18/3/19

Ο Άγιος Κύριλλος Πατριάρχης Ιεροσολύμων


Ο Άγιος Κύριλλος καταγόταν από την Παλαιστίνη και γεννήθηκε  πιθανώς   το   έτος   313   μ.Χ. στα Ιεροσόλυμα. Χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος   υπό   του   Επισκόπου    Ιεροσολύμων  Μαξίμου   του    Γ’ (333 – 348 μ.Χ.), τον  οποίο  και διαδέχθηκε   στην    επισκοπική    έδρα  κατά   τις    αρχές  του  έτους 348 μ.Χ., είτε διότι ο Μάξιμος απομακρύνθηκε   από   τους   αιρετικούς    Αρειανούς,  είτε   διότι   πέθανε.
Ο Άγιος αρχικα αδιαφορούσε για τις δογματικές «λεπτολογίες» και απέφευγε επιμελώς τον όρο «ομοούσιος». Γι’ αυτό ο Αρειανός Μητροπολίτης Κασαρείας Ακάκιος ενέκρινε την εκλογή του και τον χειροτόνησε Επίσκοπο. Αλλά συνέβη και εδώ, ότι αργότερα και  στην περίπτωση του Αγίου Μελετίου, Πατριάρχου Αντιοχείας († 12 Φεβρουαρίου).  Ο Άγιος δεν   έμεινε    εκτός   του   κλίματος  της  εποχής,  ως  προς   τους   δογματικούς    αγώνες   και  από    τους    πρώτους    μήνες  της  αρχιερατείας   του   αποδείχθηκε   με τις περίφημες   Κατηχήσεις   του, υπερασπιστής   των   Αποφάσεων   και      των  Όρων  της  Α’  Οικουμενικής   Συνόδου.
Τους αγώνες του Αγίου   Κυρίλλου   εξήρε   και   η   εν   Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος  του  έτους 382 μ.Χ.: «Της δε γε μητρός    απασών   των   Εκκλησιών, της   εν  Ιεροσολύμοις,  τον  αιδεσιμώτατον  Κύριλλον   επίσκοπον  είναι γνωρίζομεν. Κανονικώς τε παρά των της   επαρχίας   χειροτονηθέντα   πάλαι και   πλείστα   προς    τους    Αρειανούς    εν   διαφόροις  τόποις  αθλήσαντα».
Η   δογματική   τοποθέτηση   του   Αγίου   Κυρίλλου   υπήρξε η πρώτη αιτία ρήξεως   με   τον   Επίσκοπο   Ακάκιο   Καισαρείας, ο   οποίος   στη   συνέχεια ζητούσε  διάφορες αφορμές  για  να καταστρέψει  τον  Άγιο.   Δεύτερη  αιτία   ήταν  η  διαφορά    σχετικά   με   την   δικαιοδοσία   των   δύο   εδρών.   Ως γνωστό, λόγω καταστροφής της πόλεως ων Ιεροσολύμων η εκεί Χριστιανική κοινότητα διασκορπίστηκε, μετά δε την επανοικοδόμηση αυτής   οι   Χριστιανοί   ήταν   λίγοι, γι’ αυτό   σε   Μητρόπολη  αναδείχθηκε  η  πρωτεύουσα της Παλαιστίνης, Καισάρεια. Μετά από λίγο, όταν οι Χριστιανοί των Ιεροσολύμων αυξήθηκαν, η Επισκοπή Ιεροσολύμων ζήτησε   αποκατάσταση    της παλαιάς  αυτής    θέσεως.   Το   325   μ.Χ.   η   Α’ Οικουμενική   Σύνοδος, δια του 7ου   Κανόνος αυτής, όριζε να τιμάται ιδιαίτερα κατά τα αρχαία έθιμα ο  Επίσκοπος Αιλίας,  δηλαδή  Ιεροσολύμων,  η  δε  Μητρόπολη Καισαρείας  να διατηρεί το οικείο αξίωμα.  Η ασάφεια  της    διατυπώσεως   του   Κανόνος   προκάλεσε   διένεξη μεταξύ   του  Αγίου  Κυρίλλου  και  του  Ακακίου.
Ο   τελευταίος  ήταν  σε πλεονεκτική  θέση λόγω  της    υποστηρίξεως   αυτού  από τον   Αρειανό    αυτοκράτορα   Κωνστάντιο (337 – 361 μ.Χ.) και αφού βρήκε πρόφαση  κατά του Αγίου Κυρίλλου, ότι   σε   καιρό   λιμού   πούλησε ιερά   κειμήλια   και   αναθήματα  για  να   προσφέρει τροφή  σε  άπορους, καθαίρεσε τον    Άγιο   δια   Συνόδου, η  οποία  συνήλθε  στα    Ιεροσόλυμα,   το  έτος   357   μ.Χ.   και    τον  απομάκρυνε  από    εκεί.
Ο    Άγιος   Κύριλλος  εξορίσθηκε  στην    Ταρσό    της   Κιλικίας   και   έγινε δεκτός υπό του εκεί Επισκόπου Σιλβανού, ο οποίος απέρριψε   την   αξίωση του   Ακακίου  να   διακόψει   την   επικοινωνία   του   με   τον   Άγιο.   Ωστόσο  ο  Άγιος Κύριλλος ζητούσε να διερευνηθεί η υπόθεσή  του    από   μεγαλύτερη Σύνοδο.   Πράγματι,  η  Σύνοδος  η  οποία  συνήλθε   το   έτος    359   μ.Χ.   στα  Ιεροσόλυμα, τον  αποκατέστησε  και  τον  αθώωσε,  αλλά  ο  Ακάκιος,  αφού    κατέφυγε    στην   Κωνσταντινούπολη,   ματαίωσε   τις   αποφάσεις   της Συνόδου   των   Ιεροσολύμων    δι’   άλλης   Συνόδου,   η   οποία   συνήλθε   το  έτος 360   μ.Χ.   στην   Κωνσταντινούπολη   και   επικύρωσε την   καθαίρεση   και εξορία   του   Αγίου   Κυρίλλου.
Ο  Άγιος   Κύριλλος   επέστρεψε   στην  έδρα του,  όπως  και  οι  λοιποί  εξόριστοι   Επίσκοποι, το  έτος  361  μ.Χ.,  επί  αυτοκράτορα  Ιουλιανού  του  Παραβάτου,  ο οποίος θέλοντας να έχει κοντά του  όλους  τους  εχθρούς  του  αυτοκράτορος   Κωνστάντιου,   ανακάλεσε   τους   εξόριστους  Αρχιερείς.  Ο  Άγιος  αισθανόταν την  ανάγκη  να  επιδοθεί  στη  διαποίμανση   του ποιμνίου του.  Αλλά  μετά    τον   θάνατο   του   Ιουλιανού του  Παραβάτου,   στις   26    Ιουλίου 363 μ.Χ.,  εξορίσθηκε και   πάλι    από    τον  αυτοκράτορα  Ουάλη  (364 – 378 μ.Χ.)  για    ένδεκα   χρόνια   και  επανήλθε στα    Ιεροσόλυμα  μετά  τον   θάνατο   του   αυτοκράτορος,    το    έτος   378   μ.Χ.
Ο Άγιος Κύριλλος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 387 μ.Χ.
Το  κύριο  έργο του  είναι  οι   Κατηχήσεις,  οι  οποίες  εκφωνήθηκαν  κατά  την διάρκεια της Μεγάλης  Τεσσαρακοστής  και  της Διακαινησίμου  εβδομάδας του έτους 348 μ.Χ. στη βασιλική της Αναστάσεως. Σκοπός  των Κατηχήσεων ήταν αφ’   ενός   μεν   η   εισαγωγή των   Κατηχουμένων   στις   θεμελιώδεις   διδασκαλίες της  πίστεως  και  του  ηθικού  βίου  των  Χριστιανών, αφ’ ετέρου δε  η  φανέρωση  των  Μυστηρίων  της  Εκκλησίας  στους  Νεοβαπτισθέντες.  Η αξία  των Κατηχήσεων  του  Αγίου  Κυρίλλου    είναι    ανυπολόγιστη.   Κανένα   έργο προ αυτού δεν εμφανίζει με τόση παραστατικότητα σχεδόν όλο το τελετουργικό   της   Ορθοδόξου   Εκκλησίας,   καθώς   και   το   μυστηριακό   και αγιαστικό   σύστημα   με   τόση   καταπληκτική   ομοιότητα   προς   τα   μέχρι σήμερα   τελούμενα   στο   ναό,   ώστε   δικαιολογημένα   να   θεωρούμε   ότι   οι Κατηχήσεις   του   Αγίου   Κυρίλλου   αποτελούν   έκτυπη   αναπαράσταση   και  στην πράξη διατήρηση αυτής της ίδιας της  Αποστολικής Τελετουργικής   Παραδόσεως.




Απολυτίκιον.   Ήχος    γ’.   Την    ωραιότητα.
Στολήν την ένθεον, αμφιεσάμενος, στύλος  ολόφωτος,  ώφθης  της πίστεως, των Αποστόλων εν Σιών, την χάριν κεκληρωμένος· όθεν ενδιέπρεψας, ευσεβείας τοις δόγμασι, και πιστώς  εσκόρπισας,   της   σοφίας το   τάλαντον. Και  νυν  υπέρ  ημών    εκδυσώπει,  Κύριλλε  Πάτερ    Ιεράρχα.

Έτερον   Απολυτίκιον.   Ήχος   δ’.       
Κανόνα  πίστεως  και  εικόνα  πραότητος,  εγκρατείας  διδάσκαλον  ανέδειξε σε τη ποίμνη σου, η των πραγμάτων αλήθεια· δια   τούτο   εκτησω τη ταπεινώσει τα υψηλά, τη πτωχεία τα πλούσια, Πάτερ  Ιεράρχα   Κύριλλε, πρέσβευε   Χριστώ  τω  Θεώ,  σωθήναι  τας  ψυχάς    ημών.


Κοντάκιον.   Ήχος   γ’.   Η   Παρθένος   σήμερον.  
Φερωνύμως   γέγονε,   τη  του  Χριστού   Εκκλησία,   ο   φωσφόρος   λόγος   σου, κύρος ουράνιον Πάτερ· γνώσιν γαρ, της αληθείας σοφώς διδάσκων, έλλαμψιν,  ηθών  οσίων   καθυπογράφεις,  και  παθών  βραβεύεις  λύσιν,  τη  ση  πρεσβεία,   θεόφρον   Κύριλλε.


Μεγαλυνάριον.
Έλλαμψιν πλουτήσας την μυστικήν,  εν  Σιὼν τη  θεία,  ως  καθάρας σου την ψυχήν,  εν  τη  Εκκλησίᾳ  δαβιτικώς Οσίων, εκλάμπεις  ώσπερ   λύχνος, παμμάκαρ   Κύριλλε.

Saint Cyril of the Patriarch of Jerusalem

St. Cyril came from Palestine and was probably born in 313 AD. in Jerusalem. He was ordained a Elder by the Bishop of Jerusalem Maximus III (333-348 AD), whom he succeeded in the Episcopal seat at the beginning of the year 348 AD, or because Maximus was removed from the heretical Arians, or because passed away.
The Saint initially did not care about the dogmatic "shortcomings" and carefully avoided the term "homosexual". That is why the Aryan Metropolitan of Kashira Akakios approved his election and ordained him Bishop. But it happened here, that later in the case of Agios Meletios, Patriarch of Antioch († 12 February). Saint was not out of the climate of the time, in terms of doctrinal struggles and in the early months of his reign, he proved with his famous Caves, a defender of the Resolutions and the Terms of the First Ecumenical Synod.
The Church of St. Cyril was praised by the Constantinople Synod of the year 382 AD: "And the mother of the apostles of the Churches, of Jerusalem, the renowned Master Bishop, is known. Normally, in spite of the province, who was ordained before and mostly to the Arians in various places, they were athletes. "
The dogmatic placement of St. Cyril was the first cause of rupture with Bishop Akkayos of Caesarea, who then asked for various reasons to destroy the Saint. The second reason was the difference in the jurisdiction of the two seats. As it is known, because of the destruction of the city of Jerusalem, the Christian community was dispersed there, and after the rebuilding of it, the Christians were few, so the capital of Palestine, Caesarea, became the Metropolis. After a while, when the Christians of Jerusalem grew, the Bishopric of Jerusalem demanded the restoration of this old position. In 325 AD. the First Ecumenical Synod, through its 7th Canon, designated that the Bishop of Alya, namely Jerusalem, should be highly valued according to the ancient customs, and the Caesarea Metropolis to maintain its own office. The ambiguity of the Cannos formulated a conflict between St. Cyril and Akkion.
The latter was in an advantageous position because of his support by the Marian Emperor Constantine (337-361 AD) and after finding a pretext against St. Cyril, that in times of famine he sold holy heirlooms and votive offerings to provide food to the needy, the Holy Synod, which met in Jerusalem, in the year 357 AD. and removed him from there.
Saint Cyril was exiled to Tarsus of Cilicia and was received by Bishop Silvano there, who rejected Akakios's request to interrupt his communication with the Saint. However, Saint Cyril demanded that his case be investigated at a larger summit. Indeed, the Synod, which met in 359 AD. in Jerusalem, he restored him and acquitted him, but Akakios, having fled to Constantinople, abolished the decisions of the Jerusalem Synod in another session, which met in 360 AD. in Constantinople, and endorsed the demolition and exile of Saint Cyril.
Saint Cyril returned to his seat, like the other exiled Bishops, in 361 AD, over Emperor Julian of Paravatos, who wanted to have all the emperors of Emperor Constantine near him, recall the exiled Chiefs. The Saint felt the need to indulge in the cultivation of his flock. But after the death of Julian the Infantry, on July 26, 363 AD, he was again exiled from Emperor Wallace (364-378 AD) for eleven years and returned to Jerusalem after the death of the emperor in 378 A.D.
Saint Cyrille slept peacefully in the year 387 AD.
His main work is the Curiosities, which were spoken during the Great Lent and the Easter Week of the year 348 AD. in the basilica of the Resurrection. The Purpose of the Occasions was, on the one hand, the introduction of the Cathasmen into the fundamental teachings of faith and the moral life of Christians, and on the other hand the manifestation of the Church's Mysteries to the Neo-Vatican. The value of the Cyrillic Covenants is immeasurable. No work before that shows so virtually the entire ritual of the Orthodox Church as well as the mystical and sanctifying system with so much amazing resemblance to the temple so far, that we justifiably consider that the Cilings of St. Cyril are a representation and in practice preserving the very same Apostolic Rite Tradition.


Apolyticus. Sound c '. The beauty.
The attire is a controversy, a pillar full of light, the faith of the Apostles in the Zion, the grace of the grace; so intimate, worthy of doctrine, and faithfully scorching, wisdom of talent. And now we are in favor of us, Cyrille Father Ieracha.

Another Apolitikion. Sound d '.
A rule of faith and a picture of virtue, a taught teacher, has brought to your flock the truth of things; therefore, let it out of the way humble the high, the poor, the rich, Father Ierachi Cyrille, praise Christ, save our souls.


Kontakion. Sound c '. The Virgin today.
You have the honor of giving the Church of Christ your Phosphorus, the honorable heavenly Father; the knowledge of truth, the truth of the teaching, the change, the morals of those who sign, and the passion for the solution, the embassy, ​​the theorist Cyrille.


Majesty.
Change in the secret, in the Shadow of the aunt, as your pure soul, in the Church of the Divine Ossion, you cry out as a lizard, Cyrille.

Δεν υπάρχουν σχόλια: