Ο Άγιος
Επιφάνιος γεννήθηκε στο χωριό Βησανδούκη το 310 μ.Χ., κοντά στην Ελευθερούπολη
της Παλαιστίνης από πάμφτωχη οικογένεια Ιουδαίων αγροτών. Οι γονείς του είχαν
ακόμη ένα παιδί, την Καλλίτροπο. Σε ηλικία
δέκα ετών ο Άγιος
έχασε τον πατέρα του και
έμεινε ορφανός.
Χάρη στη
διδασκαλία δύο περίφημων για την γραμματική τους κατάρτιση και το ασκητικό ήθος
μοναχών, του Λουκιανού και του Ιλαρίωνος, προσελκύεται στον Χριστιανισμό και βαπτίζεται
από τον Επίσκοπο Ελευθερουπόλεως Λουκιανό. Στην συνέχεια πηγαίνει στην έρημο
της Παλαιστίνης και ζει κοντά στους
επιφανέστερους ασκητές, ασκούμενος στην εγκράτεια, την άσκηση και την
μελέτη των Θείων
Γραφών, γενόμενος υπόδειγμα για τους συνασκητές του. Η φήμη του και οι αρετές του δεν άργησαν να
διαδοθούν και γρήγορα αναδείχθηκε,
το 367 μ.Χ., Επίσκοπος
Κωνσταντίας της Κύπρου, στην οποία κατέφυγε με θαυματουργικό τρόπο, όταν
το πλοίο που επέπλεε προς την Παλαιστίνη,
λόγω τρικυμίας, έφθασε
στην Κύπρο.
Από την θέση
του Επισκόπου ο
Άγιος άρχισε τον ευαγγελισμό του ποιμνίου του και αγωνίσθηκε με θερμότατο ζήλο για τη
διατήρηση και ενίσχυση των ορθοδόξων δογμάτων, καταπολεμώντας όλες τις αιρετικές
δοξασίες και πλάνες της εποχής του και ιδιαίτερα εκείνες του Ωριγένους. Κάνοντας
συνεχή χρήση των λόγων της Αγίας Γραφής και γράφοντας πλήθος αντιαιρετικών
συγγραμμάτων, αγωνίσθηκε για να κρατήσει τους πιστούς στην ανόθευτη χριστιανική
πίστη. Ο ευαγγελισμός της νήσου ολοκληρώνεται στα χρόνια του
Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίας Επιφανίου στο τελευταίο ήμισυ του 4ου αιώνος
μ.Χ. Ο μεγάλος αυτός ιεράρχης, με την
δύναμη του χαρακτήρος του, την παιδεία και την δογματική κατάρτισή του,
αγωνίσθηκε σκληρά κατά των αιρετικών,
αλλά και κατά των αλλοθρήσκων.
Τόσο καθολική ήταν
η αναγνώριση και η
βαθιά εκτίμηση προς το πρόσωπο του Αγίου Επιφανίου, ώστε ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος
ο Α’ ζήτησε από τον λαό της
Κύπρου απόλυτη υπακοή στον
Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντίας.
Μετά από
τριάντα έξι έτη γόνιμης και εποικοδομητικής
αρχιερατικής διακονίας και προσφοράς, κοιμήθηκε με ειρήνη το 403 μ.Χ. Το
τίμιο λείψανό του μετακόμισε στην Κωνσταντινούπολη ο αυτοκράτορας Λέων ΣΤ’ ο Σοφός.
Η Σύναξή του ετελείτο
στον αγιότατο οίκο του, που ήταν στο ναό του Αγίου Φιλήμονος.
Ο Επιφάνιος Κωνσταντίας έκτισε την μεγάλη βασιλική (δεν την ολοκλήρωσε μέχρι τον θάνατό του), της οποίας τα ερείπια διασώζονται μέχρι τις ημέρες μας. Ο μεγάλος αυτός Αρχιεπίσκοπος, πολύ σημαντικός διδάσκαλος και πατέρας της Εκκλησίας, υπήρξε και αξιόλογος συγγραφέας. Τα έργα του «Πανάριον», «Αγκυρωτός», «Περί μέτρων και σταθμών», «Περί των δώδεκα λίθων των όντων εν τοις στολισμοίς του Ααρών», αποτελούν πολύτιμα πετράδια στο μέγα ψηφιδωτό της Πατερικής Γραμματείας.
Ο Επιφάνιος Κωνσταντίας έκτισε την μεγάλη βασιλική (δεν την ολοκλήρωσε μέχρι τον θάνατό του), της οποίας τα ερείπια διασώζονται μέχρι τις ημέρες μας. Ο μεγάλος αυτός Αρχιεπίσκοπος, πολύ σημαντικός διδάσκαλος και πατέρας της Εκκλησίας, υπήρξε και αξιόλογος συγγραφέας. Τα έργα του «Πανάριον», «Αγκυρωτός», «Περί μέτρων και σταθμών», «Περί των δώδεκα λίθων των όντων εν τοις στολισμοίς του Ααρών», αποτελούν πολύτιμα πετράδια στο μέγα ψηφιδωτό της Πατερικής Γραμματείας.
Απολυτίκιον. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως,
έγνως την χάριν, και θεόφθογγον, έσχηκας
γλώσσαν, Ιεράρχα σοφέ Επιφάνιε· όθεν δογμάτων ορθαίς αναπτύξεσιν, αιρετικών
θριαμβεύεις την άνοιαν. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον
Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι
ημίν το μέγα έλεος.
Έτερον
Απολυτίκιον. Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.
Τους διττούς υποφήτας της ανάρχου Θεότητος, των θεοτυπώτων δογμάτων, τους πανσόφους εκφάντορας, συν τω Επιφανίῳ τω κλεινώ, υμνήσωμεν τον θείον Γερμανόν· ως λαμπροί γαρ των αρρήτων μυσταγωγοί, πυρσεύουσι τους κράζοντας· δόξα τω στεφανώσαντι υμάς, δόξα τω μεγαλύναντι, δόξα τω βεβαιούντι δι’ υμών, πίστιν την Ορθόδοξον.
Τους διττούς υποφήτας της ανάρχου Θεότητος, των θεοτυπώτων δογμάτων, τους πανσόφους εκφάντορας, συν τω Επιφανίῳ τω κλεινώ, υμνήσωμεν τον θείον Γερμανόν· ως λαμπροί γαρ των αρρήτων μυσταγωγοί, πυρσεύουσι τους κράζοντας· δόξα τω στεφανώσαντι υμάς, δόξα τω μεγαλύναντι, δόξα τω βεβαιούντι δι’ υμών, πίστιν την Ορθόδοξον.
Κοντάκιον. Ήχος
πλ. δ’. Τη υπερμάχω.
Ως Ιεράρχης του
Σωτήρος ενθεώτατος
Της εν τη
Κύπρω Εκκλησίας ποιμήν
άριστος
Και του
Πνεύματος δοχείον λαμπρόν
εδείχθης.
Αλλ’ ως έχων
παρρησίαν προς
τον Κύριον
Καθικέτευε λυτρούσθαι πάσης θλίψεως
Τους βοώντάς σοι· χαίροις Πάτερ
Επιφάνιε.
Έτερον
Κοντάκιον. Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Ιεραρχών την θαυμαστήν ξυνωρίδα, ανευφημήσωμεν πιστοί κατά χρέος, συν Γερμανώ τον θείον Επιφάνιον· ούτοι γαρ κατέφλεξαν, των αθέων τας γλώσσας, δόγματα σοφώτατα, διαθέμενοι πάσι, τοις ορθοδόξως μέλπουσιν αεί, της ευσεβείας το μέγα μυστήριον.
Ιεραρχών την θαυμαστήν ξυνωρίδα, ανευφημήσωμεν πιστοί κατά χρέος, συν Γερμανώ τον θείον Επιφάνιον· ούτοι γαρ κατέφλεξαν, των αθέων τας γλώσσας, δόγματα σοφώτατα, διαθέμενοι πάσι, τοις ορθοδόξως μέλπουσιν αεί, της ευσεβείας το μέγα μυστήριον.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Επιφάνιε
ιερέ, Κύπρου ποιμενάρχα, Εκκλησίας πάσης φωστήρ· χαίροις Ορθοδόξων, δογμάτων μυστογράφε, και των
σοι ομωνύμων, πρέσβυς προς Κύριον.
Έτερον
Μεγαλυνάριον.
Φως ο Επιφάνιος νοητόν, λάμψας εν τοις λόγοις, καταυγάζει τους ευσεβείς· γέρας δ’ αληθείας, ο Γερμανός παρέχει, τη Εκκλησίᾳ πάση· ούς μεγαλύνομεν.
Φως ο Επιφάνιος νοητόν, λάμψας εν τοις λόγοις, καταυγάζει τους ευσεβείς· γέρας δ’ αληθείας, ο Γερμανός παρέχει, τη Εκκλησίᾳ πάση· ούς μεγαλύνομεν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου