Ο Πέτρος ήταν γιος του Ιωνά (Βαριωνά) και αδελφός του Αποστόλου
Ανδρέα (Ιω. 1,43. 21,15-17). Ο ίδιος αναφέρεται ως Σίμωνας (Ματθ. 10,2. Μάρκ. 3,16),
Συμεών (Πράξεις 15,14). Ο Ιησούς όμως όταν τον κάλεσε τον ονόμασε Κηφά (Κηφάς
στα Αραμαϊκά και Πέτρος στα Ελληνικά) που σημαίνει Πέτρα, θέλοντας να τονίσει
τη σταθερότητα του χαρακτήρα του (Ιω. 1,43).
Ήταν Ιουδαίος και καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της
Γαλιλαίας (Ιω. 1, 45). Μαζί με τον αδερφό
του ασκούσαν το επάγγελμα του ψαρά στη
λίμνη Γεννησαρέτ (Ματθ. 4,18).
Ο Πέτρος ήταν έγγαμος (Ματθ. 8,14. Μάρκ. 1,30. Λουκ. 4,38).
Κατοικούσε στην Καπερναούμ από όπου καταγόταν η γυναίκα του και εκεί
εγκαταστάθηκε μετά το γάμο του (Ματθ. 5,14. Μάρκ. 1,21). Για τη γυναίκα του δεν
αναφέρεται τίποτε στην Καινή Διαθήκη και είναι γνωστό ότι ο Πέτρος ήταν
έγγαμος, γιατί ο Χριστός θεράπευσε την πεθερά του (Ματθ. 8,14-15. Λουκ.
4,38-39). Η γυναίκα του τον ακολούθησε στις περιοδείες του και του
συμπαραστεκόταν στο έργο του (Α' Κορ. 9,5).
Ο Πέτρος μιλούσε την
ελληνική γλώσσα μιας και καταγόταν από τη "Γαλιλαία των εθνών" και
την αραμαϊκή, η οποία ήταν η μητρική του με βαριά όμως προφορά (Ματθ. 26,73.
Μάρκ. 14,70). Ήταν πιστός τηρητής των θρησκευτικών εθίμων (Πράξ. 10,14), αν και
δεν ήταν καλός γνώστης του Νόμου (Πράξ. 4,13).
Ο Πέτρος ήταν από τους πρώτους που ακολούθησαν τον
Κύριο και αναδείχτηκε ως η πλέον εμβληματική μορφή
των δώδεκα μαθητών. Η κλήση του στο αποστολικό αξίωμα έγινε σταδιακά. Πρώτα
παρουσίασε τον Πέτρο στον Ιησού ο αδελφός του Ανδρέας. Ο Ιησούς τον βεβαίωσε
ότι θα ονομαστεί "Κηφάς", που σημαίνει "Πέτρος" και ότι θα
ήταν η πέτρα, πάνω στην οποία θα έχτιζε την εκκλησία Του (Ιω. 1,35-43). Όπως
μας πληροφορούν τα Ευαγγέλια, όταν λίγο αργότερα ο Ιησούς έφθασε στη λίμνη της
Γεννησαρέτ συνάντησε τους δυο αδελφούς Πέτρο και Ανδρέα οι οποίοι έριχναν τα
δίχτυα τους. Αμέσως μετά την κλήση τους, άφησαν τα δίχτυα και τις οικογένειές
τους και τον ακολούθησαν (Μάρκ. 1,16-20).
Από την πρώτη στιγμή ο Πέτρος κατέλαβε πρωτεύουσα
θέση στον αποστολικό κύκλο. Αναφέρεται πάντοτε πρώτος μεταξύ των μαθητών στους
καταλόγους της Καινής Διαθήκης και αποτελούσε, μαζί με τους αδελφούς Ιάκωβο και
Ιωάννη, τον πιο στενό κύκλο των μαθητών προς τους οποίους ο Χριστός έδειξε
ιδιαίτερη προτίμηση.
Ήταν δυναμικός χαρακτήρας και παρορμητικός (Ματθ.
14,28. 16,16). Ήταν ενθουσιώδης, ενεργητικός και γεμάτος αυτοπεποίθηση,
αναλαμβάνοντας διαρκώς πρωτοβουλίες. Διακρινόταν για την ειλικρίνεια και τον
αυθορμητισμό του. Η αγάπη και η αφοσίωσή του προς τον Κύριο ήταν υποδειγματική. Πολλές φορές μιλούσε ως εκπρόσωπος των δώδεκα
μαθητών (Ματθ. 15,15 και 18,21. Μάρκ. 8,29και
11,21. Λουκ. 5,5 και 12,41). Ξεχώριζε για το θάρρος και την τόλμη του.
Για τη ζωή του κοντά στον Ιησού τη μαθαίνουμε από τα τέσσερα Ευαγγέλια, ενώ την
αποστολική του δράση, από τις Πράξεις των Αποστόλων.
Ήταν παρών, προφανώς, στο γάμο της Κανά και
αμέσως μετά εγκαταστάθηκε με τον Ιησού και άλλους μαθητές στην Καπερναούμ
(Ιωάννης 2-11-12).
Στην Καπερναούμ ο Ιησούς είπε στους ακροατές του,
ότι για να έχουν ζωή αιώνιο πρέπει να τρώγουν το Σώμα Του και να πίνουν το Αίμα
Του. Εκείνοι δεν αντιλήφθηκαν το μήνυμά Του και σκανδαλιζόμενοι έφυγαν.
Ρωτώντας ο Κύριος τους Δώδεκα μαθητές Του, εάν θέλουν και αυτοί να φύγουν, ο
Πέτρος απάντησε αμέσως "Κύριε, σε ποιόν να πάμε; Έχεις λόγια ζωής αιωνίου
και εμείς πιστεύσαμε και γνωρίσαμε ότι συ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του
ζώντος".
Μετά από προτροπή του Ιησού, ο Πέτρος βάδισε στη
θάλασσα (Ματθ. 14,28-32). Επίσης μετά από προτροπή του Ιησού, ψάρεψε ένα ψάρι
που είχε στην κοιλιά του ένα νόμισμα, για να πληρώσει τον φόρο στους Ρωμαίους
(Ματθ. 17,24-27).
Στην Καισάρεια του Φιλίππου, λίγο πριν από το
πάθος, ο Χριστός υπέβαλε στους μαθητές του την ερώτηση ποια γνώμη είχαν οι
άνθρωποι για Εκείνον. Ο Πέτρος απάντησε ότι είναι ο Μεσσίας, ο Υιός του
αληθινού Θεού (Ματθ. 16,13-16). Τότε ο Ιησούς απεκάλεσε τον Πέτρο μακάριο,
επειδή δέχτηκε την αποκάλυψη όχι από άνθρωπο, αλλά από τον Ίδιο τον Θεό. Του
είπε πώς σε αυτή την πέτρα, δηλαδή στην ομολογία ότι ο Χριστός είναι Υιός του
Θεού, θα οικοδομήσει την Εκκλησία Του.
Στη συνέχεια ζήτησε από τους μαθητές Του να
κρατήσουν κρυφό ότι αυτός είναι ο Μεσσίας, και τους φανέρωσε ότι θα μεταβεί στα
Ιεροσόλυμα, όπου θα σταυρωθεί και θα αναστηθεί την τρίτη ημέρα. Ο Πέτρος πήρε
το Ιησού ιδιαιτέρως και προσπάθησε να τον αποτρέψει από την πορεία του προς το
Πάθος. Ο Ιησούς όμως τον επιτίμησε αυστηρά (Ματθ. 16,23).
Ο Πέτρος, μαζί με τους Ιωάννη και Ιάκωβο, ήταν
παρών στη Μεταμόρφωση του Κυρίου στο Όρος Θαβώρ (Ματθ. 17,1-8. Μάρκ. 9,2-8,
Λουκ. 9,28-36).
Λίγο πριν το Πάθος, μαζί με τον Ιωάννη στάλθηκε
από τον Ιησού να ετοιμάσει το πασχαλινό τραπέζι (Λουκ. 22,8). Το βράδυ του Μυστικού
Δείπνου, όταν ο Ιησούς έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του, ο Πέτρος αρνήθηκε
σθεναρά (Ιω. 13,11). Το ίδιο βράδυ διακατεχόταν από έντονη αγωνία για να μάθει
ποιος είναι ο προδότης του Ιησού (Ιω. 13, 24), ενώ διαμαρτυρήθηκε διότι ο
Ιησούς του είπε πως εκεί που οδεύει, δεν μπορεί ο ίδιος ακόμα να τον
ακολουθήσει. Ο Πέτρος υποσχέθηκε στον Κύριο ότι είναιέτοιμος να θυσιάσει τη ζωή
του γι' Αυτόν (Ιω. 13,36-37. Ματθ. 26,33. Μάρκ. 14,29). Ο Κύριος όμως προφητικά
του προανήγγειλε ότι θα τον αρνιόταν τρεις φορές.
Όταν ο Ιησούς προσευχήθηκε στον κήπο της
Γεθσημανή ο Πέτρος αποκοιμήθηκε μαζί με τους άλλους μαθητές (Ματθαίος 26,37-46.
Μάρκ. 14,37), ενώ κατά τη σύλληψη του Ιησού, ο Πέτρος με μαχαίρι έκοψε το αυτί
ενός από τους δούλους του αρχιερέα. Ο Κύριος τον επετίμησε θεραπεύοντας το αυτί
του δούλου (Ματθ. 26,51. Μάρκ. 14,47. Λουκ. 22,50. Ιω. 18, 10-11). Κατόπιν ο Πέτρος τον
ακολούθησε μέχρι την αυλή του αρχιερέα. Στη συνέχεια πριν ξημερώσει και πριν ο
πετεινός λαλήσει τρεις φορές, ο Πέτρος Τον αρνήθηκε τρεις φορές με όρκο. Τότε
θυμήθηκε τον λόγο του Κυρίου που του είχε προαναγγείλει αυτή την πτώση, και
μετανιώνοντας, έκλαψε πικρά (Ματθ. 26,58 και 26,69-75. Μάρκ. 14,54. Λουκ.
22,54-62. Ιω. 18,15-16).
Ο Κύριος συγχώρεσε τον Πέτρο και για να τον
αποκαταστήσει μάλιστα στα μάτια των άλλων μαθητών, παράγγειλε με τις μυροφόρες
γυναίκες, ν' αναγγείλουν ξεχωριστά στον Πέτρο την Ανάστασή Του. Το πρωί έτρεξε μαζί με τον Ιωάννη στον τάφο (Ιω. 20,1-10).
Το ίδιο και στη λίμνη Γεννησαρέτ, ο Κύριος μπροστά
στους άλλους μαθητές, του έδωσε την εντολή να κηρύττει το θείο λόγο, αποκαθιστώντας τον έτσι στο αποστολικό αξίωμα.
Οι πληροφορίες για την ιστορία του Πέτρου μετά
την Ανάσταση δεν είναι πολλές και δε μπορούμε να έχουμε ένα διάγραμμα της
πορείας του και κανένα σταθερό σημείο για μια σωστή χρονολόγηση. Την ημέρα της
Πεντηκοστής πρωτοστατεί πάλι ο Πέτρος στην πρώτη διοικητικού χαρακτήρα πράξη
των Αποστόλων, όταν υπέδειξε σε κοινή σύναξη των πιστών να εκλέξουν τον
αντικαταστάτη του Ιούδα του Ισκαριώτη (Πράξ. 1,13-26). Αμέσως μετά την
επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος πάλι ο Πέτρος σηκώθηκε μαζί με τους άλλους
έντεκα Αποστόλους και μίλησε προς το συγκεντρωμένο πλήθος ώστε να πιστέψουν και
να βαπτιστούν 3.000 (Πράξ. 2,14-41).
Λίγες μέρες ύστερα από την επιφοίτηση του Αγίου
Πνεύματος ο Πέτρος και ο Ιωάννης πήγαιναν στο Ναό για να προσευχηθούν. Η ώρα
ήταν τρίτη απογευματινή. Στην πόρτα της αυλής του Ναού, καθόταν κάποιος πού
είχε γεννηθεί χωλός, δηλαδή κουτσός, ζητώντας ελεημοσύνη. Αυτός λοιπόν σαν είδε
τους Αποστόλους με παρακλητική φωνή τους ζητούσε κάποια βοήθεια. Τότε ό Πέτρος,
πού κατάλαβε ότι ήταν καλός άνθρωπος, του είπε: «Χρήματα δεν έχω να σου δώσω.
Εκείνο όμως πού έχω, σου το δίνω. Στο όνομα του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου
σήκω όρθιος και περπάτα». Συνάμα τον βοήθησε να σηκωθεί όρθιος. Το θαύμα είχε
γίνει. Ο χωλός περπάτησε χωρίς καμιά δυσκολία. Γεμάτος χαρά και ευγνωμοσύνη
μπήκε μαζί τους στην αυλή του Ναού και δοξολογούσε το Θεό (Πράξ. 3,1-11).
Η θεραπεία του χωλού ξάφνιασε το πλήθος, πού είχε
μαζευτεί. Όλοι τους γύρευαν να μάθουν, πώς έγινε το θαύμα. Τότε ο Πέτρος άρχισε
να εξηγεί ότι έγινε με τη δύναμη του Ιησού Χριστού και τους κάλεσε να πιστέψουν
στον Κύριο (Πράξ. 2,12-26).
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας των Αποστόλων όρμησαν
εναντίον τους οι ιερείς και ο υπεύθυνος για την τήρηση της τάξεως μαζί με
στρατιώτες. Το ίδιο έκαμαν και οι Σαδδουκαίοι, που εξοργίστηκαν όταν άκουσαν
τους Αποστόλους να μιλούν για την ανάσταση των νεκρών. Όλοι τους, χωρίς να
έχουν καμιά διαταγή, συνέλαβαν τους Αποστόλους και τους φυλάκισαν για να τους
δικάσουν την άλλη μέρα.
Η άδικη σύλληψη των Αποστόλων, το κήρυγμα τους και
μάλιστα η θεραπεία του χωλού έκαμαν μεγάλη εντύπωση στο πλήθος. Το αποτέλεσμα
ήταν να πιστέψουν πολλοί και να φτάσει έτσι ο αριθμός των πιστών περίπου τις
πέντε χιλιάδες, εκτός από τις γυναίκες και τα παιδιά.
Την άλλη μέρα συγκεντρώθηκαν τα μέλη του μεγάλου
Συνεδρίου. Αυτό είχε δικαστική και θρησκευτική εξουσία. Σ' αυτό παρουσιάστηκαν
οι Απόστολοι με θάρρος και ακλόνητη πίστη στον Κύριο. Είχαν αποφασίσει να
κηρύξουν το θέλημα του Κυρίου μπροστά στο μεγάλο Συνέδριο. Εκεί που
καταδικάστηκε και ο ίδιος ο Κύριος. Η ευκαιρία δόθηκε στους Αποστόλους, όταν
τους ρώτησαν για τη θεραπεία του χωλού. Τότε ο Πέτρος με παρρησία και με το
φωτισμό του Αγίου Πνεύματος απάντησε. «Άρχοντες του λαού και πρεσβύτεροι του
Ισραήλ, μάθετε όλοι ότι η θεραπεία του χωλού έγινε από τον Ιησού Χριστό, τον
οποίο εσείς σταυρώσατε. Αυτόν ο Θεός τον ανέστησε από τους νεκρούς...» (Πράξ. 4,1-12).
Οι δικαστές έμειναν κατάπληκτοι από το θάρρος και τη
σοφία των Αποστόλων. Ήθελαν βέβαια να τους καταδικάσουν, αλλά δεντόλμησαν,
επειδή φοβήθηκαν το λαό. Έτσι περιορίστηκαν να τους διατάξουν, να μην κηρύττουν
πια για τον Ιησού Χριστό. Αλλά οι Απόστολοι απάντησαν ότι είναι προτιμότερο να
υπακούουν στο Θεό παρά στους ανθρώπους. Δεν μπορούμε, είπαν, να μην κηρύττουμε
όσα είδαμε και ακούσαμε (Πράξ. 4,20).
Τότε εκείνοι αφού δεν έβρισκαν δικαιολογία για να τους τιμωρήσουν και αφού
απείλησαν τους Αποστόλους, τους άφησαν ελεύθερους. Ο Πέτρος με τον Ιωάννη
συναντήθηκαν με τους άλλους Αποστόλους και τους διηγήθηκαν όσα είχαν γίνει.
Όλοι μαζί, με θερμή προσευχή, ευχαρίστησαν το Θεό για την προστασία του.
Γεγονότα, όπως η θαυμαστή τιμωρία του Ανανία και
της συζύγου του Σαπφείρας (Πράξ. 5,1-11) και τα θαύματα που έκανε στο Ναό
μεγάλωσαν πολύ τη φήμη του Πέτρου. Πολλοί έφερναν τους ασθενείς και τους
ξάπλωναν σε κρεβάτια σε φορεία για να πέσει πάνω τους έστω και η σκιά του
Πέτρου. Ακόμη συγκεντρώνονταν από τις γύρω πόλεις στο Ναό φέρνοντας αρρώστους
και δαιμονισμένους και θεραπεύονταν (Πράξ. 5,15-16).
Οι Απόστολοι
συνέχισαν το κήρυγμά τους και τα θαύματα, με αποτέλεσμα να συλληφθούν από τους
Σαδδουκαίους και να οδηγηθούν πάλι στη φυλακή. Τη νύχτα ένας άγγελος Κυρίου
απελευθέρωσε τους Αποστόλους, οι οποίοι συνέχισαν να διδάσκουν στο Ναό
(Πράξ. 5, 17-42).
Την επόμενη μέρα η φρουρά τους οδήγησε πάλι μπροστά
στο Συνέδριο. Ο αρχιερέας τους έκανε αυστηρή
παρατήρηση για τη συνεχιζόμενη διδασκαλία στο Ναό. Ο Πέτρος με παρρησία
διακήρυξε την Ανάσταση του Χριστού και τόνισε ότι είναι προτιμότερο
να υπακούουν στο Θεό παρά στους ανθρώπους (Πράξ.
5,29-32).
Τα μέλη του Συνεδρίου όταν τ' άκουσαν αυτά έγιναν
έξαλλα και θα θανάτωναν τους Αποστόλους, αν δεν παρενέβαινε ένας
νομοδιδάσκαλος, ο Γαμαλιήλ, λέγοντας για τους Αποστόλους «Αν αυτό που σκέφτονται ή αυτό που κάνουν προέρχεται
από ανθρώπινη δύναμη, θα διαλυθεί μόνο του. Αν όμως προέρχεται από το Θεό, δε
θα μπορέσετε να το διαλύσετε, για να μην πω ότι μπορεί να βρεθείτε τελικά και
θεομάχοι (Πράξ. 5,38-39)».
Μετά από αυτά τα λόγια οι Απόστολοι, αφού
μαστιγώθηκαν και απειλήθηκαν, αφέθηκαν ελεύθεροι.
Το κήρυγμα του Πέτρου περιορίστηκε κυρίως στην
Παλαιστίνη. Το θάρρος και ο ζήλος του
Πέτρου παρακινούσαν κι άλλους στο έργο του Θεού. Ο διωγμός εναντίον των
Χριστιανών, πού έγινε ύστερα από το λιθοβολισμό του Στεφάνου, είχε σταματήσει.
Οι Χριστιανοί ανενόχλητοι πια προόδευαν στην ευσέβεια και πληθύνονταν
συνεχώς. Μαζί με τον Ιωάννη στάλθηκαν αργότερα
από τους Αποστόλους στη Σαμάρεια (Πράξ. 8,14), όπου προϋπήρχαν Χριστιανοί, και
κήρυξαν το λόγο του Θεού σε πολλά χωριά της (Πράξ. 8,25).
Στη Σαμάρεια ο Πέτρος συναντήθηκε με το Σίμωνα το
μάγο (Πρ. 8,14-24). Ο Πέτρος επιτίμησε τον Σίμωνα, γιατί θέλησε να δώσει
χρήματα στους Αποστόλους, προκειμένου να μπορεί κι αυτός να μεταδίδει τη χάρη
του Αγίου Πνεύματος. Ο Σίμωνας μετανόησε για την ενέργειά του.
Με κέντρο τα Ιεροσόλυμα, πολλές φορές μετέβαινε
σε περιοδείες και επισκεπτόταν τις κοντινές Εκκλησίες (Πρ. 9,32), γι αυτό και
μαζί με τον αδελφόθεο Ιάκωβο και τον Ιωάννη θεωρούνταν οι "στύλοι» της
Εκκλησίας" (Γαλ. 2,9).
Ο Πέτρος σε κάποια περιοδεία του πήγε και στην
κοντινή πόλη Λύδδα, όπου ενίσχυσε τους πιστούς στο θείο θέλημα. Εκεί με τη
δύναμη του Θεού θεράπευσε κάποιο, που ονομαζόταν Αινέας και ήταν οχτώ χρόνια
παράλυτος. Μ' αυτό το θαύμα όσοι κατοικούσαν στη Λύδδα και στο Σάρωνα πίστεψαν
στον Κύριο (Πράξ. 9,32-35).
Στην ωραία παραλιακή πόλη Ιόππη, τη σημερινή Γιάφφα,
υπήρχαν πολλοί πιστοί. Ανάμεσα τους, σαν καρποφόρο δέντρο γεμάτο καρπούς,
διακρινόταν για τα καλά της έργα η ευσεβής κόρη Ταβιθά (ή Δορκάδα). Μια μέρα, η
Ταβιθά, αρρώστησε βαριά και παρά τις φροντίδες των πιστών, πέθανε. Τότε η
ελπίδα όλων στράφηκε στον Πέτρο, που βρισκόταν στη γειτονική πόλη Λύδδα.
Χωρίς αναβολή λοιπόν έστειλαν στη Λύδδα δυο άντρες,
που τον παρακάλεσαν και ήρθε στην Ιόππη. Ο Πέτρος συγκινήθηκε πολύ, όταν είδε
τα ορφανά και τις χήρες να τον παρακαλούν με δάκρυα για την Ταβιθά. Έδειχναν
μάλιστα και τα φορέματα, πού τους είχε ετοιμάσει εκείνη. Τότε ο Πέτρος, για ν'
αποφύγει κάθε επίδειξη, ζήτησε να βγουν όλοι έξω από το δωμάτιο της νεκρής. Κι
αφού γονάτισε προσευχήθηκε με θέρμη στον Κύριο. Σε μια στιγμή σταμάτησε την
προσευχή του και πρόσταξε «Ταβιθά σήκω» (Πράξ.
9,36-41). Το θαύμα, πού όλοι τους περίμεναν, έγινε. Η χαρά τους ήταν
απερίγραπτη. Το θαύμα διαδόθηκε σαν αστραπή κι έγινε αφορμή να πιστέψουν στον
Κύριο πολλοί Ιουδαίοι και εθνικοί.
Στην Ιόππη ο Πέτρος έμεινε αρκετές ημέρες (Πράξ.
9,43) και κατόπιν με θεία εντολή πορεύτηκε προς την παραλιακή πόλη Καισάρεια. Εκεί ήταν η έδρα του Ρωμαίου διοικητή της
Παλαιστίνης. Γι' αυτό στρατοπέδευε εκεί μεγάλη στρατιωτική δύναμη. Ανάμεσά τους
διακρινόταν για την ευσέβεια και τα καλά του έργα ο εκατόνταρχος Κορνήλιος.
Αυτός, αν και ήταν εθνικός, πίστευε στον αληθινό Θεό, ελεούσε τους φτωχούς και
παρακαλούσε το Θεό να τον φωτίζει. Το καλό παράδειγμα του Κορνηλίου είχε φέρει
κι όλη την οικογένεια του στον αληθινό Θεό.
Μια μέρα, περίπου στις τρεις τ' απόγευμα, κι ενώ ο
Κορνήλιος προσευχόταν, είδε σε όραμα Άγγελο Κυρίου να του λέει: «Κορνήλιε οι
προσευχές σου και οι ελεημοσύνες σου έφτασαν στο θρόνο του Θεού, και ο Θεός δεν
σε ξέχασε. Στείλε λοιπόν άνδρες στην Ιόππη και κάλεσε εδώ το Σίμωνα, πού
ονομάζεται Πέτρος. Αυτός φιλοξενείται στο σπίτι του Σίμωνα, πού κατεργάζεται δέρματα
και κατοικεί κοντά στη θάλασσα». Κατόπιν ό Άγγελος εξαφανίστηκε. Είχε κάμει το
έργο του.
Ο Κορνήλιος γεμάτος πια από χαρά και ευγνωμοσύνη
στον Κύριο για την τιμή που του έκαμε, εφάρμοσε αμέσως τη θεϊκή εντολή. Έστειλε
στην Ιόππη δυο υπηρέτες του μαζί με έναν ευσεβή στρατιώτη και κάλεσε τον Πέτρο
να έρθει στην Καισάρεια.
Στο διάστημα που ο Πέτρος φιλοξενείτο στο σπίτι του
Σίμωνα, είδε ένα όραμα. Ήταν μεσημέρι και βρισκόταν στο πάνω μέρος του σπιτιού
και προσευχόταν. Ξαφνικά είδε να κατεβαίνει από τον ουρανό, κάτι πού έμοιαζε με
σεντόνι. Κρεμόταν από τις τέσσερις άκρες και υπήρχαν μέσα σ' αυτό όλα τα ζώα
της γης, θηρία, ερπετά και πτηνά. Πολλά από αυτά οι Ιουδαίοι δεν τα έτρωγαν ως
ακάθαρτα. Μ' αυτά συμβόλιζαν τους ειδωλολάτρες που έπρεπε ν' αποφεύγουν, για να
μην παρασύρονται από αυτούς στην αμαρτία. Συγχρόνως ο Πέτρος άκουσε μια φωνή να
του λέει: «Πάρε από αυτά, Πέτρο, σφάξε και φάε». Ο Πέτρος όμως απάντησε. «Ποτέ,
Κύριε, δεν θα φάω ακάθαρτο ζώο, καθώς δεν έφαγα μέχρι τώρα». Ξανά όμως επέμεινε
η ίδια φωνή: «Εκείνα που καθάρισε ο Θεός, συ μην τα νομίζεις μολυσμένα». Αυτό
αφού επαναλήφτηκε τρεις φορές, το σεντόνι με τα ζώα εξαφανίστηκε στον ουρανό. Ο
Πέτρος κατάπληκτος σκεφτόταν, τι να σήμαινε άραγε το περίεργο αυτό όραμα; Μήπως
μ' αυτό ο Θεός ήθελε να τον διδάξει κάποια μεγάλη αλήθεια;
Τότε έφτασαν οι άνθρωποι του Κορνήλιου και φανέρωσαν
στον Πέτρο το σκοπό του ταξιδιού τους. Το Άγιο Πνεύμα τον φώτισε να καταλάβει
τι σήμαινε το όραμα και να τους ακολουθήσει. Έτσι την άλλη ήμερα έφυγαν για την
Καισάρεια. Εκεί περίμεναν τον Πέτρο ο ευσεβής Κορνήλιος με τους συγγενείς του
και τους στενότερους φίλους του. Ο Κορνήλιος υποδέχτηκε τον Πέτρο με μεγάλο
σεβασμό και τουφανέρωσε όσα είχε ακούσει από τον Άγγελο. Κατόπιν ο Πέτρος τους
είπε ότι, αν και ήταν Ιουδαίος, ερχόταν σ' αυτούς τους ειδωλολάτρες γιατί ήταν
θέλημα Θεού. Στη συνέχεια με καλοσύνη και αγάπη τους μίλησε για τον Κύριο και
για τον τρόπο της σωτηρίας. Το σπουδαίο αυτό κατηχητικό μάθημα του Πέτρου είχε
εκπληκτικά αποτελέσματα. Ενώ μιλούσε ο Πέτρος το Άγιο Πνεύμα κατέβηκε σε όλους
αυτούς που άκουγαν το λόγο του Θεού. Έκαμε μάλιστα κι αυτούς ικανούς να μιλούν
ξένες γλώσσες και να δοξολογούν το Θεό. Όλοι έμειναν έκπληκτοι. Είδαν καθαρά
πια ότι ο Θεός καλούσε και τους ειδωλολάτρες στη λύτρωση και στη σωτηρία. Στη
συνέχεια ο Πέτρος τους βάπτισε στο όνομα του Κυρίου. Ήταν από τους πρώτους
εθνικούς πού δέχονταν το άγιο Βάπτισμα του
(Πράξ. 10,1-48).
Όλοι τους, και ιδιαίτερα ο Κορνήλιος, με χαρά
παρακάλεσαν τον Πέτρο και έμεινε κοντά τους λίγες ημέρες ακόμη. Ύστερα έφυγε
για τα Ιεροσόλυμα, όπου φανέρωσε στους εκεί «εξ Ιουδαίων Χριστιανούς» ότι ήταν
θέλημα Θεού η νέα πίστη να διαθοθεί και στα έθνη. Όλοι τους χάρηκαν και δόξασαν
το Θεό (Πράξ. 11,1-17).
Βασιλιάς των Ιουδαίων από το 41 ως το 44 μ.Χ. ήταν ο
Ηρώδης ο Αγρίππας, εγγονός του Ηρώδη πού έσφαξε τα νήπια κατά τη Γέννηση του
Κυρίου. Αυτός λοιπόν για να μετριάσει την αντιπάθεια των Ιουδαίων απέναντι του,
επειδή τους κυβερνούσε τυραννικά, έκαμε διωγμό εναντίον των Χριστιανών. Με
διαταγή του μάλιστα το 44 μ.Χ. αποκεφαλίστηκε ο Απόστολος Ιάκωβος, ο αδερφός
του Ιωάννη. Πρώτος αυτός από τους Αποστόλους πρόσφερε τη ζωή του για την πίστη
του Χριστού. Ο Ηρώδης είδε πως η πράξη του αυτή ικανοποίησε αρκετούς Ιουδαίους
και αποφάσισε να συνεχίσει τις θανατικές εκτελέσεις. Έτσι λοιπόν, κατά τις
ημέρες του Πάσχα, συνέλαβε τον απόστολο Πέτρο και τον έκλεισε στη φυλακή με
αυστηρά δεσμά. Ημέρα και νύχτα δεκαέξι στρατιώτες τον φρουρούσαν «ανά
τέσσερις». Ήθελε να τον εκτελέσει ύστερα από το Πάσχα. Ο Πέτρος εμπιστεύτηκε
τον εαυτό του στην προστασία του Θεού. Αλλά και οι Χριστιανοί προσεύχονταν
θερμά στον Κύριο, για να τον σώσει. Ώσπου έφτασε το τελευταίο βράδυ, πριν από
την εκτέλεση του Αποστόλου (Πράξ. 12,1-5).
Πολλοί Χριστιανοί εκείνη την κρίσιμη νύχτα
συγκεντρώθηκαν στο σπίτι της Μαρίας, μητέρας του Ευαγγελιστή Μάρκου. Έκαναν
ολονύχτια προσευχή για τη σωτηρία του Πέτρου. Και να η απάντηση στις θερμές
προσευχές τους. Ένας Άγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε στο δεσμωτήριο, ξύπνησε τον
Πέτρο και του είπε να ετοιμαστεί. Συγχρόνως με θαυματουργικό τρόπο έπεσαν οι
αλυσίδες από τα χέρια του Πέτρου. Άνοιξαν οι πόρτες της φυλακής και πέρασαν, ο
Άγγελος μαζί με τον Πέτρο, μπροστά από τους φρουρούς, χωρίς εκείνοι να πάρουν
είδηση. Αφού απομακρύνθηκαν από τη φυλακή, ο Άγγελος εξαφανίστηκε. Δεν υπήρχε
πια κίνδυνος. Τότε συνήρθε ο Πέτρος από την έκπληξή του και κατάλαβε, πώς είχε
σωθεί (Πράξ. 12,6-11).
Γρήγορα ήρθε στο σπίτι, που προσεύχονταν οι
πιστοί (Πράξ. 12,1-17). Σαν τον είδαν,
όλοι τους χάρηκαν και ευχαρίστησαν το Θεό. Διδάχτηκαν έτσι, για μια φορά ακόμη,
ότι ο Θεός εισακούει τις προσευχές των πιστών και τους χαρίζει την προστασία
του. Ο Πέτρος αμέσως έφυγε για άλλο τόπο, για να αποφύγει τη φονική μανία του
Ηρώδη, αλλά και να κηρύξει κι αλλού το Ευαγγέλιο (Πράξ.
12,17).
Ο Πέτρος ύστερα από το θάνατο του Ηρώδη ξαναγύρισε
στα Ιεροσόλυμα. Το 49 μ.Χ. ο Πέτρος λαμβάνει μέρος στην Αποστολική Σύνοδο, όπου
διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο μαζί με τον Παύλο, τον αδελφόθεο Ιάκωβο και το
Βαρνάβα (Πράξ. 15,14-21. Γαλ. 2,7-8). Τάχτηκε με σθένος υπέρ της ελευθερίας των
εθνικοχριστιανών σε σχέση με την περιτομή και τις διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου,
υποστηρίζοντας ότι δεν ήταν υποχρεωμένοι οι εξ Εθνικών Χριστιανοί να
συμμορφώνονται με αυτές γιατί και οι εθνικοί, όπως και οι Ιουδαίοι, σώζονται
μόνο με την πίστη στο Χριστό (Πράξ. 15,1-29).
Αργότερα συναντήθηκε με τον Παύλο στην Αντιόχεια, ο
οποίος τον παρατήρησε γιατί έκανε παραχωρήσεις στους ιουδαΐζοντες σε βάρος των
εξ εθνών Χριστιανών (Γαλ. 2,11-21).
Ο Απόστολος Πέτρος έγραψε δύο Καθολικές
Επιστολές, οι οποίες δεν είναι μεγάλες σε έκταση, είναι όμως πλούσιες σε
θεολογικές και φιλοσοφικές ιδέες. Ονομάστηκαν
Καθολικές γιατί απευθύνονται σ' όλους τους Χριστιανούς.
Η Α' επιστολή Πέτρου (64 μ.Χ.) αναφέρεται κυρίως
στον εξαγνισμό και την υπακοή. Στην επιστολή τονίζεται πως δεν είναι η αρχή της
πίστεως ή η πίστη γενικά που φέρνει ως αποτέλεσμα τη σωτηρία, αλλά το «τέλος
της πίστεως» που επιτυγχάνει τη σωτηρία. Ακόμη γίνεται λόγος για τον πόλεμο που
διεξάγεται ανάμεσα στον άνθρωπο και στις σαρκικές επιθυμίες του.
H Β' επιστολή Πέτρου (67 μ.Χ.) χαρακτηρίζεται και
ως «αντιαιρετική», γιατί δίνει μία κατοχυρωμένη απάντηση στους αμφισβητίες της
ορθής πίστης. Συνάμα έχει και «απολογητική» διάθεση, αφού αναπτύσσει την πίστη
της χριστιανικής κοινότητας χρησιμοποιώντας επιχειρήματα που απαντούν τόσο στην
ιουδαϊκή και την ευρύτερη χριστιανική παράδοση όσο και στη θύραθεν γραμματεία.
Κεντρικό θέμα της B' επιστολής αποτελεί η
εσχατολογία, η οποία αναπτύσσεται στην επιστολή εξαιτίας της εμφάνισης στην
κοινότητα Χριστιανών που αμφισβητούσαν τον ερχομό του Κυρίου, την πρόνοια του
Θεού για τον κόσμο και την εξάρτηση του κόσμου από τον δημιουργό Θεό.
Ακόμη τονίζεται ότι η διαφθορά μέσα στον κόσμο
υπάρχει λόγω των κακών επιθυμιών. Οι άνθρωποι όμως μπορούν να αποφύγουν τη
διαφθορά αλλά και να γίνουν μέτοχοι ή κοινωνοί της Θείας φύσεως, μια ιδέα που
αναπτύσσεται στην Αρχαία Εκκλησία και στην Ανατολική Ορθόδοξη σκέψη, θέτοντας
έτσι το θεμέλιο για το δόγμα της θεώσεως.
Το κήρυγμα του Πέτρου περιορίστηκε κυρίως στους Ιουδαίους και μάλιστα στην Παλαιστίνη. Κήρυξε στην Αντιόχεια της Συρίας (Γαλ. 2,11-21), και στους
Ιουδαίους της διασποράς (Α' Πέτρου 1,1). Ο Ευσέβιος Καισαρείας (Εκκλ.
Ιστορία, 3,1. 4,2) αναφέρει ότι ο Πέτρος έκανε περιοδείες και κήρυξε το
Ευαγγέλιο στον Πόντο, τη Γαλατία, τη Βιθυνία, την Καππαδοκία και την Ασία.
Αρχαία όμως παράδοση της Εκκλησίας μας λέει ότι η
Ρώμη ήταν ο τελευταίος τόπος της ιεραποστολικής δράσεως του κορυφαίου
Αποστόλου. Εκεί κατά το διωγμό του Νέρωνα συνέλαβαν τον Πέτρο και τον θανάτωσαν
με μαρτυρικό τρόπο στις 13 Οκτωβρίου 64 μ.Χ. στο
Ιπποδρόμιο της Ρώμης. Ο Ωριγένης
λέει ότι ο Πέτρος θεωρώντας ανάξιο τον εαυτό του να σταυρωθεί κατά τον ίδιο
τρόπο που σταυρώθηκε ο Διδάσκαλός του, ζήτησε να σταυρωθεί ανάποδα,
δηλαδή με το κεφάλι προς τα κάτω. Έτσι με σταυρικό θάνατο τέλειωσε
η αποστολική ζωή του Πέτρου, μια ζωή που τη χαρακτήριζε ολόθερμη αγάπη και
αφοσίωση στον Κύριο.
Η Εκκλησία μας τιμάει και τους δυο μαζί κορυφαίους
αποστόλους, Πέτρο και Παύλο, στις 29 Ιουνίου.
Έρευνες που έχουν γίνει στις κατακόμβες της Ρώμης
πιστεύεται ότι έχουν ανακαλύψει τον τάφο του Αποστόλου, ο οποίος βρίσκεται στις
κρύπτες κάτω από τη Βασιλική του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη, αν και υπάρχουν και
αντίθετες απόψεις. Επίσης πιστεύεται ότι έχουν ανακαλυφθεί και οι αλυσίδες με
τις οποίες ήταν δεμένος στη φυλακή του Μαμερτίνου στη βασιλική Σαν
ΠιέτροινΒίνκολι.
Ο Πέτρος συχνά εικονίζεται σε Καθολικές και
Ορθόδοξες εικόνες και έργα τέχνης να κρατάει κλειδιά. Αυτό είναι αναφορά στο
Ευαγγέλιο του Ματθαίου, το περίφημο "Εσύ είσαι Πέτρος και πάνω σ' αυτήν
την Πέτρα θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου...".
Οι Ρωμαιοκαθολικοί πιστεύουν ότι ο Πέτρος υπήρξε
ο πρώτος Πάπας, δηλ. Επίσκοπος Ρώμης, υποστηρίζοντας το
"Πρωτείο του Πάπα" στο υποτιθέμενο πρωτείο του Πέτρου έναντι των
άλλων Αποστόλων. Αυτό το θεμελιώνουν από τα λόγια
του Ιησού στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου, "Εσύ είσαι Πέτρος και
πάνω σ' αυτήν την Πέτρα θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου...".
Η άποψη ότι ο Απόστολος Πέτρος είναι ο ιδρυτής
της Εκκλησίας της Ρώμης στηρίζεται κυρίως στις λεγόμενες Ψευδοϊσιδώρειες
διατάξεις, μια συλλογή κειμένων αγνώστου συγγραφέα, που έγινε στη Γαλλία κατά
τον 9ο αιώνα μ. Χ.. Πρόκειται για νόθα κείμενα που αποβλέπουν στην ενίσχυση της
παπικής εξουσίας. Στην Καινή Διαθήκη δε βρίσκουμε ιστορικές μαρτυρίες για
επίσκεψη του Πέτρου στη Ρώμη. Κάτι τέτοιο είναι πολύ σημαντικό διότι ο Πέτρος
δε φαίνεται να είχε επισκεφτεί τη Ρώμη μέχρι τουλάχιστον το 55, τη στιγμή που
οι ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις τον αναφέρουν ως επίσκοπο για 25 περίπου έτη και μέχρι
το θάνατό του, δηλαδή αρκετά πριν από το 50, ενώ και οι επιστολές του δε
φαίνεται να απευθύνονται προς τους Ρωμαίους.
Η ιστορική
έρευνα σήμερα καταλήγει πως ο Πέτρος δεν είναι ιδρυτής της Εκκλησίας της Ρώμης,
όπου ο Χριστιανισμός δεν κηρύχτηκε από τους Αποστόλους, γιατί κανένας δεν
φαίνεται να πήγε στη Ρώμη για να κηρύξει το Ευαγγέλιο. Στη Ρώμη ο Χριστιανισμός
κηρύχτηκε από άγνωστους Χριστιανούς, οι οποίοι προφανώς άκουσαν τον Πέτρο στα
Ιεροσόλυμα την ημέρα της Πεντηκοστής και κάποιους ακόμα που είχαν διδαχθεί το
Χριστιανισμό από τον Παύλο στις διάφορες πόλεις, όπου κήρυξε. Επίσης, ο
Απόστολος Πέτρος δεν υπήρξε ο πρώτος Πάπας της Ρώμης, αφού σύμφωνα με τους
διασωθέντες επισκοπικούς καταλόγους, αλλά και τις ιστορικές μαρτυρίες
εκκλησιαστικών συγγραφέων, ως πρώτος Επίσκοπος της Ρώμης ουδέποτε αναφέρεται ο
Πέτρος, αλλά ο Λίνος, άλλοτε δε, αν και εσφαλμένως υπό του Τερτυλλιανού,
ο ΚλήμενταςΡώμης.