3/5/18

Οι Άγιοι Τιμόθεος και Μαύρα οι Μάρτυρες


Ο  Άγιος Τιμόθεος  και  η σύζυγός του Αγία Μαύρα ήταν μία αγιασμένη οικογένεια, που ζούσε σε κάποιο μικρό χωριό  της  Θηβαΐδος,  στην  Αίγυπτο, κατά  το  δεύτερο  ήμισυ  του  3ου αιώνος  μ.Χ.
Ο Άγιος Τιμόθεος ξεχώριζε από τους άλλους συμπολίτες του για την μεγάλη  ευσέβειά  του  και  την  επίδοση  που  είχε  στα  ιερά γράμματα.  Τους  τα διάβαζε  στο  σπίτι του  ή  στην  εκκλησία  και  ξεδιψούσε  τις  ψυχές  τους  με  το αθάνατο  νερό  του  λόγου  του  Θεού.
Επιβραβεύοντας αυτό το ζήλο του, ο Επίσκοπος της Θηβαΐδος τον χειροθέτησε αναγνώστη, τοποθετώντας τον έτσι στο προστάδιο των κληρικών.  Όμως,  αντί  εκείνου  του  σταδίου, η  Θεία  Πρόνοια τον εισήγαγε σε ένα άλλο. Στο υψηλότερο  από  όλα,  δηλαδή  στην  κορυφή  του  Γολγοθά, που  είναι  στολισμένη  από  τον  Σταυρό  του  Χριστού.
Εκείνο ακριβώς τον καιρό, δεν είχαν περάσει ούτε είκοσι ημέρες που  ο Τιμόθεος είχε  νυμφευθεί  τη  Μαύρα,  ενώ  όλοι χαίρονταν για τον αρμονικό αυτό γάμο, κάποιοι φθονεροί χωρικοί τους διέβαλαν στον ειδωλολάτρη ηγεμόνα  της  Θηβαΐδος,  Αρριανό.  Ο  Αρριανός  διέταξε  τον  Άγιο  Τιμόθεο  να παρουσιασθεί  ενώπιόν του. Τον ανέκρινε. Και βλέποντας την ακλόνητη πίστη του, πρόσταξε να τον φυλακίσουν και να τον βασανίσουν, με την ελπίδα  πως  θα  του  συνέτριβε  το  φρόνημα.  Μάταιος  κόπος.
Σαν είδε πως δεν μπορούσε με τίποτα πια να αλλάξει την πίστη του Μάρτυρος, ο τύραννος σκέφθηκε να φέρουν τη γυναίκα του, Μαύρα, περιμένοντας  πως  εκείνη  με  τα  καλοπιάσματά της, θα  τον λυγίσει.  Όταν  η Αγία Μαύρα παρουσιάσθηκε μπροστά στον ηγεμόνα, εκείνος της είπε: «Άκουσα, Μαύρα, πως δεν πέρασαν ούτε είκοσι ημέρες που στεφανώθηκες τον άνδρα σου. Τα  λεμονάνθια  είναι  ακόμα  δροσερά  στα  νέα και  όμορφα  κεφάλια  σας  και είναι  κρίμα  να  σταθεί  η πίστη του  εμπόδιο  στο να χαρείτε τη ζωή μαζί. Πήγαινε λοιπόν, όπως είσαι στολισμένη, να τον πείσεις  να  έλθει  στα  λόγια  μου  και  να  θυσιάσει  στα  είδωλα».
Η  Αγία  Μαύρα  υποσχέθηκε  να  επισκεφθεί στη  φυλακή  τον  σύζυγό  της  και να  του  μιλήσει. Πήγε  όμως, όχι να τον  βγάλει  από  την  πίστη, αλλά να τον στηρίξει σε αυτήν και να στηριχθεί  και η ίδια από τα λόγια του, για όσα έμελλε και εκείνη, ύστερα από λίγο, να υποφέρει για την  δόξα  του  Χριστού. Γυρίζει λοιπόν στον ηγεμόνα  και  ομολογεί  πως  και  αυτή  είναι  Χριστιανή, έτοιμη να μαρτυρήσει. Ο Αρριανός έγινε έξαλλος. Δίνει εντολή να βασανίσουν την Αγία με φρικώδη βασανιστήρια. Αλλά η Μάρτυς πέρασε όλες τις φρικτές δοκιμασίες με απτόητο θάρρος.
Στο  τέλος, ο  μιαρός  Αρριανός  προστάζει  να  καρφώσουν  σε  σταυρούς  τον Τιμόθεο  και  την  Μαύρα.  Τους  σταύρωσαν  τον  ένα  δίπλα  στον  άλλο,  για  να είναι ο πόνος τους πιο μεγάλος. Αλλά και εσταυρωμένοι οι δύο νεαροί σύζυγοι, οι Άγιοι Τιμόθεος και Μαύρα, αντικριστά επάνω στα ξύλα, ευχαριστούσαν  τον  Θεό,  που  τους αξίωνε να έχουν τέλος της  επίγειας  ζωής τους όμοιο με εκείνο του Υιού Του. Έτσι, λοιπόν, πάνω στον σταυρό παρέδωσαν  στον  Κύριο  τις  αγνές  τους  ψυχές  και  εισήλθαν  στη  βασιλεία του  Θεού.


Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως  ζεύγος ομόζυγον, και ξυνωρίς θαυμαστή, Τιμόθεε πάνσοφε,  και  Μαύρα νύμφη  Χριστού,  ενθέως  ηθλήσατε·  σύμμορφοι  γαρ  οφθέντες,  των  παθών του Κυρίου, δόξης ακατάλυτου, ηξιώθητε  άμφω,  πρεσβεύοντες  τω  Σωτήρι, υπέρ  των  ψυχών  ημών.


Κοντάκιον. Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.     
Τους πολυτρόπους αικισμούς ενεγκόντες, και τους στεφάνους εκ Θεού ειληφότες, υπέρ ημών πρεσβεύσατε προς Κύριον, μνήμην την πανίερον, την υμών εκτελούντων, μέγιστε Τιμόθεε, και αοίδιμε Μαύρα, του ειρηνεύσαι  πόλιν  και  λαόν·  αυτός  εστι  γαρ,  πιστών  το  κραταίωμα.


Μεγαλυνάριον.
Χαίροις συζυγία ισοκλεής, Τιμόθεε μάκαρ, συν τη Μαύρα τη  φωταυγεί· σύμφρονες γαρ όντες, εν βίω και εν άθλοις, και των βραβείων άμα, κατηξιώθητε.


Δεν υπάρχουν σχόλια: