Γεννήθηκε
στην Κωνσταντινούπολη το 759 και ήταν
γιος του Φωτεινού και της Θεοκτίστης. Στην ανατροφή του,
εξάσκησε μεγάλη επιρροή ο θείός του
Πλάτων,
μια από τις μεγαλύτερες
μορφές της εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης.
Ο Θεόδωρος έγινε
μοναχός πρώτα στη Μονή
του Σακκουδίωνος (κοντά στην Προύσα), που ανήγειραν οι γονείς του
στο κτήμα τους με την ονομασία Βοσκήτιον. Αργότερα έγινε και ηγούμενος
αυτής, αφού αποσύρθηκε ο θείός
του Πλάτων λόγω γήρατος.
Για
την αντίστασή του ο Θεόδωρος, στο γάμο του
βασιλιά Κωνσταντίνου ΣΤ’ με τη Θεοδότη, εξορίστηκε στη Θεσσαλονίκη. Επανήλθε στην Κωνσταντινούπολη
μετά
τον θάνατο του Κωνσταντίνου και εγκαταστάθηκε στη Μονή Στουδίου σαν
ηγούμενος. Αλλά και πάλι για την αντίστασή του στην
χειροτονία του Νικηφόρου από
λαϊκό σε Πατριάρχη, εξορίστηκε
μαζί με τον θείό του
Πλάτωνα
(809). Επέστρεψε από
την εξορία το 812 στην
Κωνσταντινούπολη, για να εξοριστεί τρίτη φορά
από τον Λέοντα τον Ε’,
επειδή με πολύ θάρρος υπερασπίστηκε τις ἱερές εικόνες και το
ορθόδοξο φρόνημα.
Πέθανε στην εξορία το 826 σε ηλικία 67 ετών, στη χερσόνησο του Ακρίτα του Αγίου Τρύφωνα. Το δε σώμά του, μετακομίστηκε στην Πριγκιπόννησο, όπου και ετάφη. Ύστερα δε, επί Πατριάρχου Μεθοδίου, το 844 ανακομίστηκε στη βασιλεύουσα, μαζί με το λείψανο του αδελφού του Ιωσήφ του Θεσσαλονίκης και ετάφη στη Μονή Στουδίου.
Πέθανε στην εξορία το 826 σε ηλικία 67 ετών, στη χερσόνησο του Ακρίτα του Αγίου Τρύφωνα. Το δε σώμά του, μετακομίστηκε στην Πριγκιπόννησο, όπου και ετάφη. Ύστερα δε, επί Πατριάρχου Μεθοδίου, το 844 ανακομίστηκε στη βασιλεύουσα, μαζί με το λείψανο του αδελφού του Ιωσήφ του Θεσσαλονίκης και ετάφη στη Μονή Στουδίου.
Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Δώρων μέτοχος, τῆς ἀφθαρσίας, δῶρον ἄσυλον, τῆς Ἐκκλησίας, φερωνύμως ἀνεδείχθης Θεόδωρε· τοῖς ἱεροῖς γὰρ ἑπόμενος δόγμασιν, ὁμολογίας φωστὴρ ἐχρημάτισας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Δώρων μέτοχος, τῆς ἀφθαρσίας, δῶρον ἄσυλον, τῆς Ἐκκλησίας, φερωνύμως ἀνεδείχθης Θεόδωρε· τοῖς ἱεροῖς γὰρ ἑπόμενος δόγμασιν, ὁμολογίας φωστὴρ ἐχρημάτισας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον.
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὸν ἀσκητικόν, ἰσάγγελόν τε βίον σου, τοῖς ἀθλητικοῖς, ἐφαίδρυνας παλαίσμασι, καὶ Ἀγγέλοις σύσκηνος, θεομάκαρ ὤφθης Θεόδωρε, σὺν αὐτοῖς Χριστῷ τῷ Θεῷ, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Τὸν ἀσκητικόν, ἰσάγγελόν τε βίον σου, τοῖς ἀθλητικοῖς, ἐφαίδρυνας παλαίσμασι, καὶ Ἀγγέλοις σύσκηνος, θεομάκαρ ὤφθης Θεόδωρε, σὺν αὐτοῖς Χριστῷ τῷ Θεῷ, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις εὐσεβείας μυσταγωγέ, καὶ μονήρους βίου, μυστηπόλε καὶ ὁδηγέ· χαίροις ὁ ἐκτρέφων, τῇ δωρεᾷ τοῦ λόγου, Θεόδωρε παμμάκαρ, τοὺς προσιόντας σοι.
Χαίροις εὐσεβείας μυσταγωγέ, καὶ μονήρους βίου, μυστηπόλε καὶ ὁδηγέ· χαίροις ὁ ἐκτρέφων, τῇ δωρεᾷ τοῦ λόγου, Θεόδωρε παμμάκαρ, τοὺς προσιόντας σοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου