Η Αγία παρθένος Μαριάμνη καταγόταν από την
Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας, την πατρίδα και
των αποστόλων Ανδρέου και Πέτρου. Από τους ευλαβείς και
ενάρετους γονείς της κληρονόμησε τόσο αυτή, όσο και ο αδελφός της Φίλιππος τον πλούτο της
ευσέβειάς των. Μετά την κλήση μάλιστα
του αδελφού της στο αποστολικό αξίωμα, ολόκληρη η οικογένεια άρχισε να ζει
εντονότερα τον πόθο της σωτηρίας. Η διδασκαλία του
Κυρίου την οποία παρακολουθούσε όσες φορές μπορούσε, βοήθησε την ευλαβή κόρη
από τα πρώτα χρόνια της ζωής της να προσηλωθεί στου Θεού το θέλημα
και αυτό να κάμει βίωμα και ζωή της. Η
ιδιαίτερη προς τον Κύριο αγάπη της, την έσπρωξε με επιμονή να αρνηθεί πολλές
προτάσεις γάμου και να προτιμήσει ελεύθερη από οικογενειακές υποχρεώσεις, να
ακολουθήσει τον αδελφό της στην ιεραποστολική του προσπάθεια
και πορεία.
Μετά
την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος ο αδελφός της Αγίας, Φίλιππος, όπως και
οι άλλοι απόστολοι, ξεκίνησε για
να μεταφέρει και αυτός το μήνυμα της σωτηρίας εκεί όπου
η
αγάπη του Θεού
τον είχε καλέσει. Με πίστη και πυρωμένη καρδιά ο πνευματέμφορος αυτός εργάτης της νέας
πίστεως, συνοδευόμενος πάντα από τον φίλο του Βαρθολομαίο και την
αδελφή του Μαριάμνη προχώρησε για να κηρύξει το Ευαγγέλιο του
Χριστού σε διάφορες πόλεις
και επαρχίες της Μικράς Ασίας. Με
όπλο της τον ένθεο ζήλο και τη φλογερή αγάπη
και αυταπάρνηση ακολουθεί και η
αγνή παρθένος Μαριάμνη τους δύο Αποστόλους στη μακρινή τους πορεία. Μαζί τους μοιράζεται τις χαρές και τις
λύπες της ιεραποστολής, καθώς και τα πολλά βασανιστήρια από τη μανία και την
αγριότητα των ειδωλολατρών.
Παρά
τις δυσκολίες, τις αφάνταστες δυσκολίες
που συναντούσαν όπου πήγαιναν, η ιεραποστολική
ομάδα κήρυξε το Ευαγγέλιο της νέας
ζωής σε πολλές πόλεις της Λυδίας, Φρυγίας και Παμφυλίας που είναι
επαρχίες της Μικράς
Ασίας. Με τα πολλά θαύματα με τα οποία
η αγάπη του Θεού παραχωρούσε να συνοδεύεται το κήρυγμα των Αποστόλων, η
επιτυχία της ομάδος υπήρξε πολύ μεγάλη. Αλλά και τα
μαρτύρια και βασανιστήρια
αφάνταστα. Σ' αυτό φυσικά είχε και η
αγνή κόρη το μερίδιό της. Μερίδιο
ανάλογο της προσφοράς της και του ζήλου
της.
Πολλοί συνηθίζουν να αποκαλούν ασθενές το
γυναικείο φύλο. Κι είναι τούτο μία πραγματικότητα στις
περιπτώσεις που η γυναίκα είναι αποκομμένη από την πηγή της δυνάμεως, τον
Χριστό. Όταν όμως αυτή είναι συνδεδεμένη με τον κραταιά και παντοδύναμο
Δημιουργό, τότε συμβαίνει όλως διόλου
το αντίθετο. Τότε και
η λεπτή και
αδύνατη κόρη γίνεται με τη μυστική δύναμη που της
χαρίζει
Εκείνος, πανίσχυρη. Τότε εξαίσια κατορθώματα βλέπουμε να επιτελούνται και από τους πιο ασθενείς
οργανισμούς. Κάτι τέτοιο βλέπουμε να
γίνεται στη ζωή και
τους αγώνες χιλιάδων νεαρών γυναικών του μαρτυρολογίου της Εκκλησίας μας. Σε όλες αυτές τις γυναίκες ευρίσκει πλήρη την εφαρμογή του ο
λόγος του μεγάλου Πατρός της Εκκλησίας μας του ιερού Χρυσοστόμου, «Ουδέν ισχυρότερον γυναικός ευλαβούς και
συνετής». Κάτι παρόμοιο βλέπουμε να γίνεται και στη
ζωή της παρθένου Μαριάμνης
για την οποίαν ομιλούμε.
Ύστερα
από πολλά χρόνια έντονης εργασίας η
ευλογημένη ομάδα των ιεραποστόλων μας έφθασε και στην
Ιεράπολη της Φρυγίας. Το κήρυγμα των Αποστόλων
συγκέντρωνε κάθε φορά πολλούς ακροατές. Κάθε βράδυ πλήθη από Έλληνες έτρεχαν να ακούσουν το κήρυγμα και να βαπτισθούν. Οι λόγοι του Κυρίου ημών Ιησού
Χριστού που είχε πει στον Φίλιππο και
τον Ανδρέα, όταν αυτοί τον πλησίασαν εκεί που δίδασκε και του ανέφεραν ότι
μερικοί Έλληνες προσήλυτοι στον Ιουδαϊσμό ήθελαν να Τον ιδούν, άρχισαν να
πραγματοποιούνται. «Ελήλυθεν η ώρα, ίνα δοξασθεί
ο Υιός του ανθρώπου» (Ιωάν. ιβ’ 29) είχε πει τότε ο
Κύριος. Έφτασε δηλαδή η ορισμένη από τον
Θεό
ώρα, για να δοξαστεί ο Υιός του
ανθρώπου. Να δοξαστεί με τη σταύρωση και την ανάληψή Του και να
αναγνωριστεί ως Μεσσίας και
Λυτρωτής από τους Έλληνες, που τη στιγμή εκείνη αντιπροσώπευαν όλο τον εθνικό κόσμο. Ευλογημένη και μεγάλη
υπήρξε η ημέρα
εκείνη.
Ευλογημένη
και μεγάλη, γιατί ο ερχομός των Ελλήνων
στην πίστη την χριστιανική, σήμαινε και προανήγγελλε τον θρίαμβο της νέας θρησκείας.
Το φούντωμα του χριστιανισμού στις διάφορες πόλεις της Ελληνικής τότε Μικράς
Ασίας ήταν επόμενο να εξεγείρει ενάντια στους ζηλωτές εργάτες και
διδασκάλους της νέας πίστεως άγριο το
μίσος και τη μανία του
πονηρού. Ένα βράδυ λοιπόν, εκεί
που ο απόστολος Φίλιππος μιλούσε και τα
πλήθη των παρευρισκομένων κρεμόντουσαν λες από τα χείλη του, μερικοί
φανατικοί ειδωλολάτρες άρπαξαν τον Φίλιππο και τους
συνεργάτες του και
αφού τους βασάνισαν σκληρά τους οδήγησαν στους άρχοντες. Μία
ψευτοδίκη που έγινε αμέσως κατέληξε στην απόφαση ο Φίλιππος να θανατωθεί και οι
άλλοι να βασανισθούν. Οι δήμιοι που περίμεναν άρπαξαν τον Απόστολο και αφού τον βασάνισαν,
τον έδεσαν από τους αστραγάλους και τον κρέμασαν σ’ ένα δένδρο με το κεφάλι
προς τα κάτω. Το ίδιο έκαμαν αργότερα και στον
Βαρθολομαίο και τη Μαριάμνη.
Τα
πλήθη των ειδωλολατρών με φωνές και
ύβρεις παρακολουθούν το μαρτύριο των
υπηρετών του Κυρίου ενώ αυτοί και από της θέσεώς των δεν παύουν να προσεύχονται και να
εκζητούν από τον
Πανάγαθο Θεό με
όλη τους την
ψυχή να τους συγχωρήσει.
Οικτίρμων
και
ελεήμων ο Κύριος, αλλά και τιμωρός. Εκεί
που οι εχθροί του
Χριστού διασκεδάζουν και χαίρονται με το μαρτύριο της Μαριάμνης και των
Αποστόλων, έξαφνα ένας σεισμός συντάραξε τη γη και ένας
μεγάλος αριθμός των παρευρισκομένων
καταχώσθηκε στο βάραθρο που άνοιξε
μπροστά τους. Με κλάματα και σπαρακτικές φωνές όσοι είχαν
μείνει έξω από
το χάσμα μετανοιωμένοι παρακαλούν
τους μάρτυρες
να τους συγχωρήσουν και να
ζητήσουν από τον Θεό τους να τους σπλαγχνισθεί. Επειδή η μετάνοια τους ήταν ειλικρινής ο Πανάγαθος τους σπλαγχνίστηκε και σταμάτησε τον σεισμό,
τους δε καταχωσθέντες έβγαλε έξω από το βάραθρο. Σ’ αυτό έμεινε μόνον ο
ανθύπατος και η γυναίκα του Έχιδνα για παραδειγματισμό όλων. Την ίδια ώρα μία θαυμαστή οπτασία έδωκε
ακόμη μία απόδειξη της θείας του δυνάμεως. Μία κλίμακα φάνηκε εκεί να ενώνει τη
γη με τον ουρανό. Αυτή ήταν η
οδός της σωτηρίας γι’ αυτούς. Τα πλήθη τρομαγμένα έτρεξαν και κατέβασαν την Μαριάμνη και τον
Βαρθολομαίο από το μέρος που
ήσαν κρεμασμένοι. Ο Φίλιππος συνέχισε να τους διδάσκει και να τους προτρέπει να μετανοήσουν και να βαπτισθούν. Πριν προλάβουν να τον κατεβάσουν
η αγία ψυχή του πέταξε στον ουρανό, στη χώρα της αιωνιότητας.
Ο απόστολος Βαρθολομαίος και η Μαριάμνη με σεβασμό πήραν το λείψανο και το έθαψαν ραίνοντάς το με τα δάκρυα της στοργής και της ευγνωμοσύνης των βαπτισθέντων και της ιδικής των αγάπης. Ο Βαρθολομαίος, αφού τακτοποίησε τα της Εκκλησίας της Ιεραπόλεως εγκατέστησε εκεί επίσκοπο κάποιο Στάχυ και συνοδευόμενος από τη Μαριάμνη προχώρησε προς τη Λυκαονία κηρύττοντας τον λόγο του Θεού. Αργότερα μετέβη στις Ινδίες όπου συνέχισε το έργο του, και όπου είχε μαρτυρικό τέλος με σταυρικό θάνατο. Η Μαριάμνη μετά τη Λυκαονία επέστρεψε στην Παλαιστίνη στα μέρη του Ιορδάνου όπου και κοιμήθηκε ειρηνικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου