Ο Όσιος Νεόφυτος έζησε τον 12ο αιώνα μ.Χ. Γεννήθηκε στην κωμόπολη Λεύκαρα της Κύπρου το
1134 και σε νεαρή ηλικία, παρά την θέληση των γονέων του, Αθανασίου και Ευδοξίας,
ακολούθησε τον μοναχικό βίο, φλεγόμενος από θείο ζήλο. Κατέφυγε κατ’ αρχάς στη
μονή του Αγίου Χρυσοστόμου, στο όρος Κουτσοβέντη, όπου ζήτησε να μείνει και να
ασκητέψει. Μετά από πέντε χρόνια στο διακόνημα της
καλλιέργειας των αμπελώνων της μονής, στη θέση «Γούπαις», με την ευλογία
του ηγουμένου, επισκέπτεται για προσκύνημα τους Αγίους Τόπους. Εκεί παρέμεινε
για σύντομο χρονικό διάστημα και όταν επέστρεψε πάλι στην Κύπρο, μόνασε στη μονή του Χρυσοστόμου (1152 –
1158 μ.Χ.). Ζήτησε από τον ηγούμενο της
μονής να του επιτρέψει να γίνει
ερημίτης, χωρίς όμως επιτυχία. Η άρνηση του ηγουμένου, οδηγεί τον Όσιο να
εγκαταλείψει τη μονή του
Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου,
για να πάει στο όρος Λάτρος της Μικράς Ασίας, που ήταν μεγάλο μοναστικό κέντρο.
Γι’ αυτό τον σκοπό πήγε στην Πάφο
με την ελπίδα να
βρει πλοίο που να τον μεταφέρει εκεί. Στο ναύσταθμο όμως της Πάφου
συνελήφθη ως φυγάς και φυλακίσθηκε.
Όταν, με την μεσιτεία ευσεβών ανθρώπων, αποφυλακίζεται την επόμενη ημέρα,
αναζητά ερημητήριο στα ενδότερα της Μεγαλονήσου.
Τον
Σεπτέμβριο του
έτους 1159, επέλεξε να λαξεύσει την εγκλείστρα του, στην Πάφο, γνωρίζοντας ότι «ουδὲν πλέον
τούτου καθέξει, κάν και του όλου κόσμου φθάση κρατήσαι». Ο Όσιος παρέμεινε
κλεισμένος μέσα στην εγκλείστρα του επί σαράντα ολόκληρα χρόνια.
Εκεί μορφώθηκε κατά την θεία και ανθρώπινη σοφία και μυήθηκε στα
μυστικά της πνευματικής ασκήσεως. Αυτή
την εμπειρία τη διαφύλαξε με πολύ προσοχή σε όλη του τη ζωή
και με τη χάρη
του Θεού την αύξησε και την εφάρμοσε απόλυτα. Η φήμη του διαδόθηκε
ευρύτατα και πλήθος Χριστιανών συνέρεε,
για να
λάβει την ευχή και την
ευλογία του.
Για
να αποφύγει τον κόσμο λάξευσε μέσα στα βράχια νέα εγκλείστρα
και επικοινωνούσε με τον κόσμο μόνο κάθε
Κυριακή. Σε αυτή την απόφασή του συνετέλεσε και η χειροτονία του σε πρεσβύτερο,
το έτος 1170, από τον Επίσκοπο Πάφου Βασίλειο Κίνναμο και η σύσταση της πρώτης αδελφότητας προς το τέλος του έτους 1170 ή στις αρχές του 1171. Η ύπαρξη πλέον μοναχών διευκόλυνε τον
Άγιο να εντείνει τον εγκλεισμό, καθόσον οι υποτακτικοί του θα αναλάμβαναν τις
ποικίλες εξωτερικές εργασίες της μονής. Όμως ο Άγιος δεν ήταν διδάσκαλος μόνο
του πληρώματος της Εκκλησίας της Κύπρου, αλλά ήταν διδάσκαλος
κυρίως των υποτακτικών του με τον βίο και το παράδειγμά του.
Εν
τω μεταξύ είχαν συμβεί
διάφορα δραματικά γεγονότα στην Κύπρο, τα οποία την απέκοψαν από το
Βυζάντιο και έφερε την δυστυχία στην Εκκλησία και τον λαό. Η φτώχεια και η
δυστυχία του λαού οδήγησε πολλούς να ζητήσουν τροφή
στα μοναστήρια, ένα από
τα οποία ήταν και
η εγκλείστρα του Οσίου
Νεοφύτου.
Η πτώση της Κωνσταντινουπόλεως
στα χέρια των Φράγκων τον Απρίλιο του
έτους 1204, ήταν ένα συνταρακτικό γεγονός και για τον Όσιο Νεόφυτο.
Θεωρεί την άλωση της Πόλεως, της προστάτιδος των Ορθοδόξων, «αποκαλυπτικό»
γεγονός και γι’ αυτό επιχειρεί την ερμηνεία της Αποκαλύψεως,
καταβάλλοντας προσπάθεια να εξηγήσει γιατί κυριάρχησαν οι δυνάμεις του αντίχριστου σε βάρος της Εκκλησίας του
Χριστού.
Ο
Όσιος κοιμήθηκε σε βαθύτατο γήρας στις 12 Απριλίου. Ο ίδιος ενταφιάσθηκε στον
τάφο που είχε ετοιμάσει ο ίδιος, σε ξύλινο φέρετρο από ξύλο πεύκου, κέδρου και κυπαρίσσου το οποίο είχε κατασκευάσει, όταν ζούσε. Το
ιερό λείψανό του φυλάσσεται μέχρι σήμερα στην ομώνυμη μονή
της Πάφου, στην Κύπρο, που είναι αφιερωμένη στη μνήμη του.
Αυτή την ημέρα η Εκκλησία εορτάζει και την ανάμνηση της Θεοσημείας, δηλαδή της θαυματουργικής διασώσεως του Αγίου Νεοφύτου κατά την πτώση αυτού από την εγκλείστρα του, όπου ασκήτευε.
Αυτή την ημέρα η Εκκλησία εορτάζει και την ανάμνηση της Θεοσημείας, δηλαδή της θαυματουργικής διασώσεως του Αγίου Νεοφύτου κατά την πτώση αυτού από την εγκλείστρα του, όπου ασκήτευε.
Απολυτίκιον.
Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Βίον έγκλειστον, επιποθήσας, σκεύος τίμιον, της εγκρατείας, ανεδείχθης θεοφόρε Νεόφυτε· των αρετών γαρ τη πράξει κοσμούμενος, έργω και λόγω εκφαίνεις τα κρείττονα. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθε ημίν το μέγα έλεος.
Βίον έγκλειστον, επιποθήσας, σκεύος τίμιον, της εγκρατείας, ανεδείχθης θεοφόρε Νεόφυτε· των αρετών γαρ τη πράξει κοσμούμενος, έργω και λόγω εκφαίνεις τα κρείττονα. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθε ημίν το μέγα έλεος.
Κοντάκιον.
Ήχος πλ. δ’. Τη υπερμάχω.
Σαυτόν
εγκλείσας ουρανίω σου φρονήματι
Της
απαθείας ανεδείχθης θείον όργανον
Και
θεράπων ενθεώτατος της Τριάδος.
Ής τω θρόνω
παριστάμενος ικέτευε
Πάσης
βλάβης και ανάγκης
ημάς ρύεσθαι
Τους βοώντάς σοι, χαίροις Πάτερ Νεόφυτε.
Τους βοώντάς σοι, χαίροις Πάτερ Νεόφυτε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίρει εν σοι Κύπρος η ση πατρίς, εξαιρέτως Πάτερ, η Εγκλείστρα σου η σεπτή, ένθα τους μεγίστους, διήνυσας αγώνας, ήν φρούρει αοράτως, σοφέ Νεόφυτε.
Χαίρει εν σοι Κύπρος η ση πατρίς, εξαιρέτως Πάτερ, η Εγκλείστρα σου η σεπτή, ένθα τους μεγίστους, διήνυσας αγώνας, ήν φρούρει αοράτως, σοφέ Νεόφυτε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου