Ο Άγιος
Διονύσιος γεννήθηκε περί το έτος 1500 στο χωριό Σκλάταινα της επαρχίας Φαναρίου Καρδίτσας, που σήμερα ονομάζεται
Δρακότρυπα, από γονείς πτωχούς αλλά ευσεβείς, τον Νικόλαο και τη Θεοδώρα, οι οποίοι
τον ανέθρεψαν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Μετά τον θάνατο των γονέων
του και σε νεαρή ηλικία μετέβη
στα
Μετέωρα, όπου και έγινε Μοναχός. Αργότερα κατέφυγε στο Άγιον Όρος και
χειροτονήθηκε Διάκονος και Πρεσβύτερος.
Διακατεχόμενος από τον πόθο της ερημικής
ζωής ίδρυσε κοντά
στη Μονή Καρακάλλου
ένα μικρό κελί, στο οποίο μόναζε και κοντά
σε αυτό έκτισε και ένα μικρό ναό
αφιερωμένο στην Αγία Τριάδα.
Στην
συνέχεια επισκέφθηκε τα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους. Ο
Πατριάρχης Ιεροσολύμων εξετίμησε τόσο πολύ την πνευματικότητα του
Αγίου ασκητού, ώστε τον παρότρυνε να μείνει κοντά του για να τον αναδείξει διάδοχό του. Παρά τις προτροπές
όμως και τα δελεάσματα εκείνος
επέστρεψε στο ησυχαστήριό του.
Χρημάτισε δε και για λίγο ηγούμενος της Μονής Φιλοθέου Αγίου Όρους, προς
ενίσχυση της οποίας δεν δίστασε να ταξιδέψει μέχρι την Κωνσταντινούπολη.
Κατά
την διάρκεια της ηγουμενίας του στη Μονή
Φιλοθέου
άλλαξε την τάξη αυτής από βουλγαρική
σε ελληνική. Το γεγονός αυτό
δυσαρέστησε κάποιους, οι οποίοι ζητούσαν συνέχεια αφορμές να δημιουργούν
ζητήματα και να προκαλούν σκάνδαλα. Γι’
αυτό ο Άγιος θεώρησε καλό να απέλθει, περί
το 1524, σε σκήτη που ήταν κοντά
στην Βέροια, όπου και διοργάνωσε τη
μοναστική ζωή. Ανακαίνισε το Ναό του
Τιμίου Προδρόμου και ανέπτυξε πλούσια διδακτική και φιλανθρωπική δράση.
Επισκέφθηκε ως προσκυνητής και πάλι τα Ιεροσόλυμα, με αφορμή την εκεί Σύναξη
των Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων
και, αφού δέχθηκε τις ευλογίες και παραινέσεις τους, επέστρεψε στην Βέροια.
Κατ’
εκείνο τον καιρό κοιμήθηκε ο Επίσκοπος Βεροίας, οι δε
πρόκριτοι και κάτοικοι της περιοχής
προσπάθησαν να πείσουν τον Άγιο να γίνει Επίσκοπός τους. Εκείνος όμως, ποθώντας
την ησυχία και την έρημο, έφυγε και πήγε σε μία δυσπρόσιτη περιοχή του
Ολύμπου, όπου ίδρυσε τη μονή της
Αγίας Τριάδος. Σε κάποιο διωγμό
των Τούρκων εγκατέλειψε για λίγο τη μονή
και κατέφυγε στο Πήλιο,
κοντά στη Ζαγορά. Εκεί έκτισε Εκκλησία και
κελιά. Από εκεί, με την παράκληση του λαού για την ανομβρία, που ακολούθησε την φυγή του, ο Όσιος επέστρεψε στον Όλυμπο, περί το 1542, γενόμενος
δεκτός όχι μόνο από τον λαό αλλά
και τον Τούρκο άρχοντα, ο οποίος εγγράφως του έδωσε την άδεια να
ανεγείρει ναό και κελιά.
Η
αγιότητα του Οσίου και τα παρ’ αυτού επιτελούμενα θαύματα, διαθρυλούμενα ευρέως
σε όλη τη γύρω περιοχή και τη Μακεδονία, οδηγούσαν πολλούς μέχρι της
απομακρυσμένης μονής του, για να λάβουν την ευλογία του, να ζητήσουν τη
συμβουλή του, να θεραπευθούν από ασθένειες και
να ωφεληθούν πνευματικά. Και ο
Όσιος στήριζε την πίστη τους, κράτυνε την υπομονή τους, θέρμαινε την αγάπη
τους, ανταποκρινόμενος στις απαιτήσεις της ψυχής τους αλλά και στις
υλικές τους ανάγκες. Εδώ ο Άγιος έζησε
σαν επίγειος άγγελος και γρήγορα
συγκέντρωσε γύρω του πλήθος μοναχών, που έκανε την μονή πραγματική Λαύρα. Ωστόσο, ο ίδιος προτιμούσε να μένει
στα σπήλαια της περιοχής και να ασκείται στο γνόφο
της νοεράς προσευχής. Κάποιες φορές, ενώ ερχόταν από τα
σπήλαια, τον είχαν δει να λάμπει ολόκληρος, λουσμένος μέσα στο αναστάσιμο φως του
μέλλοντος αιώνος. Ο Θεός τον προίκισε με έκτακτα και υπερφυσικά
χαρίσματα. Υπήρξε προορατικός και
θαυματουργός, ενώ ήταν ακόμη στη ζωή.
Ο
Άγιος δεν παρέλειπε να περιέρχεται τα γύρω χωριά, για να κηρύξει, να εξομολογήσει και να στηρίξει τους
σκλαβωμένους Έλληνες.
Ο Όσιος Διονύσιος κοιμήθηκε με ειρήνη και ενταφιάσθηκε από τους μοναχούς στο κάτω μέρος της βόρειας πτέρυγας του εσωτερικού του Καθολικού της μονής. Ο τάφος του απέπνεε ευωδία και χάρη και από τότε απέβη πηγή δυνάμεως και ιαμάτων για τους πιστούς.
Ο Όσιος Διονύσιος κοιμήθηκε με ειρήνη και ενταφιάσθηκε από τους μοναχούς στο κάτω μέρος της βόρειας πτέρυγας του εσωτερικού του Καθολικού της μονής. Ο τάφος του απέπνεε ευωδία και χάρη και από τότε απέβη πηγή δυνάμεως και ιαμάτων για τους πιστούς.
Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τοῦ Ὀλύμπου οἰκήτωρ Πιερίας ἀγλάϊσμα, καὶ τῆς ἐπωνύμου Μονῆς σου ἱερὸν περιτείχισμα, ἐδείχθης Διονύσιε σοφέ, βιώσας ὥσπερ Ἄγγελος ἐν γῇ, καὶ παρέχεις τὴν σὴν χάριν τοῖς εὐλαβῶς, προστρέχουσι τῇ σκέπῃ σου. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Τοῦ Ὀλύμπου οἰκήτωρ Πιερίας ἀγλάϊσμα, καὶ τῆς ἐπωνύμου Μονῆς σου ἱερὸν περιτείχισμα, ἐδείχθης Διονύσιε σοφέ, βιώσας ὥσπερ Ἄγγελος ἐν γῇ, καὶ παρέχεις τὴν σὴν χάριν τοῖς εὐλαβῶς, προστρέχουσι τῇ σκέπῃ σου. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον.
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐγκρατείας σκάμμασι Πάτερ ἐκλάμψας, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὤφθης δοχεῖον καθαρόν, Πάτερ σοφὲ Διονύσιε, πταισμάτων λύσιν ἡμῖν ἐξαιτούμενος.
Ἐγκρατείας σκάμμασι Πάτερ ἐκλάμψας, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὤφθης δοχεῖον καθαρόν, Πάτερ σοφὲ Διονύσιε, πταισμάτων λύσιν ἡμῖν ἐξαιτούμενος.
Μεγαλυνάριον.
Λάμψας ἐν Ὀλύμπῳ ἀσκητικῶς, θαυμάτων ἀκτῖσι, καταυγάζεις ὡς ἀληθῶς, πᾶσαν Πιερίαν, πιστῶς ἀνευφημοῦσαν, θεόφρον Διονύσιε, τοὺς ἀγῶνάς σου.
Λάμψας ἐν Ὀλύμπῳ ἀσκητικῶς, θαυμάτων ἀκτῖσι, καταυγάζεις ὡς ἀληθῶς, πᾶσαν Πιερίαν, πιστῶς ἀνευφημοῦσαν, θεόφρον Διονύσιε, τοὺς ἀγῶνάς σου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου