12/6/15

Ο Όσιος Ονούφριος ο εν Ιερουσαλήμ

Ο Όσιος Ονούφριος γεννήθηκε τον 4ο αιώνα μ.Χ. στην Αίγυτπο και καταγόταν από αριστικρατική οικογένεια. Ο βιογράφος του, Όσιος Παφνούτιος, αναφέρει ως πατρίδα του Ονουφρίου την Περσία, πράγμα όμως που δεν μνημονεύεται  ούτε  στα  Συναξάρια, ούτε  και  στον Κανόνα  της  εορτής  αυτοῦ.
Ο Όσιος  Ὀνούφριος  στην αρχή  της  μοναχικής του πολιτείας εισέρχεται σε κοινόβιο  μοναστήρι κοντά στην  Ερμούπολη των Θηβών. Το κοινοβιακό σύστημα, που είναι αυστηρότερο από το Λαυρεωτικό, διαμορφώθηκε  υπό του  Οσίου  Παχωμίου  του  Μεγάλου ( 15 Μαΐου) τον 4ο αιώνα στην Αίγυπτο. Το πρώτο κοινόβιο ιδρύθηκε περί το 320 μ.Χ. στην Ταβεννίσιδα κοντά στην ανατολική όχθη του Νείλου ποταμού. Στο κοινόβιο της Ερμουπόλεως, ονομαζόμενο Σμαούν, ο Ονούφριος  διδάχθηκε  τα του  μοναχικού βίου. Εκεί άκουσε για την ήσυχη και ερημική  ζωή  δύο  μεγάλων  μορφών της Εκκλησίας μας, τον  ασκητικό και ερημικό βίο του Προφήτου Ηλιού του Θεσβίτου, ο οποίος ήταν  «ενδεδυμένος μηλωτήν (=δέρμα προβάτου) και ζώνην δερμάτινην περιζωσμένος την οσφύν αυτού»  και το μιμητή αυτού Ιωάννη τον Πρόδρομο  και  προετοιμαστή  της  παρουσίας  Χριστού, ο οποίος, όπως και ο Ηλιού, φέροντας  ασκητικό  ένδυμα  και  ακολουθώντας  τον  ερημικό  βίο   κήρυξε  στο  λαό  το  βάπτισμα  της  μετανοίας.
Μετά τα όσα άκουσε στο  κοινόβιο  της Ερμουπόλεως, ο Όσιος  Ονούφριος ενθουσιάσθηκε  για τον ερημικό  βίο  και  τον αναχωρητισμό  και  έφυγε για  την έρημο.
Όταν ο Όσιος Ονούφριος  έφυγε  στην  έρημο,  ύστερα  από  μία  εβδομάδα  οδοιπορία, που είχε  πολλή  πείνα  και  κόπο, είδε  ξαφνικά  ένα σπήλαιο, απ’ όπου  βγήκε  ένας  γέροντας  μοναχός  και  τον  υποδέχθηκε, φωνάζοντάς τον με το όνομά του. Ο ασκητής εκείνος διηγήθηκε στον Όσιο  Ονούφριο  το  βίο  του  και  τις  δυσκολίες  της  ερήμου.
Όταν πια πέρασαν τριάντα ημέρες, με προσευχές και θείες διηγήσεις, δίχως  να  νιώσουν  πείνα ή  δίψα, ο ασκητής  είπε  στον  Όσιο  να  πάρουν τον δρόμο  «επί την ενδοτέραν έρημον». Μάλιστα, έτρεχε  ο ίδιος, παρά  την προχωρημένη ηλικία του. Ύστερα  από τέσσερις ημέρες ευρήκαν ένα μικρό  σπήλαιο, όπου  είπαν να καθήσουν, για να ξεκουρασθούν. Εκείνη τη στιγμή, ένας φοίνικας  φύτρωσε  και  ψήλωσε  και  τους  έδωσε  μεγάλη χαρά. Τότε ο γέροντας  είπε στον Ονούφριο  ότι η Χάρη του Θεού ευδόκησε, ώστε σε αυτό το σπήλαιο να δώσει τους ασκητικούς του αγώνες.
Εδώ  νέκρωσε  «τα  επί της γης μέλη»  και  υπέμεινε  «τον παγετόν της νυκτός και της ημέρας τον καύσωνα». Έτσι  πέτυχε την ουράνια ζωή, βλέποντας, όπως τονίζει ο υμνογράφος αυτού, «το αμήχανον κάλλος του Κτίστου» του. Έφθασε το πράγματι «εφετόν» δια της απαρνήσεως  κάθε κοσμικής συγχύσεως και κατόρθωσε την ποθούμενη  «υπερκόσμιον ακρότητα». Έζησε στην έρημο περίπου εβδομήντα έτη  και  είχε  ως  τροφή την  εγκράτεια  και  ως  πλούτο την πτωχεία και την ακτημοσύνη. Έφθασε δε σε τέτοιο βαθμό ασκήσεως  στους  πειρασμούς, ώστε  την ηδυπάθεια, τη  σκληραγωγία  και τους πόνους της εγκράτειας  να τους  αντιμετωπίζει με  καρτερία  και  χαρά  ανεκλάλητη.
Η  Χάρη  του  Θεού ενίσχυσε  τον  Όσιο  στον  πνευματικό  και  ασκητικό του  αγώνα. Του  έδωσε  καρτερία  και υπομονή. Του έστελνε μυστικά ψωμί  και  νερό  κάθε ημέρα, και  ο  φοίνικας, που  είχε βλαστήσει μπροστά στο σπήλαιο, του έδιδε γλυκύ καρπό. Άγγελος Κυρίου δε του μετέδιδε  τα  Άχραντα  Μυστήρια.
Μελέτησε στην έρημο το Νόμο του Χριστού, τον οποίο είχε πάντοτε στην καρδιά του. Ευρισκόμενος  στην άβατη έρημο μόνος, επιποθούσε  μόνο τον Χριστό  και  εντρυφούσε στο άγιο και  φωτεινό  κάλλος  Του. Γέμισε τον  εαυτό  του με το φως της αληθινής και  θείας γνώσεως  και  έτσι έφθασε  στο  σημείο  της  απαθείας.
Ο Όσιος  Ονούφριος  επεδίωκε πάντοτε να είναι  ευάρεστος  στον  Θεό  και  επιποθούσε συνεχώς να συνομιλεί με τον Δημιουργό του δια της αδιαλείπτου  προσευχής. Ο Όσιος  είχε  ως  ένδυμα, κατά  την  προτροπή του Αποστόλου Παύλου, τον Ιησού Χριστό, ένδυμα το οποίο ουδέποτε προσέβαλε  με  πνεύμα  αργίας, περιέργειας, φιλαρχίας  και   αργολογίας.
Επιβραβεύοντας  ο  Κύριος  της δόξας την αμέριστη  προς  Αυτόν  αγάπη και αφοσίωση, αλλά  και τους  υπέρ  Αυτού  πνευματικούς και σωματικούς  αγώνες  του  Οσίου Ονουφρίου, οδήγησε  προς  αυτόν, προς της  ειρηνικής  κοιμήσεώς του, τον Παφνούτιο, άνδρα ενάρετο  και  φίλο της ησυχίας και της αδιάλειπτης προσευχής, προκειμένου να δει την πνευματική  καταξίωση του Οσίου  και  να μεριμνήσει  και  επιληφθεί  τα της  ταφής  του  αγιασμένου  αυτού  σκήνους.
Προ της τελευτής του και με την παρουσία του Παφνουτίου ο Όσιος Ονούφριος είπε την ακόλουθη προσευχή: «Ύψιστε Θεέ και αόρατε, ού η δύναμις ανεξιχνίαστος και η δόξα ακατανόητος και ανέκφραστος, και το έλεος άπειρον και αμέτρητον, υμνώ, ευλογώ, προσκυνώ και  δοξάζω Σε, Όν επόθησα εκ νεότητός μου και Σοι ηκολούθησα. Επάκουσόν μου, προς Σε γαρ εκέκραξα, ότι επείδες την ταπείνωσίν μου, έσωσας εκ των αναγκών την ψυχήν μου, ου συνέκλεισάς με εις χείρας εχθρών, αλλ’ έστησας εν ευρυχώρω τους πόδας μου. Δέομαί  Σου, Κύριέ μου· τη Ση δεξιά  σκέπασόν με, ίνα μη ταραχθή η ψυχή μου από τους δαίμονας, όταν εξέρχεται εκ του σώματος, αλλά παράλαβε αυτήν δι’ αγίων Αγγέλων Σου και κατάτακον αυτήν ένθα επισκοπεί το φως του προσώπου Σου, ότι ευλογητός εί και δεδοξασμένος εις τους αιώνας. Μνήσθητι Πανοικτίρμον και Πολυέλεε του πιστού λαού Σου. Και όστις ευρεθή εις κίνδυνον θαλάσσης ή εις θυμόν δικαστού ή εις άλλην τινὰ στενοχωρίαν, και Σε επικαλεσθή λέγων· Παντοδύναμε Κύριε, δια πρεσβειών του δούλου σου Ονουφρίου ελέησόν με, παρακαλώ την βασιλείαν Σου, καθώς μου έταξες επάκουσον  της δεήσεως αυτού. Κύριε εις  χείρας  Σου  παρατίθημι  το  πνεύμά  μου».
Ο βιογράφος του Παφνούτιος, αναφέρει ότι δύο λιοντάρια άνοιξαν τον τάφο του Οσίου στον οποίο ενταφιάσθηκε το ιερό σκήνωμά του.
Η ιερά μονή του Οσίου Ονουφρίου στην Ιερουσαλήμ ευρίσκεται κοντά στην  πηγή  του  Ιώβ  και  δεξιά  της  ενώσεως  της  κοιλάδος  Ιωσαφάτ  και  της  φάραγγος Εννώμ. Η μονή είναι κτισμένη στον αγρό του Αίματος ή Κεραμέως ή Ακελδαμά και  αγοράσθηκε δια των 30 αργυρίων, δι’ όσων δηλαδή  τιμήθηκε  η  τιμή  του  Τετιμημένου  Κυρίου. Η  σημερινή  μονή του Αγίου Ονουφρίου οικοδομήθηκε επί του σπηλαίου, στο οποίο κατέφυγαν  οι  Απόστολοι  μετά  τη  σύλληψη του  Ιησού.


Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.          
Τῶν Ἀγγέλων τὸν βίον ἐν σαρκὶ μιμησάμενοι, ὤφθητε ἐρήμου πολῖται, καὶ χαρίτων κειμήλια, Ὀνούφριε Αἰγύπτου καλλονή, καὶ Πέτρε τῶν ἐν Ἄθῳ ὁ φωστήρ· διὰ τοῦτο τοὺς ἀγῶνας ὑμῶν ἀεί, τιμῶμεν ἀναμέλποντες· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δίξα τῷ ἐνεργοῦντι δι’ ὑμῶν, πᾶσιν ἰάματα.


Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς τῆς ἐρήμου πολιστὰς οὐρανοβάμονας
Καὶ δωρεῶν τῶν ὑπὲρ φύσιν καταγώγια,
Τὸν Ὀνούφριον ὑμνήσωμεν σὺν τῷ Πέτρῳ·
Ὁ μὲν ὤφθη ἐν Αἰγύπτῳ φοῖνιξ εὔκαρπος,
Ὁ δὲ ἔλαμψεν ἐν Ἄθῳ ὡς ἰσάγγελος·  
Τούτοις λέγοντες, θεοφόρητοι χαίρετε.


Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῆς Αἰγύπτου θεῖο πυρσός, Ὀνούφριε Πάτερ, νομοστάθμη ἡσυχαστῶν· χαίροις τῶν ἐν Ἄθῳ, ἀκρότης μάκαρ Πέτρε, Τριάδος τῆς Ἁγίας, ἐνδιαιτήματα.


Δεν υπάρχουν σχόλια: