Ὁμιλία στὴν Κυριακή
μετά τὴν Ὕψωση
«Ὅς δ’ἄν απολέσει τὴν ἑαυτοῦ
ψυχὴν
οὗτος σώσει
αὐτήν∙ ὅς γὰρ ἄν ἀπωλέσει τὴν
ἑαυτοῦ ψυχήν ἕνεκεν ἐμοῦ
καὶ τοῦ Εὐαγγελίου,
οὕτος σώσει αὐτήν»
Τὸ εὐαγγέλιο τῆς σημερινῆς Κυριακῆς, τὸ
εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς δηλαδὴ μετὰ τὴν Ὕψωση τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ τοῦ Σταυροῦ
τοῦ Κυρίου μας δίνει
σὲ ὅλους μας μηνύματα
τὰ ὁποῖα μᾶς κάνουν μέγα μάθημα πῶς
θὰ κερδήσουμε τὴν αἰώνια
ζωή.
Τὸ εὐαγγέλιο τῆς σημερινῆς ἡμέρας, τὸ ὁποῖο
ἀνεγνώσθη παντοῦ
ὅπου ὑπάρχουν ὀρθόδοξοι διδάσκει
ἐπίσης πὼς ὁ μοναδικὸς
τρόπος ποὺ μποροῦμε νὰ βροῦμε τὴν λύτρωση
τῶν ψυχῶν μας εἶναι
ὅταν πετάξουμε ἀπὸ πάνω
μας τὸ πάθος τῆς
φιλαυτίας. Ἡ φιλαυτία, ἀδελφοί μου, εἶναι ξένο
σῶμα στὴ
ζωὴ τῶν χριστιανῶν.
Τὶ εἶναι ὅμως φιλαυτία; Σύμφωνα μὲ τὸν ὅσιο Πατέρα μας, ἅγιο
Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, φιλαυτία εἶναι μία ἄλογος καὶ ἐμπαθὴς φιλία τοῦ ἑαυτοῦ
μας, εἶναι ἡ άγάπη ποὺ
ἀντίκειται στὴ χριστιανική μας ἀγάπη καὶ ἐγκράτεια· ἀντίκειται ἐπίσης καὶ στὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ
μας.
Γιατὶ σύμφωνα μὲ τὶς εὐαγγελικὲς
ἀρχές, οἱ χριστιανοὶ
ὀφείλουν νὰ εἶναι ἠθικοὶ καὶ ἔντιμοι,
καὶ ὄχι νὰ ζοῦν κοσμικὰ
καὶ ἀνήθικα. Τὸ Εὐαγγέλιο ἐπίσης
μᾶς προφυλάττει ἀπὸ τὴν ἐγωπάθεια
καὶ τὸν ἐγωϊστικὸ καὶ τὴν
ὑπερηφάνεια.
Σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο τῆς
σημερινῆς Κυριακῆς οἱ χριστιανοί, ἄνδρες καὶ
γυναῖκες, ὀφείλουν νὰ βαδίζουν
μὲ αὐταπάρνηση·
ὀφείλουν νὰ ζοῦνε,
δηλαδή, ὅπως ζοῦσαν
καὶ ὅλοι οἱ μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι καὶ θυσίασαν ἀκόμα καὶ τὴ
ζωή τους χάριν τοῦ Χριστοῦ.
Χρέος τῶν χριστιανῶν
εἶναι νὰ θυσιάζουν τὰ πάντα
χάριν τοῦ Χριστοῦ, καὶ νὰ ζοῦν μὲ αὐταπάρνηση,
διώχνοντας ἀπὸ τὴ ζωή
τους τὸν κλοιὸ τοῦ εὐχάριστου καὶ τοῦ φιλήδονου, καὶ
πορευόμενοι κάνοντας καλὰ ἔργα, ποὺ
εἶναι καλὰ καὶ
ἐν Χριστῷ ὠφέλιμα καὶ φιλόθεα.
Δὲν ἀνέβηκε
ὁ Χριστὸς στὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ
γιὰ νὰ
ζοῦμε ἐμεῖς μέσα
στὴ χλιδή, ἀλλὰ γιὰ νὰ
μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες μας. Ἀνέβηκε
στὸ σταυρὸ ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ μᾶς
σώσει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες μας. Χρέος, λοιπόν, ὅλων
τῶν ἀνθρώπων εἶναι νὰ ἀγαποῦνε
ἔμπρακτα τὸ
Χριστό.
Τί σημαίνουν, ὅμως, τὰ
λόγια τοῦ εὐαγγελίου: «ὅποιος θέλει νὰ σώσει τὴν
ψυχή του» ἤ τὰ ἄλλα λόγια:
«ὅποιος ἀπωλέσει τὴν ψυχήν του ἕνεκεν
ἐμοῦ καὶ τοῦ Εὐαγγελίου»; Τὰ
λόγια αὐτὰ τῆς Γραφῆς δὲν μᾶς προτρέπουν
βέβαια νὰ αὐτοκτονήσουμε, ἀλλὰ σχετίζονται
μὲ τὴν πρόσκαιρη, καὶ
φυσικὴ ζωὴ τῶν αἰσθήσεών μας. Τὰ
λόγια αὐτὰ θέλουν
νὰ μᾶς ποῦν ὅτι ἡ ζωὴ τῶν παθῶν δὲν ὁδηγεῖ
τὸν ἄνθρωπο στὴ
σωτηρία, ἀλλὰ τὸν ὁδηγεῖ
στὴν καταστροφή του. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ὁ
χριστιανὸς ἄνθρωπος ποτὲ δὲν πρέπει νὰ ἑλκύεται
ἀπὸ τὴν κοσμικὴ
ζωή.
Γιὰ
νὰ εἶναι ὅμως ἡ χριστιανική
μας ζωὴ ὄντως
εὐτυχισμένη πρέπει νὰ εἶναι συνδεδεμένη
μὲ τὴ ζωὴ
τοῦ Χριστοῦ. Διότι ἡ ζωή
μας, ὅσο κι ἄν εἶναι
πλουσιοπάροχη, καὶ ὅσο κι ἄν ἔχει
ὅλα τὰ ἀγαθὰ
τῆς ζωῆς αὐτῆς, δὲν
μπορεῖ νὰ δίδει
χαρὰ στὸν ἄνθρωπο. Ὅπως
λέει ὁ Κύριος, ἀκόμα καὶ μεγιστάνες
τοῦ πλούτου κι ἄν
γίνουμε δὲν μποροῦμε
νὰ εἴμαστε χαρούμενοι
ἄν τυχὸν χάσουμε
τὴν ψυχή μας. Ἄν ὅμως
μπεῖ ὁ Χριστὸς μέσα μας θὰ εἴμαστε
αἰωνίως εὐτυχεῖς, ἀφοῦ θὰ κερδίσουμε
τὴν αἰώνια ζωὴ τῆς βασιλείας
τῶν οὐρανῶν.
Ὅταν μᾶς λέει ὁ Χριστός μας ὅτι πρέπει νὰ
χάσουμε τὴν ψυχή μας θέλει ἄν
θέλουμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὸ Χριστὸ θέλει νὰ μᾶς πεῖ ὅτι ἐφόσον
ἐδίωξαν οἱ ἐχθροὶ
τοῦ Χριστοῦ τὸν Κύριό μας, ἀναπόφευκτα,
θὰ διώξουν καὶ μᾶς,
τοὺς μαθητές Του. Πρέπει,
ἑπομένως, νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι
νὰ δοκιμάσουμε γιὰ τὴν
πίστη μας στὸ Χριστὸ καὶ πολλοὺς
διωγμούς. Γιὰ νὰ μπορέσουμε ὅμως νὰ ὑποστοῦμε διώξεις
γιὰ τὸ Χριστὸ πρέπει καὶ νὰ τὸν ἀγαποῦμε.
Ὀφείλουμε νὰ ἀγαποῦμε Αὐτόν,
ποὺ σταυρώθηκε
γιὰ νὰ μᾶς
κάνει ὅλους μας πολίτες
τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Γιὰ νὰ
μποῦμε ὅμως στὴ βασιλεία
τῶν οὐρανῶν πρέπει νὰ
ζοῦμε ὅπως θέλει ὁ Χριστὸς
καὶ τὸ Εὐαγγέλιό Του. Νὰ ζοῦμε δηλαδὴ
εὐσεβῶς καὶ ἐναρέτως καὶ
χωρὶς τὰ
σαρκικὰ πάθη ποὺ μᾶς κάνουν
δούλους τοῦ σατανᾶ.
Γιατὶ ἡ μὴ ἐφαρμογὴ
τῶν ἀρετῶν καὶ
τῶν
θεαρέστων πράξεων τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ
Χριστοῦ μας δὲν μποροῦμε
νὰ θεωροῦμε τὸ Χριστὸ ἀδελφό μας. Ἄν
δὲν
σταυρώσουμε τὸν παλαιό μας ἑαυτό, καὶ ἄν δὲν ἀπαγγιστρωθοῦμε ἀπὸ τὴ δουλεία τῶν παθῶν, δὲν μποροῦμε νὰ ἀπαλλαγοῦμε καὶ ἀπὸ τὸ
πάθος τῆς
φιλαυτίας. Εἶναι ἀδιανόητο
πάντως στοὺς χριστιανοὺς νὰ εἶναι
φίλαυτοι, διότι ἡ
φιλαυτία εἶναι θανάσιμο πάθος.
Γι’ αὐτὸ καὶ ὀφείλουμε, ὡς χριστιανοί,
νὰ ἀγαποῦμε τὸ
Χριστὸ μαζὶ μὲ ὅλους
τοὺς ἄλλους συνανθρώπους
μας· ὀφείλουμε νὰ ζητοῦμε καὶ
τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ προκειμένου
νὰ ἐπιλύουμε ὅλα
τὰ προβλήματά
μας, ποὺ εἶναι
οἱ πολλὲς ἀσθένειές
μας, ἀλλὰ καὶ τὰ πολλὰ προβλήματα
τῆς ζωῆς μας. Πολλοὶ
ὅμως εἰδωλοποιοῦμε, δυστυχῶς,
καὶ τὸ
σαρκίο μας· οἱ χριστιανοὶ πάντως εἶναι ἀνεπίτρεπτο νὰ κάνουν θεὸ
τὸν ἑαυτό τους.
Οἱ χριστιανοὶ ὅμως ποὺ φροντίζουν
ὑπερβολικὰ τὸ σῶμα τους ξεχνοῦν
πὼς ἡ ψυχὴ ἔχει
τὴν μεγαλύτερη ἀξία γιὰ ὅλους μας. Διότι τὸ
σῶμα μας καὶ ἡ σωματική μας ὀμορφιὰ
«ὡς ἄνθος μαραίνεται». Ἡ πνευματικὴ ὅμως ὀμορφιά, ἡ ὀμορφιὰ τῆς
ψυχῆς μας ὅταν αὐτὴ
στολίζεται μὲ τὶς
χριστιανικὲς ἀρετὲς
δίδουν στὸν ἄνθρωπο
τὴν πνευματικὴ
κάθαρση τῆς ψυχῆς τους·
χαρίζουν
(οἱ ἀρετές) τὴν αἰώνια χαρὰ τῆς
βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Δὲν πρέπει ἐξάλλου νὰ ξεχνοῦμε ποτὲ πὼς ὁ Θεὸς
μισεῖ θανάσιμα
τὴν ἁμαρτία, καὶ ὄχι
τὸν ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο
καὶ τὸν ἀγαπᾶ.
Ὅπως
μᾶς λέει ὁ ἀπ. Παῦλος, κατὰ τοὺς ἔσχατους
καιροὺς θὰ εἶναι οἱ ἄνθρωποι φίλαυτοι μᾶλλον καὶ φιλήδονοι, παρὰ φιλόθεοι.
Καὶ οἱ καιροὶ
αὐτοί, δυστυχῶς, εἶναι ὁ καιρὸς κατὰ τὸν ὁποῖο
ζοῦμε σήμερα. Εἶναι ἀνεπίτρεπτο, ὅμως,
σὲ χριστιανοὺς νὰ ζοῦν μὲ σαρκικὲς
καὶ ἁμαρτωλὲς ἀπολαύσεις, διότι οἱ ἀληθινοὶ
χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ ζοῦν μὲ
ἐγκράτεια καὶ αὐταπάρνηση, ἔχοντας καὶ τὸ πνεῦμα
τῆς
θυσίας κατὰ τὸ
παράδειγμα τῶν ὁσίων καὶ μαρτύρων
τῆς Ἐκκλησίας
μας.
Οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι
φίλαυτοι
ξεχνοῦν καὶ τὴ
Μέγιστη Θυσία τοῦ
Θεανθρώπου. Γι’ αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ζοῦν, κατὰ τὸν ἅγ. Ἰωάννη τὸ Θεολόγο, μὲ τὶς ἐπιθυμίες
τῆς σαρκὸς καὶ τὶς ἐπιθυμίες τῶν ὀφθαλμῶν. (Α΄Ἰω. 2,16) Ἐπιθυμἰες τῆς σαρκὸς
εἶναι κάθε τι τὸ ὁποῖο σχετίζεται μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν ἀσωτία. Καὶ ἡ ἐπιθυμία
τῶν ὀφθαλμῶν εἶναι ἡ ἀγάπη μας στὰ ἁμαρτωλὰ
θεάματα τῶν ἡμερῶν μας. Χρέος μας ὅμως εἶναι νὰ πολεμοῦμε τὶς πονηρὲς
σκέψεις μας του ποὺ
μᾶς ὁδηγοῦν
στὴν ἁμαρτία ἔχοντας
ὡς ὄπλο μας τὸν Τίμιο Σταυρό.
Διότι ἡ
κοσμικὴ ζωὴ καὶ τὸ πάθος
τῆς φιλαυτίας μας μᾶς κάνει
καὶ δούλους τῆς ἁμαρτίας,
ἐνῶ ἡ αὐταπάρνηση μᾶς κάνει ἐλεύθερους ὑπηρέτες
τοῦ Χριστοῦ μας. Ἔχουμε
παράδειγμα αὐταπάρνησης, ἄλλωστε,
τὸν
Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό·
ἄς προσπαθήσουμε νὰ τὸν μιμηθοῦμε. Ὁ Χριστὸς
ἑκουσίως γιὰ νὰ μᾶς
σώσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἐμεῖς
δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε
μερικὲς ἄλλες, μικρότερες θυσίες;
Ἀδελφοί μου καὶ ἀδελφές
μου, ἡ Ἐσταυρωμένη ἀγάπη τοῦ Κυρίου μας, ποὺ εἶναι ὑπόδειγμα τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης
σὲ ὅλους μας εἶναι ἀνάγκη
νὰ τὴν μιμηθοῦμε ὅλοι μας. Γιατὶ ὁ
Χριστὸς
ἀγκαλιάζει ὅλο τὸ κόσμο πάνω ἀπὸ τὸ
ξύλο τοῦ Σταυροῦ. «Ἐμοὶ δὲ μὴ
γένοιτο καυχᾶσθαι, λέει ὁ ἀπ. Παῦλος, εἰ μὴ ἐν τῷ Σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».
Λέει ἀκόμα ὁ ἀπ. Παῦλος, «Χριστῷ συνεσταύρωμαι», διότι ζεῖ μέσα
μου ὁ Χριστός. Γι’ αὐτὸ καὶ μεῖς,
οἱ βαπτισμένοι
στὸ ὄνομα
τῆς Ἁγίας καὶ Ὁμοουσίου Τριάδος,
καὶ οἱ ὁποῖοι ἔχουμε ντυθεῖ τὸ Χιτῶνα
τοῦ Χριστοῦ μας, ἔχουμε καὶ ἱερὰ ὑποχρέωση
νὰ ἀκολουθοῦμε τὸ
θέλημα τοῦ Χριστοῦ μας. Ἔχουμε ἐπίσης
ὑποχρέωση νὰ συμμετέχουμε
σὲ ὅλα τὰ ἱερὰ μυστήρια
τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ καὶ στὸ
μυστήριο, κυρίως, τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Ὀφείλουμε νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι ἡ χριστιανικὴ ζωὴ δὲν εἶναι
ζωὴ ποὺ εἶναι στρωμένη μὲ
ροδοπέταλλα, ἀλλὰ πὼς τὸ Εὐαγγέλιο ἀπαιτεῖ θυσίες ἀπὸ μᾶς· ἀπαιτεῖ, δηλαδή,
τὴν ἀποκοπὴ
ἀπὸ μᾶς τοῦ κοσμικοῦ μας
θελήματος. Πρέπει πάντως
νὰ ὀμολογήσουμε πὼς δὲν είναι
καὶ τόσο εὔκολη ὑπόθεση
νὰ ἀποχωριστοῦμε ἀπὸ τὰ
κοσμικά μας θέλγητρα. Παρ’ ὅλα
αὐτὰ ὅμως πρέπει νὰ προσπαθήσουμε νὰ ἀποξενωθοῦμε
ἀπὸ τὶς σαρκικὲς καὶ ἁμαρτωλὲς διασκεδάσεις μας· ἀπαιτεῖ, δηλαδή, νὰ ἀγωνιζώμαστε
πνευματικῶς ζώντας ἐγκρατῶς καὶ μὲ πίστη στὸν Ἐσταυρωμένο. Εὔχομε καὶ
προσεύχομε, ἀδελφοί μου, κληρικοὶ
καὶ λαϊκοί, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, νὰ ἀγαποῦμε
ὅλοι μας τὸ
Χριστό, καὶ νὰ εἴμαστε ἀποφασισμένοι ἀκόμα καὶ γιὰ τὴν μεγαλύτερη θυσία. Εὔχομε
νὰ ἀγαποῦμε τὸ Χριστὸ ὁ ὁποῖος ἀνέβηκε
στὸ Σταυρὸ χάριν ἡμῶν γιὰ νὰ
κατακτήσουμε ὅλοι μας τὴν βασιλεία
τῶν οὐρανῶν, καὶ νὰ γίνουμε
πολίτες τοῦ Οὐρανοῦ.
Ἀμήν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου