3/1/18

Ο Άγιος Γόρδιος

Ο Μάρτυς Γόρδιος καταγόταν από την Καισάρεια της Καππαδοκίας και έζησε στην εποχή του βασιλέως Λικινίου (307-323 μ.Χ.). Ήταν αξιωματούχος της  αυτοκρατορικής αυλής.
Ο Γόρδιος, επειδή δεν ανεχόταν να ακούει τις δυσσεβείς διδασκαλίες  και τις  ύβρεις  κατά του Κυρίου, έφυγε και πήγε στα  όρει  και  εκατοικούσε μαζί με τα θηρία. Εκεί  στον έρημο τόπο αναθερμάνθηκε ο πόθος του για τον Χριστό και πήρε θάρρος να κτυπήσει την πλάνη της ειδωλολατρείας. Έτσι κατέβηκε από την έρημο στην πόλη  και ζητούσε να συναντήσει  τον προστάτη της πλάνης. Εισήλθε  λοιπόν  στο θέατρο και με όλη την δύναμη  της φωνής του είπε λόγους υμνηστικούς για τον Χριστό. Με την ηρωϊκή  αυτή  μαρτυρία του ο Γόρδιος έστρεψε την προσοχή  του  πλήθους προς τον εαυτό του. Η παρρησία του όμως αυτή εξέπληξε και εξόργισε τον ειδωλολάτρη άρχοντα· γι’ αυτό και διέταξε να τον θανατώσουν.
Ο Άγιος Γόρδιος  εδέχθηκε χαρούμενος  τον δια ξίφους μαρτυρικόν θάνατο  και  εισήλθε  στην  χαρά του Κυρίου του.


Απολυτίκιο.  Ήχος  δ’. Ταχύ  προκατάλαβε.           
Τω  ζήλω της  πίστεως,  πυρποληθείς  την  ψυχήν,  αυτόκλητος  ώρμησας, εν  τω σταδίω  σοφέ, και χαίρων ηγώνισαι· όθεν τοις εξ αυχένος, οχετοίς των αιμάτων, έσβεσας Αθλοφόρε, της κακίας την φλόγα· διο σε  ο  Ζωοδότης, Γόρδιε  εδόξασε.


Κοντάκιον.  Ήχος  πλ. δ.  Ως  απαρχάς  της  φύσεως.     
Οι  σοι  ιδρώτες  ένδοξε,  την  πάσαν  γην  κατήρδευσαν,  και  τοις  τιμίοις  σου αίμασι  Γόρδιε,  τον  κόσμον  άπαντα  εύφρανας·  ταις  ευχαίς  σου  θεόφρον, σώσον πάντας τους πίστει σε αναμέλποντας, και τιμώντας αξίως, πανεύφημε  ως  πολύαθλον.


Μεγαλυνάριον
Έλιπες  στρατείαν  την  υλικήν,  και  τη  ουρανίω,  πανοπλία  οχυρωθείς, τας  αντικειμένας,  καθείλες  παρατάξεις,  ως  του  Χριστού  οπλίτης,  ένδοξε Γόρδιε.


Δεν υπάρχουν σχόλια: