμαστε αὐτὴ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ
μας καὶ νὰ λατρεύουμε
τὸ Χριστό, χωρὶς νὰ εἴμαστε
φιλόδοξοι ἤ φιλάργυροι. Ὅπως μᾶς λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης
ὁ Θεολόγος: «ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει, καὶ ὁ Θεὸς
ἦν ἐπ’ αὐτῷ». (Α΄ Ἰωάννου
3,3) Ὅποιος ἀγαπᾶ τὸ
Θεὸ ἔχει καὶ τὸ Θεὸ μαζί του. Ἄλλωστε ὁ Χριστὸς εἶπε
στοὺς μαθητάς του: «Χωρὶς ἐμοῦ οὐ
δύνασθαι ποιεῖν οὐδέν».
(Ἰω. 15,5)
Ἐπειδὴ
ὅμως τὸ Εὐαγγέλιο
δὲν εἶναι μόνο γιὰ μᾶς,
δὲν ἀπευθύνεται
δηλαδὴ μόνο σὲ μᾶς,
ἀλλὰ καὶ πρὸς ὅλους τοὺς λαοὺς τῆς γῆς
χρέος τῶν Ὀρθοδόξων εἶναι
νὰ προσεύχονται ὑπὲρ τῆς Ὀρθόδοξης
Ἱεραποστολῆς, ὅπου γῆς. Μπορεῖ, βέβαια, νὰ μὴ
δυνάμεθα νὰ πᾶμε ὡς ἱεραπόστολοι στὴν Ἀφρικὴ
ἤ ἀλλοῦ στὸ κόσμο μας, ἀλλὰ
μποροῦμε σίγουρα νὰ προσευχώμαστε στὸν Κύριο
νὰ στέλνει ἐργάτες
τῆς Ἱεραποστολῆς, οἱ ὁποῖοι θὰ ἐργάζονται στὸ
θεάρεστο ἔργο τῆς
Ἱεραποστολῆς. Μποροῦμε, ἐπίσης, νὰ δίδουμε καὶ χρηματικὴ γιὰ τὴν
Ἱεραποστολὴ εἴτε ἀπὸ τὸ
περίσσευμά μας εἴτε καὶ ἀπὸ τὸ ὑστέρημά μας, προκειμένου νὰ ἐξασφαλιστοῦν τὰ ἀναγκαῖα
φάρμακα τῆς Ἱεραποστολῆς.
Ἀδελφοί μου! Ὅταν
γνωρίσουμε τὸ Χριστὸ
εἴτε ἐδῶ, στὴν Ἐκκλησία, εἴτε καὶ
στὸ Νόμο Του, ὅπως ὁ Φίλιππος ποὺ μίλησε ἀκολούθως
στὸν Ναθαναὴλ περὶ
τοῦ Χριστοῦ ὀφείλουμε ὅλοι μας νὰ διακηρύττουμε αὐτὴ τὴν πίστη
παντοῦ καὶ πάντοτε. Διότι τὸ ἔργο τῆς Ἱεραποστολῆς δὲν εἶναι χρέος
μόνο λίγων χριστιανῶν, ἀλλὰ εἶναι
χρέος ὅλων τῶν μελῶν τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας.
Σήμερα ὅμως ἔχουμε
καὶ τὴ νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας
διότι ἀναστήλωσε τὶς εἰκόνες, τὶς
ὁποῖες κατέβασαν ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς
ναοὺς
καὶ τὰ μοναστήρια
αἱρετικοὶ βασιλεῖς. Ἡ καταδίκη τῆς εἰκονομαχίας ἔγινε ἀπὸ
τὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία μας κατὰ τὴν Ζ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Γι’ αὐτὸ καὶ μεῖς
οἱ ὀρθόδοξοι
χριστιανοὶ ἄς βαδίζουμε
κατὰ τὸ
θέλημα τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ
εἰσέλθουμε ὅλοι μας στὴ Θριαμβεύουσα Ἐκκλησία τῶν ἁγίων καὶ μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας
μας. Ἀμήν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου