«Μέλλει γὰρ Ἡρώδης
ζητεῖν τὸ παιδίον
τοῦ ἀπολέσαι αὐτό» (Ματθ. 2,13)
Γιὰ
νὰ γεννηθεῖ ὁ Χριστὸς
συνέβαλαν πάρα πολλὰ πρόσωπα, ἀδελφοί μου. Μέσα σ’
αὐτὰ τὰ ἱερὰ
πρόσωπα εἶναι κατ’ ἀρχὰς ἡ
Θεοτόκος Μαριάμ, ἡ ὁποία ἔδωσε
ὅλο της τὸ εἶναι γιὰ νὰ γεννηθεῖ ὁ
Σωτήρας μας Χριστός. Εἶναι
αὐτὴ ἡ ὁποία ὑπήκουσε ὁλοκληρωτικὰ στὸ Θεὸ
προκειμένου ὁ Θεὸς νὰ γίνει ἄνθρωπος καὶ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο. Ἀκολούθως εἶναι ὁ μνήστωρ
καὶ προστάτης τῆς
Παναγίας καὶ τοῦ
μικροῦ Ἰησοῦ, ὁ Ἰωσήφ. Εἶναι αὐτὸς ποὺ πῆρε
τὸ παιδίον Ἰησοῦν καὶ διέφυγε
στὴν Αἴγυπτο γιὰ νὰ
γλυτώσει ὁ Χριστὸς τὰ
μαχαίρια τοῦ Ἡρώδη.
Ὁ λόγος τοῦ ἀγγέλου «ἐγερθεὶς παράλαβε
τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα
αὐτοῦ νυκτὸς καὶ φεῦγε
εἰς Αἴγυπτον, μέλλει γὰρ Ἡρώδης
ζητεῖν τὸ παιδίον τοῦ ἀπολέσαι αὐτὸ» δὲν ἔμεινε θεωρία, ἀλλὰ
πραγματοποίησε ὁ Ἰωσὴφ τὴν
ἐντολὴ αὐτὴ τοῦ Θεοῦ, παραμένοντας στὴν Αἴγυπτο
ἕως τῆς ἐντολῆς
Ἡρώδου. Ἐκτὸς ὅμως τὴ Θεοτόκο
καὶ τὸ μνήστορα
Ἰωσὴφ οἱ ὁποῖοι ἔπαιξαν τὸ κυριώτερο
ρόλο εἶναι καὶ οἱ ἄγγελοι ποὺ ἐδοξολόγουν
τὸ Χριστό καὶ λέγοντας
«δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνῃ,
ἐν ἀνθρώποις εὐδοκίᾳ». Εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἔδειξαν πρὸς τοὺς
ποιμένες τοῦ Ἰσραὴλ ποῦ ὁ
Χριστὸς γεννᾶται, μὲ συνέπεια
ἀκολούθως νὰ πᾶνε πρῶτοι
οἱ ποιμένες αὐτοὶ τῆς
Βηθλεὲμ ἐκεῖ ποὺ ἦταν ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὸν Μέγα
Βασιλέα μας Χριστό.
Ἐκεῖνοι δηλαδὴ ποὺ πῆγαν πρῶτοι
πρὸς τὴ Φάτνη τοῦ
Ἰσραὴλ δὲν ἦταν οἱ γραμματεῖς
καὶ οἱ φαρισαῖοι, οὔτε οἱ ἄλλοι
μελετητὲς τῶν προφητειῶν
περὶ τῆς Ἐνανθρωπήσεως
τοῦ Θείου Λόγου, ἀλλὰ οἱ βοσκοί. Καὶ τέλος,
προσκύνησαν τὸ Χριστὸ
οἱ μάγοι οἱ ὁποῖοι ἔκαναν μεγάλο
ταξίδι γιὰ τὰ μέτρα τῆς ἐποχῆς
τους, καὶ ἦρθαν στὰ Ἱεροσόλυμα ἀπὸ
πολὺ μακριὰ χρησιμοποιώντας ὡς
μεταφορικὸ μέσο τὶς καμήλες τους. Τὸν Χριστὸ ὅμως
δὲν τὸν βρῆκαν
στὸ σταῦλο ὅπου γεννήθηκε γιατὶ ἔφτασαν μετὰ ἀπὸ
δύο χρόνια καὶ ὁ Χριστὸς φιλοξενοῦνταν σ’
ἕνα ταπεινὸ σπιτάκι.
Ἐκτὸς ὅμως τῶν ἱερῶν αὐτῶν
προσώπων ἔχουμε καὶ ἄλλους
ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἐδίωξαν
τὸ Χριστό. Πρῶτος
ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς διῶκτες
του εἶναι ὁ Ἡρώδης ὁ ὁποῖος
ἔδειξε τὴν μεγάλη
κακία καὶ πρὸς ἄλλα
πρόσωπα. Εἶναι αὐτὸς
ποὺ σκότωσε τὴ
γυναίκα του, ὀνόματι Μαριὰμ
μαζὶ μὲ τὰ
τρία του παιδιά. Εἶναι αὐτὸς
ἀκόμα ποὺ σκότωσε ὅσους νόμιζε
πὼς ἐπιβουλεύονται τὸ θρόνο
του. Εἶναι αὐτὸς
ποὺ ἐξεμάνη τόσο
πολὺ ἐπειδὴ τὸν
ξεγέλασαν οἱ μάγοι μὴ γυρίζοντας πίσω
στὸ παλάτι γιὰ νὰ ποῦν
πρὸς
αὐτὸν ποῦ ἀκριβῶς βρισκόταν
ὁ νεογέννητος Χριστός, ἔστειλε στρατιῶτες
στὴ Βηθλέὲμ
μὲ τὴ διαταγὴ τῆς
σφαγῆς ὅλων τῶν νηπίων τῆς
Βηθλεὲμ καὶ τῶν
περιχώρων της. Κι αὐτὸ τὸ ἔκανε ὁ Ἡρώδης
μήπως ἀνάμεσα στὰ παιδιὰ
τῆς Βηθλεὲμ βρισκόταν καὶ ὁ
Χριστός. Ἐκτὸς ὅμως ἀπ’ αὐτὸ
τὸ ἔγκλημα τῆς
σφαγῆς τῶν νηπίων
τῆς Βηθλεὲμ ὁ Ἡρώδης
ἔκλεισε στὶς φυλακὲς
τῆς Ἱεριχοῦς τοὺς ἐπιφανέστερους Ἰουδαίους,
διατάζοντας τὴν ἀδερφή
του νὰ τοὺς
δολογονήσει λίγη ὥρα πρὸ τοῦ δικοῦ
του θανάτου γιὰ νὰ φανεῖ
πὼς οἱ Ἰουδαῖοι κλαῖνε γιὰ τὸ δικό του
θάνατο. Τὸ πρόσωπο τοῦ Ἡρώδη ὡς
σύμβολο
τῆς κακίας καὶ ὡς ἐχθρὸς
τοῦ Χριστοῦ ἔδωσε τοὺς
πρώτους μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἀλλὰ
δὲν εἶναι μόνον ὁ Ἡρώδης ὁ Τετράρχης
ποὺ ἐδίωξε τὸ Χριστό. Διότι ἀπὸ
τὴν ὥρα ποὺ δημιουργήθηκε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, πάνω ἀπὸ 2.000
χρόνια ὑπάρχουν διῶκτες
κατὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας
του. Καὶ τοῦτο δὲν εἶναι
παράλογο, ἀδελφοί μου. Ἄν οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ ἐδίωξαν
παντοιοτρόπως τὸ Χριστό,
γιατὶ οἱ μαθητὲς τοῦ
Χριστοῦ νὰ ἔχουν
καλύτερη μεταχείριση; Αὐτὸ τὸ εἶπε ἄλλωστε
καὶ Αὐτὸς ὁ Χριστός:
«εἴ ἐμὲ ἐδίωξαν
καὶ ὑμᾶς διώξωσιν, εἵ
τὸν λόγον μου ἐτήρησαν
καὶ τὸν ὑμέτερον τηρήσουσιν». (Ἰω. 15,20) «πάντες
οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν
διωχθήσονται», (Β΄Τιμ. 2,12) μᾶς λέει ὁ
ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν, ἅγιος
Παῦλος.
Ὁ Χριστὸς
ὅμως μᾶς λέει ὅτι οὐδέποτε
πρέπει νὰ φοβόμαστε τοὺς διωγμοὺς
αὐτούς. Λέει συγκεκριμμένα: μὴ φοβᾶστε
ὅσους σᾶς κακολογοῦν οἱ ἄνθρωποι ἐξαιτίας
ἐμοῦ καὶ τοῦ Εὐαγγελίου
διότι
«Θὰ εἶσθε εὐτυχισμένοι πλήρως ὅταν ἀξιωθῆτε
νὰ περάσετε ἀπὸ διώξεις
λόγω τῆς πίστεώς
σας στὸ Χριστό. «Μακάριοι ἐστε ὅταν διώξουσιν ὑμᾶς καὶ εἴπωσιν
πᾶν πονηρὸν ρῆμα ψευδόμενοι ἔνεκεν ἐμοῦ». (Ματθ.
5,11)
Ὡς
σημεῖο ἀντιλεγόμενο ὁ Χριστὸς
ἄλλοι τὸν ἀγαποῦσαν καὶ ἄλλοι,
κι αὐτοὶ εἶναι οἱ περισσότεροι, τὸν ἐδίωκαν καὶ τὸν διώκουν ἐπὶ
2000 χρόνια συνεχῶς. Κατ’ ἀρχὰς
ἐδιώχθη ἀπὸ τοὺς γραμματεῖς καὶ
φαρισαίους τῆς ἐποχῆς
του. Μετὰ ὅμως ἀπ’ αὐτοὺς
οἱ ὁποῖοι χάρηκαν βέβαια
πάρα πολὺ βλέποντας τὸ
Χριστὸ πάνω στὸ σταυρό, ἀλλὰ
εἶναι οἱ ἴδιοι ποὺ τελικὰ λυπήθηκαν
ὅταν ὁ Χριστὸς ἀνέστη Τριήμερος. Οἱ
γραμματεῖς καὶ φαρισαίοι ὅμως θεωροῦσαν καὶ
τὰ θαύματα τοῦ
Χριστοῦ ὡς δαιμονικὲς
ἐνέργειες. Οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι
συκοφαντοῦσαν καὶ εἰρωνεύονταν τὸ ἔργο
τοῦ Θεανθρώπου. Νόμιζαν οἱ γραμματεῖς
καὶ φαρισαίοι ὅτι ἀνεβάζοντας
τὸ Χριστὸ πάνω
στὸ σταυρὸ νικοῦσαν τὸ
Χριστό, ἀλλὰ ὁ σταυρὸς ἔδωσε
τὴ νίκη ὄχι
στοὺς ἑβραίους, ἀλλὰ σ’ Αὐτόν,
τὸ Χριστό.
Μετὰ
τοὺς γραμματεῖς καὶ φαρισαίους ἐμφανίστηκαν
καὶ ἄλλοι διῶκτες∙ οἱ ἀσεβεῖς
καὶ εἰδωλολάτρες βασιλεῖς
ὅπως ὁ Νέρων, ὁ Διοκλητιανὸς καὶ ἄλλοι πολλοὶ ἐκπρόσωποι τῆς ἀντιχριστιανικῆς ἐξουσίας. Καὶ ὅλοι αὐτοὶ οἱ βασιλεῖς
μὲ τὴ δύναμη τοῦ
ξίφους τους προσπάθησαν
νὰ νικήσουν τὸ
Χριστὸ καὶ τὴν ἁγία
Του Ἐκκλησία. «Καὶ πῦλαι ἅδου,
ὅμως, οὐ κατισχήσουσιν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ
Χριστοῦ», ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης
ὁ Χρυσόστομος.
Ἐκτὸς
ὅμως ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες
βασιλεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐδίωκαν τὴν Ἐκκλησία τοῦ
Χριστοῦ μὲ τὴ δύναμη ποὺ τοὺς ἔδιδε ἡ
σατανικὴ ἐξουσία τους ὑπῆρχαν
καὶ ὑπάρχουν καὶ πάμπολλοι
ἄθεοι. Οἱ ἄθεοι συγγραφεῖς
Βολταῖρος, Ρενὰν καὶ ἄλλοι
προσπάθησαν νὰ νικήσουν τὸ Χριστὸ
καὶ τὸ Εὐαγγέλιο
χρησιμοποιώντας ἄλλοτε κακὰ
παραδείγματα ἱερέων καὶ ἄλλοτε
γράφοντας πὼς τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι πεπαλαιωμένο καὶ πρέπει νὰ ἀλλάξει. Τὸ
Εὐαγγέλιο ὅμως εἶναι διαχρονικὸ καὶ
δὲν μπορεῖ νὰ ἀλλάξει. Ποιός, ὅμως, θυμᾶται
τὰ ὀνόματα τῶν
διωκτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας (εἰδωλολατρῶν καὶ αἱρετικῶν «χριστιανῶν») καὶ δὲν τοὺς ἐλεεινολογεῖ;
Τοὺς μάρτυρες ὅμως
ποὺ πότισαν τὸ δένδρο
ὄλοι τοὺς μνημονεύουμε
μὲ τὰ καλύτερα
λόγια. Μνημονεύουμε πάντα μὲ
μελανὰ χρώματα τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ
οἱ μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ, παρ’ὅλο ποὺ πέρασαν ἀπὸ
τὴν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας τοῦ
Χριστοῦ περισσότερα ἀπὸ
2000 χρόνια συνεχίζουμε
νὰ τοὺς ἔχουμε πρότυπά μας.
Ὑπάρχουν, ὅμως,
δυστυχῶς καὶ σήμερα πάμπολλοι
ἄθεοι ποὺ κυνηγοῦν τὸ Σκάφος τῆς
Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Ἀλλὰ ὅσοι κυνηγοῦν τὸ
Χριστὸ ὁμοιάζουν μὲ ἀνθρώπους ποὺ
χτυποῦν στὰ καρφιά.
Κτυπώντας ὅμως τὰ πόδια
στὰ καρφιὰ δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ
ματώσεις τὰ πόδια
σου. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἰουλιανὸς ὁ
παραβάτης ἀναφώνησε τελικά: «νενίκηκάς με Ναζωραῖε». Ὁ Χριστός, ἄλλωστε, «ἐξῆλθεν νικῶν καὶ ἵνα
νικήσῃ». (Ἀποκ. 6,4)
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἅγιος
Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀναρωτιέται: Πόσοι καὶ πόσοι δὲν πολέμησαν τὴν Ἐκκλησία τοῦ
Χριστοῦ, ἀλλὰ χάθηκαν οἱ πολέμιοι
τοῦ Χριστοῦ καὶ ὄχι ὁ Χριστός; Κι αὐτὸ ἔγινε, λέει ὁ ἅγιος, διότι ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία
ὑβριζομένη λαμπροτέρα καθίσταται». Διότι, ἀδελφοί μου, ἡ Ἐκκλησία καὶ οἱ
πιστοὶ οὐδέποτε φοβήθηκαν τοὺς διωγμούς. Ὅταν εἶναι ὁ Χριστὸς
μαζί μας τὶ καὶ ποιὸν
νὰ
φοβηθοῦμε;
Ἀδελφοί
μου! Ἐπειδὴ
ποτὲ δὲν ἔλειψαν, οὔτε θὰ παύσουν νὰ
ὑπάρχουν οἱ διῶκτες τοῦ Χριστοῦ∙ ἐπειδὴ πάντοτε θὰ
ἔχουμε Ἡρῶδες μὲ ἄλλα ὀνόματα,
οἱ ὁποῖοι θὰ κυνηγοῦν τὴν Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου
ἄς μὴ
τοῦ παρακολουθοῦμε. Διότι τὸ Εὐαγγέλιο, τὸ
ὁποῖο μεταφράστηκε σὲ χιλιάδες
γλῶσσες ὁδηγεῖ ἑκατομμύρια ἀνθρώπους
στὸν Ἀρχηγὸ τῆς
Σωτηρίας μας. Ἐνῶ οἱ ἄθεοι συγγραφεῖς ποτὲ δὲν θὰ ἔχουν τὰ
βιβλία του τέτοια ἰσχὺ ὅπως ἔχει ἡ Ἁγία
Γραφή. Ἄς μὴ ἀκοῦμε ὅλους αὐτοὺς
τοὺς συκοφάντες τοῦ Εὐαγγελίου γιατί μόνο τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου
μας μᾶς
ὁδηγεῖ πρὸς μιὰ ζωὴ
ποὺ εἶναι ζωὴ ἀτέλειωτη, μᾶς ὁδηγεῖ στὴν
αἰώνια ζωή. Ἀμήν