9/9/16

Ο Άγιος Σεβηριανός ο Μεγαλομάρτυρας

Μαρτύρησε  στα  χρόνια  του  βασιλιά  Λικινίου.  Καταγόταν  από  τη  Σεβάστεια  και  τον διέκρινε  θερμός  ζήλος,  με  τον  οποίο  υπηρετούσε  το  Ευαγγέλιο.  Χρησιμοποιούσε  τα πλούτη  του  για  τους  φτωχούς  και  για  τους  φυλακισμένους χριστιανούς.  Είχε  φέρει πολλούς στην χριστιανική πίστη και αρκετούς είχε ενθαρρύνει  να  υποστούν  καρτερικά και  νικηφόρα  το  μαρτύριο.
Όλα αυτά έκαναν τον αιμοβόρο ηγεμόνα Λυσία να καλέσει τον Σεβηριανό  στην Καισαρεία. Εκεί, αφού απέτυχε στην προσπάθειά του να κάμψει το φρόνημα  του  Αγίου, διέταξε να τον μαστιγώσουν με νεύρα  βοδιού. Κατόπιν, ξέσχισαν τις σάρκες του  με σιδερένια νύχια, έτσι ώστε το  αίμα  να  τρέχει  σαν  χείμαρρος. Οι  πόνοι  ήταν  αφόρητοι  και οι  πληγές  μεγάλες  και  βαριές. Η  υπομονή, όμως, του  Σεβηριανού  ήταν  ισχυρότερη  και αναφώνησε  προς  τον Κύριο θερμή προσευχή,  την  οποία  πρέπει  να  χρησιμοποιεί  κάθε αγωνιζόμενος  χριστιανός,  σε  καιρό  δοκιμασιών:
«Κύριε Ιησού, ο ποιών θαυμάσια,  ο  επί  του  σταυρού  κρεμασθείς  και  τον  υπερήφανον τοιουτοτρόπως καταβολών, ο μέχρι και σήμερον δι’ υπερθαυμάτων έργων μεγαλυνόμενος, ελθέ να με σώσης, και τον μεν βραχίονα του πονηρού  αμαρτωλού σύντριψαν, τας δε ιδικές μου  δυνάμεις  σύσφιγξον, αγαθέ,  και  δος μοι τον  αγώνα  τούτον να διανύσω του μαρτυρίου».      
Και η  βοήθεια ήλθε. Η  ψυχή  του  έμεινε  σταθερή  και  νικήτρια,  το  δε  σώμά  του  έμεινε κρεμασμένο  στο  τείχος  της  Καισαρείας.


Απολυτίκιο. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.  
Σοφίᾳ των λόγων σου,  παρεμβολήν  ιεράν,  ενθέως  επήλειψας,  πανευκλεών  Αθλητών, προς άθλησιν ένθεον· όθεν τας  φθειρομένας,  παριδών  υπολήψεις,  άφθαρτον  εκομίσω, δι’  αθλήσεως  δόξαν·  διο  Σεβηριανέ  σε,  ύμνοις  γεραίρομεν.



Κοντάκιον. Ήχος β’. Τους ασφαλείς.
Ως ευκλεής, της ευσεβείας τρόφιμος, μαρτυρικώς, εφαίδρυνας  τον  βίον  σου,  Σεβηριανέ θεόσοφε, Αθλοφόρων ακροθίνιον· ενθέοις  γαρ  εκλάμπων  κατορθώμασι,  τοις  στίγμασι του  Λόγου  κεκαλλώπισαι,  πρεσβεύων  σωθήναι  τας  ψυχάς  ημών.


Μεγαλυνάριον.
Βουλάς  επιγείους  απαρνηθείς,  βουλής  ουρανίου,  εχρημάτισας  πληρωτής·  όθεν  ημάς ρύου,  κακίστων  βουλευμάτων,  Σεβηριανέ  θείε,  μαρτύρων  σύσκηνε.


Δεν υπάρχουν σχόλια: