Διαβάζουμε:
«Τη αυτή ημέρα
την ανάμνησιν ποιούμεθα της Αγίας
Σκέπης της Υπεραγίας Δεσποίνης
ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας ήτοι του
ιερού αυτής Μαφορίου, του
εν τω σορώ του Ιερού Ναού
των Βλαχερνών, ότε ο Όσιος
Ανδρέας ο δια Χριστόν σαλός κατείδεν εφηπλωμένην αυτήν άνωθεν και πάντας τους ευσεβείς περισκέπουσαν».
Λόγω
των
πολλών θαυμάτων από την Παναγία, που ανέφεραν οι Έλληνες
στρατιώτες στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο το
1940, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος
με
απόφασή της το 1952, καθιέρωσε να εορτάζεται η Αγία Σκέπη
της Θεοτόκου αντί για την 1η Οκτωβρίου, στις 28 Οκτωβρίου.
Η εορτή της Αγίας Σκέπης της Θεοτόκου η οποία τελούνταν από παλαιότατων χρόνων την 1η Οκτωβρίου, ήταν ανάμνηση του θαύματος το οποίο είδε ο Όσιος Ανδρέας. Κατά τη διάρκεια μιας αγρυπνίας στο παρεκκλήσι της «Αγίας Σορού» του ναού των Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη, ο Όσιος Ανδρέας είδε την Θεοτόκο να προχωράει από τις βασιλικές πύλες προς το θυσιαστήριο ανάμεσα σε λευκοφόρους αγίους, από τους οποίους ξεχώριζαν ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος και ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος. Όταν έφθασε στο θυσιαστήριο γονάτισε και προσευχόταν για πολλή ώρα, κλαίγοντας και παρακαλώντας τον Υιό της για την σωτηρία του κόσμου. Όταν ολοκλήρωσε την δέησή της, έβγαλε από το κεφάλι της το αστραφτερό μαφόριο, που φορούσε και με μία κίνηση το άπλωσε σαν σκεπή επάνω από το εκκλησίασμα. Έτσι απλωμένο το έβλεπε για αρκετή ώρα ο Όσιος Ανδρέας μαζί με τον Επιφάνιο, που τον συνόδευε. Όσο φαινόταν εκεί η Θεοτόκος, φαινόταν και η ιερή εσθήτα να σκορπίζει τη Χάρη της. Όταν εκείνη άρχισε να ανεβαίνει προς τον ουρανό, άρχισε και η Θεία Σκέπη να συστέλλεται και σιγά – σιγά να χάνεται. Το ιερό αυτό μαφόριο που φυλασσόταν εκεί συμβόλιζε την Χάρη και την προστασία που παρέχει η Παναγία στους πιστούς.
Η εορτή της Αγίας Σκέπης της Θεοτόκου η οποία τελούνταν από παλαιότατων χρόνων την 1η Οκτωβρίου, ήταν ανάμνηση του θαύματος το οποίο είδε ο Όσιος Ανδρέας. Κατά τη διάρκεια μιας αγρυπνίας στο παρεκκλήσι της «Αγίας Σορού» του ναού των Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη, ο Όσιος Ανδρέας είδε την Θεοτόκο να προχωράει από τις βασιλικές πύλες προς το θυσιαστήριο ανάμεσα σε λευκοφόρους αγίους, από τους οποίους ξεχώριζαν ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος και ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος. Όταν έφθασε στο θυσιαστήριο γονάτισε και προσευχόταν για πολλή ώρα, κλαίγοντας και παρακαλώντας τον Υιό της για την σωτηρία του κόσμου. Όταν ολοκλήρωσε την δέησή της, έβγαλε από το κεφάλι της το αστραφτερό μαφόριο, που φορούσε και με μία κίνηση το άπλωσε σαν σκεπή επάνω από το εκκλησίασμα. Έτσι απλωμένο το έβλεπε για αρκετή ώρα ο Όσιος Ανδρέας μαζί με τον Επιφάνιο, που τον συνόδευε. Όσο φαινόταν εκεί η Θεοτόκος, φαινόταν και η ιερή εσθήτα να σκορπίζει τη Χάρη της. Όταν εκείνη άρχισε να ανεβαίνει προς τον ουρανό, άρχισε και η Θεία Σκέπη να συστέλλεται και σιγά – σιγά να χάνεται. Το ιερό αυτό μαφόριο που φυλασσόταν εκεί συμβόλιζε την Χάρη και την προστασία που παρέχει η Παναγία στους πιστούς.
Απολυτίκιον.
Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.
Της Σκέπης σου Παρθένε ανυμνούμεν τας χάριτας, ήν ως φωτοφόρον νεφέλην εφαπλοίς υπέρ έννοιαν, και σκέπεις τον λαόν σου νοερώς, εκ πάσης των εχθρών επιβουλής· σε γαρ σκέπην και προστάτιν και βοηθόν, κεκτήμεθα βοώντες σοι· δόξα τοις μεγαλείοις σου Αγνή, δόξα τη θεία σκέπη σου, δόξα τη προς ημάς σου προμηθεία Άχραντε.
Της Σκέπης σου Παρθένε ανυμνούμεν τας χάριτας, ήν ως φωτοφόρον νεφέλην εφαπλοίς υπέρ έννοιαν, και σκέπεις τον λαόν σου νοερώς, εκ πάσης των εχθρών επιβουλής· σε γαρ σκέπην και προστάτιν και βοηθόν, κεκτήμεθα βοώντες σοι· δόξα τοις μεγαλείοις σου Αγνή, δόξα τη θεία σκέπη σου, δόξα τη προς ημάς σου προμηθεία Άχραντε.
Κοντάκιον.
Ήχος πλ. δ’. Τη υπερμάχω.
Ώσπερ
νεφέλη αγλαώς επισκιάζουσα
Της
Εκκλησίας τα πληρώματα Πανάχραντε,
Εν τη πόλει πάλαι ώφθης τη βασιλίδι.
Αλλ’
ως σκέπη του λαού σου και υπέρμαχος
Περισκέπασον
ημάς εκ πάσης θλίψεως
Τους κραυγάζοντας, χαίρε Σκέπη ολόφωτε.
Τους κραυγάζοντας, χαίρε Σκέπη ολόφωτε.
Μεγαλυνάριον.
Σκέπης σου τρυγώντες τας δωρεάς, και τας καθ’ εκάστην, Θεονύμφευτε παροχάς, υμνούμεν Παρθένε, την σην μεγαλωσύνην, την προς ημάς σου πρόνοιαν, μεγαλύνοντες.
Σκέπης σου τρυγώντες τας δωρεάς, και τας καθ’ εκάστην, Θεονύμφευτε παροχάς, υμνούμεν Παρθένε, την σην μεγαλωσύνην, την προς ημάς σου πρόνοιαν, μεγαλύνοντες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου