30/9/15

Ο Άγιος Γρηγόριος

Έζησε  και  μαρτύρησε  επί  αυτοκρατορίας  Διοκλητιανού.
Ήταν  γιος  του  Ανάκ,  ο  οποίος  ήταν  συγγενής  του  βασιλιά  της Αρμενίας  Κουσαρώ.  Ο  πατέρας  του  Αγίου  Γρηγορίου  ήταν  ένας  από τους  υπεύθυνους για τη δολοφονία του βασιλιά της Αρμενίας. Οι Αρμένιοι  για να εκδικηθούν  σκότωσαν  τον  Ανάκ  και  την  οικογένειά του,  εκτός από  τον  Γρηγόριο  και  έναν  αδελφό  του. Μετά  από  χρόνια  ο  γιος του Κουσαρώ, ο Τηριδάτης, συνέλαβε τον Γρηγόριο επειδή  ήταν χριστιανός  και  τον  βασάνισε  σκληρά. Όταν  δε  έμαθε  ότι  πρόκειται για το γιο του Ανάκ, ο  οποίος ευθυνόταν για τη  δολοφονία του  πατέρα του, διέταξε να τον ρίξουν σε λάκκο με φίδια και άλλα ερπετά. Ο Γρηγόριος όχι μόνο δεν έπαθε τίποτα αλλά επέζησε για 15 χρόνια τρεφόμενος  με το  ψωμί  που  του  πήγαινε  κρυφά  μια χήρα.
Κάποια  στιγμή  ο Τηριδάτης παραφρόνησε. Η αδελφή του βασιλιά άκουσε μία  μέρα  φωνή,  η  οποία  της  έλεγε  πως άν ήθελε να θεραπευτεί  ο  αδελφός της θα έπρεπε να ελευθερώσουν  τον  Γρηγόριο. Πράγματι  όταν  βγήκε  από  τον  λάκκο  ο  Άγιος  θεράπευσε  τον βασιλιά.
Εξεδήμησε  εις  Κύριον  εν  ειρήνῃ.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.          
Θείας πίστεως, τῇ γεωργίᾳ, ἐνεούργησας, βροτῶν καρδίας, κατασπείρας τὴν τοῦ Λόγου ἐπίγνωσιν, καὶ λαμπρυνθεὶς μαρτυρίου τοῖς στίγμασιν, ἱεραρχίᾳ Γρηγόριε ἔφανας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τὸν εὐκλεῆ καὶ Ἱεράρχην ἅπαντες, ὡς Ἀθλητὴν τῆς ἀληθείας σήμερον, οἱ πιστοὶ θείοις ἐν ᾄσμασι, καὶ ὑμνῳδίαις εὐφημήσωμεν, Γρηγόριον ποιμένα, καὶ διδάσκαλον, τὸν ἔκλαμπρον φωστῆρα καὶ παγκόσμιον· Χριστῷ γὰρ πρεσβεύει, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.


Μεγαλυνάριον.
Γρήγορος τοῖς τρόποις ἀναδειχθείς, πρὸς θεογνωσίας, διεγείρεις τὸν φωτισμόν, τοὺς τῇ δυσσεβείᾳ, ὑπνώττοντας ἀθλίως,  Γρηγόριε τρισμάκαρ, ἀξιοθαύμαστε.


29/9/15

Ο Όσιος Κυριακός ο Αναχωρητής

Ήταν  άνθρωπος  που  καλλιεργούσε  υπομονήν  και  πραότητα. Γι' αυτό και  πέτυχε στην  ασκητική  του  ζωή.
Γεννήθηκε  στην  Κόρινθο  το 5ο αιώνα, από ιερέα  πατέρα, τον  Ιωάννη. Την  μητέρα του  την  έλεγαν  Ευδοξία  και  είχε  αδελφό  τον Αρχιεπίσκοπο  Κορίνθου  Πέτρο.
Από  ιερατικό, λοιπόν, γένος ο Κυριακός, σε νεαρή ηλικία πήγε στα Ιεροσόλυμα και από εκεί στη Λαύρα του Μεγάλου Ευθυμίου. Εκεί, ο Μέγας Ευθύμιος, τον έκανε μοναχό και τον έστειλε στον ασκητή Γεράσιμο. Όταν  πέθανε  ο  Γεράσιμος,  ο Κυριακός  επέστρεψε στην Λαύρα  του  Ευθυμίου, όπου  με  ζήλο  καλλιεργούσε τις αρετές του, ώσπου  κάποια  στάση  που  έγινε  στη  Λαύρα του Ευθυμίου τον ανάγκασε  να  πάει  στη  Λαύρα  του  Σουκά.
Εκεί  40  χρονών  χειροτονήθηκε  πρεσβύτερος  και  ανέλαβε την επιστασία του  Σκευοφυλακίου. Εκείνο  που  τον  διέκρινε  απέναντι  στους συμμοναστές του, ήταν ο γαλήνιος τρόπος με τον οποίο τους αντιμετώπιζε, γι’ αυτό και ήταν παράδειγμα προς μίμηση από  όλους.
Εβδομήντα  χρονών ο Κυριακός, έφυγε και από εκεί και με υπομονή γύρισε πολλά μοναστήρια και σκήτες, όπου έζησε με αυστηρότατη άσκηση. Τελικά, πέθανε 107  χρονών, και  σε  όλους  έμεινε η  ενθύμηση του  ασκητή, που έδειχνε «πραότητα προς πάντας ανθρώπους». Πραότητα, δηλαδή, σ’ όλους  ανεξαίρετα  τους  ανθρώπους.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστῷ ἠκολούθησας, καταλιπῶν τὰ τῆς γῆς, καὶ βίον ἰσάγγελον, ἐπολιτεύσω σαφῶς, ὡς ἄσαρκος Ὅσιε· σὺ γὰρ ἐν ταῖς ἐρήμοις, προσχωρῶν θείῳ πόθῳ, σκίλλῃ πικρᾷ τὴν πάλαι, πικρὰν γεῦσιν ἀπώσω. Διὸ Κυριακὲ θεοφόρε, ἀξίως δεδόξασαι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.      
Ἀπαλῶν ἐξ ὀνύχων τῷ Χριστῷ ἠκολούθησας, τὴν ἀγγελικὴν πολιτείαν ὁλοτρόπως ἑλόμενος· διὸ ἐν ταῖς ἐρήμοις προσχωρῶν, τῶν θείων ἠξιώθης δωρεῶν, θεραπεύων πᾶσαν νόσον Κυριακέ, τῶν πίστει προσιόντων σοι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.


Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς ὑπερμάχῳ κραταιῷ καὶ ἀντιλήπτορι
Ἡ σὲ τιμῶσα ἱερὰ Λαύρα ἑκάστοτε
Ἑορτάζει τὰ μνημόσυνα ἐτησίως.
Ἀλλ’ ὡς ἔχων παρρησίαν πρὸς τὸν Κύριον
Ἐξ ἐχθρῶν ἐπεμβαινόντων ἡμᾶς φρούρησον,           
Ἵνα κράζωμεν, χαίροις Πάτερ τρισόλβιε.



Μεγαλυνάριον.
Ἄστρον ἐκ Κορίνθου ἀναφανείς, ἐν τῇ Παλαιστίνῃ, διαλάμπεις ἀσκητικῶς, καὶ καταπυρσεύεις, Χριστοῦ τὴν Ἐκκλησίαν, Κυριακὲ θεόφρον, τοῖς σοῖς παλαίσμασι.

28/9/15

Ο Όσιος Αυξέντιος ο Μοναχός

Η  εγκράτεια  και  η  ηθική  καθαρότητα, σύμφωνα με την  ομολογία  και της  ίδιας της επιστήμης, είναι δυο  από τους πολύτιμους παράγοντες πάνω  στους οποίους στηρίζεται η  σωματική  υγεία  και  η  μακροβιότητα του  ανθρώπου.
Είναι  πια  διαπιστωμένο  και  αποδεκτό  απ’ όλους, ότι  κανένα  πράγμα δεν  καταστρέφει τόσο την υγεία και  δεν σακατεύει τον άνθρωπο σε τέτοιο  βαθμό,  όσο  οι  καταχρήσεις  και  οι  ηθικές  παρεκτροπές.
Αυτές είναι που κλονίζουν πρόωρα τον άνθρωπο και τον κάνουν να φαίνεται  γερασμένος,  και  απ’ αυτήν  ακόμη  τη  νεανική του  ηλικία.
Αντίθετα εκείνοι που κάνουν βίωμά τους από νωρίς τα λόγια του Πνεύματος  του  Θεού  «υμείς εστε ναός  Θεού  ζώντος»,  και  ζουν  μία ζωή  συγκρατημένη  και  σέβονται  το σώμά τους, γιατί το θεωρούν έμψυχο  ναό  του  Θεού, αυτοί  μπορούν  να χαίρονται την υγεία τους  και να  δουλεύουν  ευτυχισμένοι  σ’ ολόκληρη  την  ζωή τους.
Την αλήθεια αυτή  βεβαιώνουν οι  μυριάδες των  ασκητών αγίων, που έζησαν  με εγκράτεια, αλλά και θολερότητα μέχρι τα βαθιά τους γηρατειά.
Ένας  απ’ αυτούς  τους ξεχωριστούς και γνωστούς στην Κύπρο μας αγίους,  είναι  και  ο  ιερός  Αυξέντιος.
 Είναι  ένας  από τους  τριακόσιους  Αλαμανούς, όπως  λέγονται, αγίους, που ήρθαν στὴ Κύπρο  τον 12ο   αιώνα μ.Χ. και ήταν μάλιστα και ο αρχηγός  τους.  Ο  μακάριος  αυτός  Όσιος  υπήρξε  μία  μορφή  εξαιρετική και  ασκητική. Μια προσωπικότητα ιερή και φωτεινή. Ένα  παράδειγμα φλογερής αγάπης και αφοσίωσης στον Χριστό. Από παιδί γνώρισε τη στρατιωτική τέχνη, μα και την δόξα και τα κέρδη της παλικαριάς. Η καρδιά του όμως  δεν  παρασύρθηκε. Δεν  ξεγελάστηκε  από  τα  εφήμερα αγαθά. Δεν νικήθηκε. Διψούσε  κάτι  ανώτερο, υψηλότερο,  αγιότερο. Και σαν  τέτοιο  δεν  έβρισκε  άλλο  από  την  αφιέρωσή  του  στον  Χριστό.
Εκείνο  τον  καιρό  η Ευρώπη  συγκλονιζόταν  από  ένα  κήρυγμα:  Οι  Άγιοι  Τόποι, οι  τόποι  που  γεννήθηκε, μεγάλωσε, περπάτησε  και  δίδαξε ο  Σωτήρας  των  ανθρώπων,  όπως  και  οι  τόποι  που  θαυματούργησε, αλλά και  συλλήφθηκε κι υβρίστηκε και  σταυρώθηκε και πέθανε και τάφηκε, βρισκόντουσαν κάτω από την μωαμεθανική εξουσία. Και οι κατακτητές,  βάρβαροι  και σκληροί, υπέβαλλαν σε μύριους εξευτελισμούς όλους εκείνους που αποτολμούσαν να πάνε μέχρι την Αγία Γη, για να επισκεφθούν και να προσκυνήσουν τα ιερά προσκυνήματα.  Οι  Άγιοι  Τόποι πρέπει να ελευθερωθούν. Όσοι  νοιώθουν  την  καρδιά  τους  να πυρώνεται  από  την  αγάπη  του  Χριστού, άς  έλθουν  να  ενωθούν  μαζί  μας  για τον ιερό τούτο πόλεμο. Τον πόλεμο  που  αποβλέπει  στην  απελευθέρωση των Αγίων Τόπων. Χιλιάδες πολεμιστές πίστεψαν στο προσκλητήριο σάλπισμα και ενώθηκαν  σε μία μεγάλη στρατιά, τη  Β’ Σταυροφορία. Ανάμεσα σε αυτούς  τους  φλογερούς  οραματιστές που κατατάχτηκαν και σχημάτισαν την ιερή στρατιά ήταν και τριακόσιοι Έλληνες, που εργάζονταν  στην  Γερμανία. Με αρχηγό τον πιστό και θαρραλέο Αυξέντιο  σμίχτηκαν  και  αυτοί  για  την  μεγάλη  προσπάθεια.  Δυστυχώς  η  στρατιά  αυτή,  όπως  ξέρουμε,  απέτυχε  στον  σκοπό  της. Τα διάφορα τάγματα διαλύθηκαν και διασκορπίστηκαν. Ο ιερός Αυξέντιος  στην  περίπτωση  αυτή  κάλεσε  τα  παλικάρια του  κι  αφού τους  μίλησε  με  παλμό  για  την  αγάπη  του  Χριστού  και  τη  θυσία  του για τους ανθρώπους, τους υπέδειξε, άν ήθελαν να μη γυρίσουν πίσω, αλλά  να τραβήξουν προς τα μέρη του Ιορδάνη, για να ζήσουν μία ζωή ασκητική, μια  ζωή  ολοκληρωτικής  αφιέρωσης  στον  Θεό.
Η  πρόταση  έγινε  ενθουσιαστικὰ δεκτή. Και  την  ίδια  στιγμή  όλοι  τους έσπευσαν  να την  κάμουν  έργο.  Αφού πήγαν όλοι μαζί και προσκύνησαν  στην  Ιερουσαλήμ, ύστερα γύρισαν στην έρημο του  Ιορδάνη με σκοπό, να αφιερωθούν στον Θεό και  να ζήσουν εκεί την μοναχική  και  ασκητική ζωή. Η νηστεία, η αγρυπνία, η  προσευχή, η μελέτη  των  Γραφών, η  ευποιΐα κι η  έμπρακτη  αγάπη  προς  εκείνους, που  είχαν  ανάγκη  της  βοήθειάς τους, ήταν η καθημερινή τους φροντίδα. Το περιβάλλον όμως του  Ιορδάνη δεν τους  βοηθούσε  για  την ζωή  που  διάλεξαν να ζήσουν. Γι’ αυτό  μια μέρα κατέβηκαν στην παραλία με τον  σκοπό  να  φύγουν  από  τον  τόπο  εκείνο. Εδώ  βρήκαν ένα καράβι, μπήκαν μέσα, κι ήρθαν στην Κύπρο, που  ήταν  τότε ονομαστή για τη θεοσέβειά της. Το πλοίο σταμάτησε στην Πάφο. Μια παράδοση, λέει, πως τσακίστηκε πάνω στους βράχους εξ αιτίας μιας δυνατής  τρικυμίας. Οι  επιβάτες  όμως  δεν έπαθαν  τίποτε  και  βγήκαν όλοι στην  στεριά. Απ’ εδώ  σκορπίστηκαν  σε  διάφορα  μέρη  κι  έζησαν  ο καθένας  τους  τη  μακάρια  ζωή  με  το  δικό  του  τρόπο.
Ο  Αυξέντιος, αφού περιήλθε το νησί, κατέληξε σε μία σπηλιά στην περιοχή  της Καρπασίας μεταξύ των χωριών Κώμης Κεπήρ και Επτακώμης.
Η ζωή του υπήρξε μία ζωή θερμής αγάπης και στ’ αλήθεια ολοκληρωτικής προσφοράς  στον  Χριστό.  Κάθε  ημέρα  ύστερα από θερμή και  άγρυπνη προσευχή που κρατούσε ώρα πολλή, άρχιζε να διαβάζει ή  και  να  αποστηθίζει  τα  λόγια  του  Θεού.  Για  να  επιτύχει στην  προσπάθειά  του  αυτή  αγωνιζόταν  να  κρατάει  στο  νου  του  την κάθε περικοπή  χωρὶς βία, αλλά με υπομονή και πραότητα και ταπεινοφροσύνη. Τα λόγια του Κυρίου «μάθετε απ’ εμού, ότι  πράος  ειμί και  ταπεινός  τη καρδία» (Ματθ. ια’ 29) αντηχούσαν κάθε στιγμή  στ’ αυτιά του.

Για ν’ αποφεύγει τους πονηρούς και ακάθαρτους λογισμούς, που ο Σατανάς  του  έριχνε  στην  σκέψη, για να του  λερώνει  την  καθαρότητα της  καρδιάς,  ο  ουρανοπολίτης αθλητής με φόβο Θεού στοχαζόταν πάντα την μέλλουσα κρίση. «Πρόσεχε», έλεγε ο ίδιος στον εαυτό του, «έπεχε, σεαυτώ, Αυξέντιε. Ενθυμού το Δικαστήριο. Ενθυμού τις δοκιμασίες της αιώνιας τιμωρίας». Με τα συνθήματα αυτά και με παρόμοιες ευλαβείς σκέψεις κρατούσε την καρδιά του άγρυπνη και προσεχτική από την επίθεση των λῃστών, που λέγονται πονηροί διαλογισμοί. Όταν η αγάπη του θεού τον απάλλασσε από τα «πεπυρωμένα  βέλη του  πονηρού», τότε  η  προσευχή  του  Οσίου  γινόταν και  πιο  θερμή.  «Κύριε», έλεγε  τότε με πόνο ψυχής ο ασκητής, «γενηθήτω η καρδία μου άμωμος εν τοις δικαιώμασί σου, όπως  ἂν  μη αισχυνθώ» (ψαλμ. ριη’ 80). Δηλαδή, Κύριε, είθε η καρδιά μου με τον φωτισμό  και  την  ενίσχυσή  σου  να  γίνει  άμεμπτη  στην  προσπάθειά μου να  κρατήσω τα δικαιώματά σου. Να γίνει άμεμπτη για να μη ντροπιαστώ μπροστά στους ανθρώπους και μπροστά στο  φοβερό  σου κριτήριο  σαν  ένας  ένοχος  άνθρωπος  και  παραβάτης. «Ελθέτω  σαν  μοι οι  οικτιρμοί  σου, και  ζήσομαι,  ότι  ο  νόμος σου μελέτη μου εστίν» (Ψαλμ. ριη’ 77). Άς  έλθουν  σε  μένα  οι  οικτιρμοί  σου, Κύριε, για να μου δώσουν  ζωή,  γιατί  και  μέσα στις θλίψεις μου δεν σε λησμόνησα. Ο νόμος σου αποτελεί για μένα τη  διαρκή  σκέψη και  απασχόληση του μυαλού μου.
Πολλές  φορές  ο  πονηρός  δημιουργούσε  τέτοια  ταραχή  στο  ασκητήριο του  Οσίου  και  τέτοιο θόρυβο που νόμιζε κανείς πως γινόταν σεισμός. Σεισμός που απειλούσε να καταρρίψει και  να ισοπεδώσει τα πάντα. Και τις στιγμές αυτές ο Άγιος ειρηνικός κι ατάραχος έψαλλε δυνατά και μελωδικά  τον  ψαλμό  της  βαθιάς  εμπιστοσύνης  και  πίστεως  στον  Θεό. «Ο Θεός ημών καταφυγή και δύναμις, βοηθός εν θλίψεσι ταις ευρούσαις  ημάς  σφόδρα, δια  τούτο ου φοβηθησόμεθα εν τω ταράσσεσθαι  την γη και μετατίθεσθαι όρη εν καρδίαις θαλασσών» (ψαλμ. με’ 2 – 3). Δηλαδή  ο  Θεός  είναι  η  καταφυγή  και  η  δύναμή  μας είναι  ο  παντοδύναμος βοηθός μας στις θλίψεις που μας βρήκαν. Για τούτο τον λόγο οτιδήποτε και άν συμβεί, και άν ακόμη συμβούν οι ανατροπές  και  οι  καταστροφές που θα γίνουν στη συντέλεια του κόσμου,  εμείς  δεν  θα φοβηθούμε. Δεν θα φοβηθούμε  έστω  και  άν  η  γη θα  σείεται  συθέμελα  κι  άν  τα βουνά  θα  κόβονται  απ’ τη  ρίζα  τους και  θα πέφτουν  μέσα  στην  θάλασσα.
Ο  Όσιος  υπέμεινε  και άλλους  πολλούς  και  σκληρούς  πειρασμούς.  Με την  προσευχή  όμως,  την  αυστηρή  νηστεία  και  την  εγκράτειά  του, τους  αποδίωκε  και  έβγαινε  νικητής και  θριαμβευτής, ζωντανό  δοχείο του  Παναγίου  Πνεύματος.  Τούτο  μαρτυράνε  τα  πάμπολλα  θαύματα, που  έκανε όσο  ζούσε. Τούτο  βεβαιώνουνε  ακόμη  και  τα  θαύματα  που γίνονται  με  την  χάρη  του  ύστερα  από  τον  θάνατό του. Ένα  απ’ αυτά τα  Θαύματα  είναι  και  τούτο:
Εκεί  στη σπηλιά όπου έζησε χρόνια ο Άγιος, αναπαύτηκε κιόλας. Οι χριστιανοί των γύρω χωριών με σεβασμό  και  ευλάβεια  μαζεύτηκαν  τότε για να κηδέψουν το άγιο  σκήνωμά του και  να πάρουν  με τον  τελευταίο ασπασμό την ευλογία του. Με συντριβή καρδιάς ενταφίασαν το σώμα στην  γη, ενώ η ηρωική ψυχή του πέταξε ολόλευκη στον ουρανό, για να χαρεί και  να ζήσει εκεί  την  ασφαλή  κι άμεμπτη ζωή  των νικητών της πίστεώς  μας.
Ύστερα  από καιρό  οι  κάτοικοι  των δυο χωρίων βρήκαν στη  σπηλιά  το άγιο  λείψανό του. Δεν  δυσκολεύτηκαν να το  αναγνωρίσουν. Η ευωδία και  το  μύρο που ξέχυνε ήταν χαρακτηριστική. Ο πόθος των κατοίκων των δυο χωριών να μεταφέρουν τον θησαυρό  που  βρήκαν  στο χωριό τους για να τον έχουν πάντα κοντά τους, σκόνταψε στο που να τον μεταφέρουν.  Και τα δυο χωριά τον απαιτούσαν. Κανένας δεν υποχωρούσε για το άλλο. Η χαρά που γέμισε τις καρδιές με την εύρεση του  λειψάνου, χάθηκε για μία στιγμὴ  και  τη  θέση  της  πήρε  μία  ζωηρή συζήτηση, που απειλούσε να εξελιχθεί σε επικίνδυνη φιλονικία. Την στιγμή εκείνη μια πρόταση που  ρίχτηκε  από  κάποιο  έδωκε τη  διέξοδο και  τη  λύση  στο  πρόβλημα  που  δημιουργήθηκε:
 - Να δώσουμε ένα βόδι το ένα χωριό και ένα βόδι το άλλο.  Να  τα  ζέψουμε σ’ ένα αμάξι, στο οποίο να βάλουμε το άγιο λείψανο κι όπου  σταματήσουν τα βόδια, εκεί να κτίσουμε ένα ναό  και  να  το  αποθέσουμε,  είπε  η  φωνή.
 Αυτό και  έγινε. Τα βόδια έσυραν το αμάξι και σταμάτησαν στην  Κώμη Κεπήρ. Εκεί  εναποτέθηκε το άγιο λείψανο και βρίσκεται μέχρι σήμερα, για να θυμίζει σ' όλους τη δύναμη της εγκράτειας και της ηθικής καθαρότητας,  την  ανυπέρβλητη  δύναμη  της  αρετής.
Την εγκράτεια και την ηθική καθαρότητα, την αρετή με μία λέξη  καλείται να κάμει  βίωμα  και  σκοπό  της  ζωής  του  και  ο  σύγχρονος  άνθρωπος. Το απαιτεί  η  έξοδός  μας  από  τη  συμφορά  και τον  όλεθρο στον  οποίο  μας έχουν  ρίξει  οι  καταχρήσεις  και  ο  ηθικές  παρεκτροπές  του  καιρού μας. Το ζητά  η ειρηνική  ζωή  που  νοσταλγούμε  όλοι μας. Το  θέλει  αυτό τούτο  το συμφέρον μας. Γιατί όπως πολύ σοφά τονίζει ο μεγάλος της ερήμου ασκητής, ο Άγιος Αντώνιος και το μαρτυρεί και ο  Άγιός μας με το παράδειγμά του, «ο μεν πλούτος και  συλάται  και  υπό  των  δυνατωτέρων αρπάζεται, η δε αρετή της ψυχής, μόνη εστι κτήσις ασφαλής και  ασύλητος και  μετά  θάνατον  σώζουσα  τους  κεκτημένους  αυτήν».
 Αλήθεια! Μόνη  αυτή  και  υψώνει  και   σώζει.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’.   
Χαίρει ἔχουσα ἡ Καρπασέων Κώμη λάρνακα τῶν σῶν λειψάνων, παναοίδιμε πάτερ Αὐξέντιε. Ὡς γὰρ ποτὲ πολεμίους κατήσχυνας, καὶ τῶν δαιμόνων τὸ θράσος ἐνίκησας καὶ κατηύφρανας ἡμᾶς τοὺς πιστῶς σοι κράζοντας, ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


27/9/15

ομιλία στην Κυριακή Α΄Λουκά, που έγινε στο Αμμοχώρι στις 27-9-2015

Ο Άγιος Καλλίστρατος ο Μάρτυρας και οι συν αυτώ 49 Μαρτυρήσαντες

Καταγόταν  από  την  Καρχηδόνα. Οι  γονείς του, καθώς  και  οι  πρόγονοί του,  ήταν  ευσεβέστατοι  χριστιανοί.
Όταν μεγάλωσε ο Καλλίστρατος, κατατάχθηκε στο στρατό σαν νεοσύλλεκτος. Η «ομίχλη» της σαρκολατρείας που επικρατούσε στο στράτευμα  δεν  επηρέασε  καθόλου  τον  Καλλίστρατο. Αντίθετα μάλιστα, καλλιέργησε  ακόμα  περισσότερο  τις  ευσεβείς  συνήθειές  του. Μια  απ’ αυτές  ήταν  να  προσεύχεται  κατά  τη  νύκτα.
Αυτό  όταν το είδαν οι  συνάδελφοί  του, τον  κατήγγειλαν  στο  στρατηγό Περσεντίνο  (287 μ.Χ.). Αυτός αμέσως τον κάλεσε, και όταν  άκουσε  και από τον ίδιο ότι είναι χριστιανός, διέταξε και  τον βασάνισαν, σκληρά. Κατόπιν, αφού  τον  έδεσαν  μέσα  σ’ έναν  σάκο,  τον έριξαν στη θάλασσα. Αλλά  με θαύμα ο σάκος σχίστηκε, και  δυο  δελφίνια  έφεραν σώο  και  αβλαβή  τον  Καλλίστρατο   στην  στεριά. Τότε, 49  στρατιώτες που είδαν το γεγονός πίστεψαν στο Χριστό, και αφού έτρεξαν στον Καλλίστρατο, του είπαν: «Πράγματι, είδαμε ότι  υπάρχει  στ’ αλήθεια  και είναι μεγάλος ο  Θεός σου, ο οποίος  και  από  τον  βυθό  της  θάλασσας υπερφυσικά σε έβγαλε. Θα μπορούσε, άραγε, να δεχθεί  και  εμάς  τους ειδωλολάτρες;».
Ο  Καλλίστρατος τους  απάντησε: «Ο  δικός  μου  Κύριος  Ιησούς  Χριστός, εκείνους  που  έρχονται  κοντά  του δεν τους διώχνει. Διότι Εκείνου ο λόγος είναι: «Δεύτε προς εμέ πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ  αναπαύσω  υμάς».      
Τότε  ο  Καλλίστρατος  κατήχησε όλους  αυτούς  τους  στρατιώτες  μέσα στην  φυλακή. Ο  δε  Περσεντίνος, ερχόμενος σε αδιέξοδο  από  την  πίστη τους,  όλους  τους  αποκεφάλισε.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.       
Τῷ θείῳ Πνεύματι, περιφραξάμενος, Μάρτυς Καλλίστρατε, λαμπρῶς ἠρίστευσας, καταβολὼν τὸν δυσμενῆ, σοφίᾳ τῶν σῶν ἀγώνων· ὅθεν καὶ προσήγαγες, τῷ Χριστῷ ὡς θυμίαμα, δῆμον παναοίδιμον, Ἀθλητῶν πιστευσάντων σοι, μεθ’ ὧν ὑπὲρ ἡμῶν ἐκδυσώπει, τῶν εὐφημούντων σε ἐν ὕμνοις.


Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.   
Πάντας ὑμᾶς σήμερον ἡ Ἐκκλησία, συντιμῶσα Ἅγιοι, ἀνευφημεῖ πνευματικῶς, ὡς ὑπὲρ ταύτης ἀθλήσαντας, Μάρτυρες θεῖοι, καλλίνικοι πάνσοφοι.


Μεγαλυνάριον.
Κάλλος εὐσεβείας ὑπερφερές, Καλλίστρατε Μάρτυς, ἐν ἀγῶσι καρποφόρων, πρὸς θεογνωσίας, τὴν καλλονὴν ἰθύνεις, ἀθλητικὴν χορείαν, μεθ’ ἧς τιμῶμέν σε.


Οι Άγιοι Μάρκος, Αρίσταρχος και Ζήνων οι Απόστολοι

Ο  Αρίσταρχος, είχε τη μεγάλη τιμή  να χρηματίσει συνεργάτης του  Απ. Παύλου, (προς Φιλήμ. α’ 23) και συναιχμάλωτός του (Κολοσ. δ’ 10). Κατόπιν  διέπρεψε  και  σαν  επίσκοπος  Απαμείας  στη  Συρία.

Ο Μάρκος, που δεν είναι βέβαια ο Ευαγγελιστής, χειροτονήθηκε επίσκοπος  Βύβλου  και  έδρασε  αποστολικά.  Όπως  μάλιστα  του  Πέτρου (Πράξ. ε’ 15), έτσι και  αυτού  η  σκιά  μόνη  όταν  έπεφτε  στους ασθενείς τους θεράπευε.
Ο  Ζήνων, είναι ο ίδιος με τον νομικό Ζηνά, πού σαν γνήσιος και ευδόκιμος  εργάτης του Ευαγγελίου, βοήθησε γι’ αυτό και  στην  Κρήτη μαζί  με  τον  Απολλώ. Γι’ αυτό και ο Απόστολος Παύλος τόσο συγκινητικά  και  φιλόστοργα  συνιστά  στον  Τίτο,  να τους  φροντίσει τόσο  πολύ,  ώστε  να  μη τους λείψει τίποτα (Τίτ. γ’ 13). Ο Ζήνων, διέπρεψε  και  σαν  επίσκοπος  Διοσπόλεως.

26/9/15

Μετάστασις Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου

Αρκετοί είχαν την άποψη ότι ο Ιωάννης δεν πέθανε, αλλά μετατέθηκε στην άλλη ζωή, όπως ο Ενώχ και ο Ηλίας. Αφορμή  γι' αυτή την άποψη έδωσε το γνωστό ευαγγελικό χωρίο, Ιωάννου κα’ 22. Όμως, ο αμέσως επόμενος   στίχος  κα’  23  διευκρινίζει  τα  πράγματα.
Η  παράδοση  που  ασπάσθηκε  η  Εκκλησία  μας  είναι  η  εξής: Ο  Ιωάννης σε  βαθειά  γεράματα  πέθανε  στην  Έφεσο  και  τάφηκε  έξω  απ’ αυτήν. Αλλά μετά από μερικές ημέρες, όταν οι μαθητές του επισκέφθηκαν  τον  τάφο,  βρήκαν  αυτόν  κενό.
Η  Εκκλησία  μας,  λοιπόν, δέχεται ότι  στον  αγαπημένο  μαθητή  του Κυρίου  συνέβη  ότι  και  με  την  Παναγία  μητέρα Του. Δηλαδή, ο Ιωάννης  ναι  μεν  πέθανε  και ετάφη, αλλά μετά τρεις ημέρες αναστήθηκε  και  μετέστη  στην  αιώνια  ζωή,  για   την  οποία  ο  ίδιος,  να τι λέει σχετικά:
«Ο  έχων  τον  υιόν  έχει  την  ζωήν, ο μη  έχων  τον  υιόν  του  Θεού  την ζωήν  ουκ  έχει». Εκείνος,  δηλαδή,  που  είναι  ενωμένος  μέσω  της  πίστης με  τον  Χριστό  και  τον  έχει  δικό  του,  έχει  την  αληθινή  και  αιώνια ζωή. Εκείνος,  όμως, που  δεν  έχει  τον  Υιό  του  Θεού, να  έχει  υπ’  όψιν του  πως  δεν  έχει  και  την  αληθινή  και  αιώνια  ζωή.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος β’.
Ἀπόστολε Χριστῷ τῷ Θεῷ ἠγαπημένε, ἐπιτάχυνον ῥῦσαι λαὸν ἀναπολόγητον· δέχεταί σε προσπίπτοντα, ὁ ἐπιπεσόντα τῷ στήθει καταδεξάμενος· ὃν ἱκέτευε Θεολόγε, καὶ ἐπίμονον νέφος ἐθνῶν διασκεδάσαι, αἰτούμενος ἡμῖν εἰρήνην καὶ τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.        
Ἀγάπης ὡς ἔμπλεως, τοῦ διδασκάλου Χριστοῦ, τῷ στήθει ἀνέπεσας, καὶ ἐμυήθης σαφῶς, τὴν γνῶσιν τὴν ἄρρητον. Ὅθεν θεολογίας, θεῖον ὄργανον ὤφθης, Ἀπόστολε Ἰωάννη, καὶ φωστὴρ εὐσεβείας· διὸ Εὐαγγελιστά σε, πόθῳ γεραίρομεν.


Κοντάκιον. Ἦχος β’.
Τὰ μεγαλεῖά σου Παρθένε τὶς διηγήσεται; βρύεις γὰρ θαύματα, καὶ πηγάζεις ἰάματα, καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν, ὡς Θεολόγος καὶ φίλος Χριστοῦ.

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.       
Προσελθὼν Ἀπόστολε, τοῦ Διδασκάλου τῷ στήθει, ἐξ αὐτοῦ ἀντλήσας δέ, θεολογίας τὰ ῥεῖθρα, ἅπασαν, τὴν οἰκουμένην τερπνῶς ἀρδεύεις, νάμασι, τοῖς ζωηφόροις καὶ ἀθανάτοις· διὸ χαῖρέ σοι βοῶμεν, ὦ Ἰωάννη, θεολογίας πηγή.



Μεγαλυνάριον.
Ὡς ἠγαπημένος τῷ Ἰησοῦ, τῆς θεολογίας, ἐμυήθης τὸν θησαυρόν· ὅθεν Ἰωάννη, Ἀπόστολον θεόπτην, καὶ μύστην τῶν ἀρρήτων, σὲ μεγαλύνομεν.

Ἀνακομιδὴ Τιμίας Κάρας τοῦ Πρωτοκλήτου Ἀποστόλου Ἀνδρέου

Η   Ανακομιδή  των  λειψάνων  του  Πρωτοκλήτου  Αποστόλου   Ανδρέα, έγινε στις  26  Σεπτεμβρίου  1964, και  ματακομίσθησαν  από  την  πόλη  της  Ρώμης στην  πόλη  του  μαρτυρίου  του, την  Πάτρα.
Τον  βίο  του  Αποστόλου  Ανδρέου, μπορείτε  να  διαβάσετε  την  30η   Νοεμβρίου, όπου  τιμάται  η   μνήμη του.

25/9/15

Η Οσία Ευφροσύνη

Ήταν  μοναχοκόρη  και  πολύ  πλούσια. Ο  πατέρας  της  Παφνούτιος ήταν ο πλουσιότερος της Αλεξάνδρειας και μαζί με την σύζυγό του διακρίνονταν  για  την  θερμή  πίστη  τους  στον  Θεό.
Δώδεκα  χρονών  η  Ευφροσύνη  έμεινε ορφανή από μητέρα, και ο πατέρας της αφοσιώθηκε ακόμα πιο φιλόστοργα στην επιμέλεια της κόρης του. Όταν η  Ευφροσύνη  έφθασε  στο  18ο  έτος  της  ηλικίας  της,  ο πατέρας  της  θέλησε  να  την  παντρέψει  με  έναν  νέο υψηλής κοινωνικής τάξης. Όμως  την ψυχή της Ευφροσύνης  είχε καταλάβει ο θείος έρωτας. Ο γάμος και  οι κοσμικότητες θα της ήταν εμπόδιο να αφιερωθεί συστηματικά στην ελεημοσύνη και στην υπηρεσία του πλησίον.
Γι’ αυτό  κάποια μέρα, αφού διαμοίρασε τα υπάρχοντά της στους φτωχούς, έφυγε  κρυφά  από  το  σπίτι, και  μετά  από  πολλές περιπέτειες, κατέληξε μεταμφιεσμένη ανδρικά σε κοινόβιο ανδρικό μοναστήρι.  Εκεί  πήρε το όνομα Σμάραγδος και όλοι οι μοναχοί θαύμαζαν τον πνευματικό της αγώνα και  τη  διακονία που πρόθυμα πρόσφερε σε  όλους. Έζησε  στο  μοναστήρι  38  χρόνια. Στο  τέλος  της ζωής της συναντήθηκε και  με τον πατέρα της, όταν  και  αυτός  έγινε μοναχός στο ίδιο μοναστήρι.  
Έτσι,  με  την  ζωή  της  η  Ευφροσύνη  μας  υπενθυμίζει  τα  λόγια  της Αγίας  Γραφής,  που λένε: «αρνησάμενοι τας κοσμικάς επιθυμίας σωφρόνως και  δικαίως και ευσεβώς ζήσωμεν εν τω νυν αιώνι». Δηλαδή, αφού  αρνηθούμε τις επιθυμίες του ματαίου και αμαρτωλού αυτού κόσμου, να  ζήσουμε  στον  παρόντα  αιώνα  με  εγκράτεια  στην  ζωή  μας, με  δικαιοσύνη  προς  τους  συνανθρώπους  μας  και  με ευσέβεια προς  τον  Θεό.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.       
Ὡς παρθένος φρονίμη καὶ ἀδιάφθορος, κατηγγυήθης ὁσίως τῷ Ζωοδότῃ Χριστῷ, καὶ προσκαίρων τὴν χλιδὴν ἐμφρόνως ἔλιπες· ὅθεν ἐν μέσῳ τῶν ἀνδρῶν, ὡς ἀμόλυντος ἀμνάς, ἐξέλαμψας Εὐφροσύνη, καὶ τοῦ Βελίαρ τὰ κέντρα, τῇ πολιτείᾳ σου ἀπήμβλυνας.


Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τῆς ἄνω ζωῆς, ποθοῦσα, τὴν κάτω τρυφήν, σπουδαίως καταλέλοιπας, καὶ σαυτὴν κατέμιξας, ἀναμέσον ἀνδρῶν παναοίδιμε· διὰ Χριστὸν γὰρ τὸν νυμφίον σου, μνηστῆρος προσκαίρου κατεφρόνησας.

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.           
Εὐφροσύνης πρόξενος ἡ βιοτή σου, τοῖς ἐν κόσμῳ γέγονε, προτυπωθείσης ἐναργῶς, τῇ φερωνύμῳ σου πένσεμνε, προσηγορίᾳ Εὐφροσύνη ἔνδοξε.


Μεγαλυνάριον.
Μνήστορα λιποῦσα τὸν γεηρόν, φαιδρῶς ἐνυμφεύθης, τῷ ὡραίῳ κάλλει Χριστῷ, δι’ ἀμέμπτου βίου, Ὁσία Εὐφροσύνη, δι’ οὗ ἀεὶ εὐφραίνεις, τοὺς σὲ γεραίροντας.


24/9/15

Η Αγία Θέκλα η Ισαπόστολος

Γεννήθηκε  από  ειδωλολατρική  οικογένεια  στο  Ικόνιο.  Μνηστεύθηκε  με  κάποιο  νέο, το  Θάμυρη, με  τον  οποίο  έμελλε  να  συζευχθεί.
Εν  τω  μεταξύ  ήλθε στο  Ικόνιο  ο  Απόστολος  Παύλος  και  κήρυττε  τον λόγο  του  Θεού  στο  σπίτι ενός ευσεβή  άνδρα, του Ονησιφόρου, μετέπειτα  αποστόλου  ( 7 Σεπτεμβρίου). Η  συνεχής  προσέλευση  στο θείο  κήρυγμα  προσείλκυσε  την  προσοχή  της  Θέκλας. Και  κάποια νύκτα, μέσα στο ακροαζόμενο πλήθος ήταν και αυτή. Τα λόγια που άκουσε  την  τράβηξαν  τόσο  πολύ, ώστε την έκαναν  να επανέλθει πολλές  φορές  να  ακούσει  τον  Απ. Παύλο.
Αυτό, όμως, όταν το έμαθαν η μητέρα της και ο μνηστήρας της, προκειμένου  να  την επαναφέρουν  στην  ειδωλολατρία  συκοφάντησαν τον  Απ.  Παύλο, με αποτέλεσμα ο ηγεμώνας Καστίλλιος να τον φυλακίσει  και  στην  συνέχεια  να τον  διώξει από  την  πόλη. Αλλά  η Θέκλα  είχε  πάρει  την  απόφαση  να  δοθεί  ολοκληρωτικά  στη  διακονία του  Ευαγγελίου.
Συγγενείς  και  πρώην  φίλοι  της  την  πολέμησαν  ανελέητα. Αυτή  όμως, είχε  στη  θύμησή  της  τα  λόγια  του  διδασκάλου  της Απ. Παύλου: «Θύρα μοι  ανέωγε μεγάλη  και  ενεργής, και  αντικείμενοι  πολλοί». Μου ανοίχτηκε,  δηλαδή,  πόρτα μεγάλη, για καρποφόρα Ιεραποστολική δράση. Και  γι’ αυτό, λόγω  του  φθόνου που  έχει  ο  σατανάς  για  κάθε καλό, πολλοί  και  τώρα  παρουσιάζονται  ενάντιοι  και  πολέμιοι.
Τελικά  η Θέκλα στην  πορεία της  Ιεραποστολικής της δράσης πέρασε πολλά  μαρτύρια, από τα οποία, όμως, με θαυματουργικό  τρόπο  βγήκε άθικτη.
Πέθανε  90  χρονών  σε  κάποιο  όρος  της  Σελεύκειας.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.           
Τοῦ Παύλου συνέκδημος, ὡς καθαρὰ τὴν ψυχήν, καὶ πρώταθλος πέφηνας, ἐν γυναιξὶν εὐκλεῶς, Χριστὸν ἀγαπήσασα· σὺ γὰρ τῆς εὐσεβείας, πτερωθεῖσα τῷ πόθῳ, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, Ἰσαπόστελε Θέκλα· διὸ σὲ ὁ Πανοικτίρμων νύμφην ἠγάγετο.


Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.       
Τῆς παρθενίας τῷ κάλλει ἐξέλαμψας, μαρτυρίου στεφάνῳ κεκόσμησαι, ἀποστολὴν πιστεύῃ Παρθένε ὡς ἔνδοξος· καὶ τοῦ πυρὸς μὲν τὴν φλόγα, εἰς δρόσον μετέβαλες, τοῦ ταύρου δὲ τὸν θυμόν, προσευχῇ σου ἡμέρωσας, ὦ Πρωτόαθλε.



Μεγαλυνάριον.
Παύλου λαμπρυνθεῖσα ταῖς
ἀστραπαῖς, ὅλη καλὴ ὤφθης, ὅλη ἄμωμος τῷ Χριστῷ, Θέκλα Πρωτομάρτυς, ὑπερφυέσιν ἄθλοις, ὧν φαίδρυνον τῇ δόξῃ τοὺς σὲ γεραίροντας.

Μνήμη Θαύματος της Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας της Μυρτιδιωτίσσης

Το  γεγονός  έλαβε  χώρα  στον Ιερό  Ναό  των Μυρτιδίων στο νησί  Κύθηρα, όταν θεράπευσε παράλυτο.   
Λεπτομέρειες  για το  γεγονός  αυτό, καθώς  και  για τις  παραδόσεις  της ευρέσεως της Αγίας  εικόνας της Παναγίας της  Μυρτιδιωτίσσης, βλέπε στον Συναξαριστή του Ματθαίου Λαγγή, αυτή την ημέρα, τόμος 9ος  σελίδα  514, έκδοση  5η, 1992.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.           
Ὡς κρήνη ἀκένωτος, τῶν παρὰ σοὶ ἀγαθῶν, Εἰκών σου ἡ πάνσεπτος, τοῖς Κυθηρίοις ἁγνή, ἐδόθη κραυγάζουσι· χαῖρε ἡ προστασία, πάντων τῶν δεομένων· χαῖρε ἡ σωτηρία, τῶν τιμώντων σε πόθῳ· χαῖρε ἡ τῷ παραλύτῳ, τὴν ἴασιν βραβεύσασα.


Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῇ Θεοτόκῳ οἱ πιστοὶ νῦν προσπελάσωμεν
Ὡς χορηγούσῃ δαψιλῶς πᾶσιν ἰάματα,
Ἀναμέλποντες ἐφύμνια μετὰ πόθου.
Ἀλλ’ ὡς ἤγειρας παράλυτον, Θεόνυμφε,
Ἀπὸ πάσης ἡμᾶς ῥῦσαι περιστάσεως  
Τοὺς σοὶ κράζοντας· χαῖρε δόξα παγκόσμιος.



Μεγαλυνάριον.
Ὤφθης τῶν Κυθήρων καταφυγή, ἐξαιρέτῳ τρόπῳ, ἀναβλύζουσα ἐν αὐτοῖς, ἐκ τῆς σῆς Εἰκόνος, προνοίας σου τὰ ῥεῖθρα, ὦ Κεχαριτωμένη· διὸ ὑμνοῦμέν σε.

Ο Άγιος Σιλουανός ο Αγιορείτης

Έγινε  γνωστός  πριν  ακόμα  αγιοποιηθεί  από  την  Ορθόδοξη  Εκκλησία με το  βιογραφικό έργο «Ο γέροντας Σιλουανός του Άθω», που το συνέγραψε με ωραίο τρόπο ο  Ηγούμενος της  Μονής  Τιμίου  Προδρόμου στο  Έσσεξ της  Αγγλίας, Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος, που  έζησε  κοντά στον  Άγιο  για  πολύ  καιρό  στον  Άθω.
Σύμφωνα λοιπόν με τον Σωφρόνιο, ο Άγιος Σιλουανός ασκήθηκε στο Άγιον Όρος για 46 ολόκληρα χρόνια και συγκεκριμένα στη Μονή του Αγίου  Παντελεήμονα.
Γεννήθηκε το 1866 στο χωριό Σόβοκ της επαρχίας Λεμπεντιάσκ της Ρωσίας  και  το  κοσμικό  του όνομα ήταν  Συμεών  Ιβάνοβιτς  Αντόνωφ. Στη  Ρωσία  έκανε  το  επάγγελμα  του  ξυλουργού.
Στο  Άγιο  Ὅρος  ήλθε το 1892 και αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στην άσκηση  και  την  προσευχή. Το  1911  έγινε  μεγαλόσχημος και στολίστηκε  με πολλές  άγιες αρετές  και  γέμισε  όλος  από  Θείο  φως. Το 1905  βγήκε  για  λίγο  από το Άγιον  Όρος και  επισκέφθηκε τα μοναστήρια της πατρίδας του.    
Απεβίωσε στις 24 Σεπτεμβρίου του 1938 και η Ορθόδοξη Εκκλησία πρόσφατα  τον  αγιοποίησε.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.           
Ὁσίων ἐφάμιλλος, καὶ κοινωνὸς ἀληθῶς, ἐσχάτοις ἐν ἔτεσι, δι’ ἐναρέτου ζωῆς, ἐδείχθης μακάριε. Ὅθεν Σιλουανέ σε, ἡ οὐράνιος δόξα, δέδεκται μετὰ τέλος, σὺν Ὁσίοις Πατράσι· μεθ’ ὧν καὶ καθικέτευε, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.


Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.   
Τῶν Ὁσίων σύσκηνος τῶν πάλαι ὤφθης, ἐναρέτοις πράξεσι, Χριστὸν δοξάσας ἐπὶ γῆς, Σιλουανὲ παναοίδιμε, καὶ ἐκομίσω τὸν ἄφθαρτον στέφανον.



Μεγαλυνάριον.
Χαίροις θεοφόρε Σιλουανέ, ὁ ἐσχάτοις χρόνοις, διαλάμψας ἀσκητικῶς· χαίροις τῶν ἐν Ἄθῳ, ὑπόδειγμα Πατέρων, καὶ πρὸς Χριστὸν μεσίτης, ἡμῶν θερμότατος.

23/9/15

Σύλληψις του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννη

Έτσι  προφήτευσε ο  προφήτης Ησαΐας για τον Πρόδρομο του Κυρίου, Ιωάννη: «Φωνή  βοώντος εν τη ερήμω, ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου, ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού». Δηλαδή, φωνή ανθρώπου, που φωνάζει  στην  έρημο  και   λέει:  «Ετοιμάστε  τον δρόμο, απ’ όπου θα έλθει  ο  Κύριος  σε σας. Κάνετε ίσιους και  ομαλούς  τους  δρόμους, από τους οποίους θα περάσει». Ξεριζώστε, δηλαδή, από τις ψυχές σας τα αγκάθια των αμαρτωλών παθών και ρίξτε μακριά τα λιθάρια του εγωισμού  και  της  πώρωσης  και  καθαρίστε  με  μετάνοια  το  εσωτερικό σας, για να δεχθεί  τον Κύριο.  
Η  φωνή  αυτή, που  ήταν  ο  Ιωάννης, γεννήθηκε με θαυμαστό  τρόπο. Ο Πατέρας του  Ζαχαρίας  ήταν  ιερέας. Την  ώρα  του  θυμιάματος  μέσα στο  θυσιαστήριο, είδε άγγελο Κυρίου, που του ανήγγειλε, ότι θα αποκτούσε γιο και θα ονομαζόταν Ιωάννης. Ο Ζαχαρίας σκίρτησε από χαρά, αλλά  δυσπίστησε. Η γυναίκα  του ήταν  στείρα και  γριά, πως  θα γινόταν  αυτό  που   άκουγε;  Τότε  ο  άγγελος του  είπε ότι για να τιμωρηθεί  η  δυσπιστία  του, μέχρι να πραγματοποιηθεί  η  βουλή του Θεού, αυτός θα έμενε κωφάλαλος. Πράγματι, η Ελισάβετ  συνέλαβε, και μετά εννιά μήνες έκανε γιο. Μετά οκτώ ημέρες, στην περιτομή του παιδιού, οι συγγενείς  θέλησαν  να  του  δώσουν  το  όνομα του πατέρα του, Ζαχαρία. Όμως, ο  Ζαχαρίας, έγραψε επάνω σε πινακίδιο το  όνομα Ιωάννης. Αμέσως  δε, λύθηκε η γλώσσα του, και  η  χαρά  για  όλους  ήταν μεγάλη.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.           
Ἡ πρῴην οὐ τίκτουσα, στεῖρα εὐφράνθητι. Ἰδοὺ γὰρ συνέλαβες, Ἡλίου λύχνον σαφῶς, φωτίζειν τὸν μέλλοντα, πᾶσαν τὴν οἰκουμένην, ἀβλεψίᾳ νοσοῦσαν. Χόρευε Ζαχαρία, ἐκβοῶν παρρησίᾳ· Προφήτης τοῦ Ὑψίστου, ἐστὶν ὁ μέλλων τίκτεσθαι.


Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.       
Εὐφραίνεται λαμπρῶς, Ζαχαρίας ὁ μέγας, καὶ ἡ πανευκλεής, Ἐλισάβετ ἡ σύζυξ, ἀξίως συλλαμβάνουσα, Ἰωάννην τὸν Πρόδρομον, ὃν Ἀρχάγγελος, εὐηγγελίσατο χαίρων, καὶ οἱ ἄνθρωποι, ἀξιοχρέως τιμῶμεν, ὡς μύστην τῆς χάριτος.


Μεγαλυνάριον.
Στεῖρα καὶ πρεσβῦτις θείᾳ βουλῇ, καρπὸν συλλαμβάνει, τὸν ὑπέρτερον Προφητῶν, τὸν τὴν ἀκαρπίαν, ψυχῶν μέλλοντα τέμνειν, ἀξίνῃ μετανοίας· ὃν μεγαλύνομεν.


Η Αγία Ραΐς η παρθένος

Καταγόταν από  την πόλη Βάταν (ή Τάμαν) της Αιγύπτου και ήταν θυγατέρα  κάποιου  Πέτρου. Από  12 χρονών  έγινε  μοναχή.

Όταν  κάποτε πήγε στην πηγή, μαζί  με άλλες παρθένες, για να φέρει νερό, είδε πλήθος χριστιανών τους οποίους είχε δεμένους ο ηγεμόνας Λουκιανός. Τότε και  αυτή  πήγε και έσμιξε με το πλήθος αυτό. Ο δε δεσμοφύλακας,  τη  συμβούλεψε  να απομακρυνθεί  για να  μη  χάσει  τη ζωή  της μαζί  με  τους  υπόλοιπους. Η  δε  Αγία  Ραΐς  όχι  μόνο  δεν έφυγε, αλλά με ευτολμία παρουσιάστηκε μπροστά στον ηγεμόνα, περιγέλασε  τους  θεούς  του και  τον  έφτυσε κατάμουτρα, επειδή  και αυτός ειρωνεύτηκε τον Χριστό.    
Αμέσως τότε τη βασάνισαν φρικτά και  στο τέλος την αποκεφάλισαν, παίρνοντας  έτσι  το  αμάραντο  στεφάνι  του  μαρτυρίου.

Οι Οσίες Ξανθίππη και Πολυξένη

Ήταν Ισπανίδες αδελφές και έζησαν στα μέσα του πρώτου αιώνα μ.Χ., όταν  Καίσαρ  ήταν  ο  Κλαύδιος  ο Α’.
Η  Ξανθίππη μαζί με  τον  σύζυγο  της  Πρόβο,  διδάχτηκε  την χριστιανική  θρησκεία, και  ήλθε  σ’ αυτή, από  τον  Απόστολο  Παύλο.
Η  Πολυξένη  αφού  πήγε στην Ανατολή, βαπτίστηκε από τον πρωτόκλητο  Απόστολο  Ανδρέα. Και  οι  δυο  αδελφές,  εργάστηκαν  για τη  χριστιανική  πίστη και οδήγησαν σ’ αυτήν πολλές γυναίκες.
Πέθαναν  και  οι  δυο  ειρηνικά  σε  προχωρημένη ηλικία, χωρίς να πάψουν μέχρι και  την τελευταία τους πνοή  να  στηρίζουν  τις  ασθενικές ψυχές  στη  χριστιανική  ελπίδα.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.          
Θείας πίστεως, τὸ φῶς δεχθεῖσα, ἔργοις ἔλαμψας, τῆς εὐσεβείας, Πολυξένη Ὁσία θεόληπτε· καὶ ἐν τῷ βίῳ Χριστὸν ἐμεγάλυνας, σὺν τῇ συγχρόνῳ ἀμέμπτοις σου πράξεσι· μεθ’ ἧς πρέσβευε Κυρίῳ τῷ σὲ δοξάσαντι, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.   
Πολυτρόποις πράξεσιν ὁσίου βίου, Πολυξένη πάνσεμνε, Χριστῷ λατρεύσασα πιστῶς, τῆς ἄνω δόξης ἠξίωσαι, ὐπὲρ ἡμῶν ἐκτενῶς ἱκετεύουσα.


Μεγαλυνάριον.
Βίον διελθοῦσα ἀσκητικόν, Μῆτερ Πολυξένη, σὺν ὁμαίμονι τῇ σεμνῇ, σὺν αὐτῇ μετέσχες, τῆς ἄνω κληρουχίας, μεθ’ ἧς ἡμῖν ἐξαίτει, τὸ θεῖον ἔλεος.