31/12/14

Η Οσία Μελάνη η Ρωμαία

Έζησε στα χρόνια που βασιλιάς ήταν ο Ονώριος, δεύτερος γιος του Μεγάλου  Θεοδοσίου. Οι γονείς της, ευγενείς και πλούσιοι, την πάντρεψαν σε μικρή ηλικία και απέκτησε δύο παιδιά. Όμως μεγάλες δοκιμασίες την περίμεναν. Την μητρική της καρδιά σπάραξε ο θάνατος των δυο παιδιών της. Μετά από λίγο  και  εντελώς ξαφνικά, πέθανε και  ο σύζυγός της. Και  για να γεμίσει το πικρό ποτήρι της λύπης, χάνει και τους γονείς της. Οι στιγμές δύσκολες. Ποιος θα την παρηγορήσει; Μα ποιος άλλος; Ο Λόγος του Θεού, που λέει: «τη ελπίδι χαίροντες, τη θλίψει υπομένοντες, τη προσευχή προσκαρτερούντες». Δηλαδή, η ακλόνητη ελπίδα  σας στα μέλλοντα αγαθά, να σας γεμίζει χαρά και να σας ενισχύει για να δείχνετε υπομονή στην θλίψη. Και να επιμένετε στην προσευχή, συνεχίζει ο Λόγος του Θεού, από την οποία θα λαμβάνετε σπουδαία βοήθεια στις δύσκολες περιστάσεις της ζωής σας.
Έτσι και η Μελάνη, αδιάφορη γιαα τις κοσμικές απολαύσεις, αποσύρθηκε σε ένα εξοχικό της κτήμα, όπου αφοσιώθηκε στην μελέτη και την προσευχή. Εκεί επίσης καλλιγραφούσε ιερά βιβλία και τα έδινε να τα διαβάζουν οι πιστοί. Διέθεσε όλη της την περιουσία για την ανακούφιση των φτωχών και  ασθενών.
Και αφού επισκέφθηκε πολλούς τόπους βοηθώντας τους πάσχοντες, κατέληξε στην Ιερουσαλήμ, όπου και πέθανε από πλευρίτιδα.
Ο δε Σ. Ευστρατιάδης γράφει τα εξής για την Αγία αυτή: «...Αυτή  ήν επί της βασιλείας Ονωρίου (395 – 423), Ρωμαία πλούσια και εκ γένους περιφανούς και ενδόξου. Συζευχθείσα παρά την θέλησιν αυτής, απεσύρθη μετά τον θάνατον του ανδρός και  των δύο αυτής τέκνων εις εν προάστειον της Ρώμης, επιμελουμένη των πτωχών, υποδεχόμενη τους ξένους, επισκεπτόμενη τους εξόριστους και εν φυλακαίς και θεραπεύουσα τους νοσούντας. Μετά την εκποίησιν των κτημάτων αυτής και διανομήν των προσόντων εις μονάς και εκκλησίας, δια της Αφρικής και Αλεξανδρείας κατέλαβε τα Ιεροσόλυμα και ενεκλείσθη εις πενιχρόν κελλίον εκεί έκτισε και μονήν εις ήν συνήγαγεν ενενήκοντα παρθένους, εξ ιδίων δια την διατροφήν αυτών δαπανώσα, μικρόν ασθενήσασα εκ πλευρίτιδας, μετέλαβε των αχράντων μυστηρίων εκ των χειρών του Επισκόπου Ελευθερουπόλεως και ανεπαύθη εν Κυρίω".


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.           
Τοῦ πλούτου σκορπίσασα, τὰς μυριάδας σεμνή, τὸν πλοῦτον τῆς χάριτος, δι’ ἐναρέτου ζωῆς, Ὁσία ἐπλούτησας· σὺ γὰρ δι’ ἐγκρατείας, καὶ ζωῆς ἰσαγγέλου, σκεῦος τοῦ Παρακλήτου, ἐπαξίως ἐδείχθης· διὸ σὲ μακαρίζομεν, Μελάνη θεόληπτε.


Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῇ ἰσαγγέλῳ πολιτείᾳ σου δοξάσασα
Μῆτερ Μελάνη τὸν λαμπρῶς σε θαυμαστώσαντα
Οὐρανίου κατηξίωσαι εὐκληρίας.
Ἀλλ’ ὡς θείας ἀπολαύουσα λαμπρότητος
Σκοτασμοῦ ἁμαρτιῶν ἡμᾶς ἀπάλλαξον         
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Μῆτερ ἰσάγγελε.


Μεγαλυνάριον.
Ἔρωι τῷ θείῳ τὴν σὴν ψυχήν, πτερώσασα Μῆτερ, ἠγωνίσω ἀσκητικῶς, καὶ ἀντί τοῦ πλούτου, τοῦ ἐπιγείου εὗρες, Μελάνη μακαρία, ὄλβον οὐράνιον.


Ο Άγιος Ζωτικός ο Ορφανοτρόφος

Γεννήθηκε και ανατράφηκε στην Ρώμη, από ευγενή  οικογένεια, με πολλή ευλάβεια και παιδεία. Τον στόλιζε πολλή φιλανθρωπία  και  τον διέκρινε η ειλικρινής προσπάθεια στο να υπηρετεί τον Χριστό, πράττοντας τις εντολές Του. Γι’ αυτά του τα χαρίσματα, ο Ζωτικός ήταν πολύ αγαπητός στον Μεγάλο Κωνσταντίνο (330 μ.Χ.), ο οποίος, αφού έκτισε την Κωνσταντινούπολη και την ανέδειξε πρωτεύουσα του κράτους του, προσκάλεσε σ’ αυτήν τον Ζωτικό με άλλους ευσεβείς άνδρες, για να τους έχει εκεί πολύτιμους εργάτες της  χριστιανικής  αγάπης.
Ο Άγιος Ζωτικός, διακρίθηκε κυρίως στην περιποίηση των λεπρών. Τους οποίους πλησίαζε χωρίς φόβο, δίνοντας σ’ αυτούς βοηθήματα και παρηγορούσε την δυστυχία τους με αδελφική αφοσίωση. Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο γιός του Κωνστάντιος, ακολούθησε άλλους δρόμους και κακομεταχειρίστηκε τον Ζωτικό, με αποτέλεσμα ο φιλάνθρωπος αυτός άνδρας, να πεθάνει από τις κακουχίες και  τις ταλαιπωρίες.
Αλλά ο θάνατός του, κίνησε την μετάνοια του Κωνσταντίου. Αφού μεταμελήθηκε, τίμησε την μνήμη του κτίζοντας ένα λεπροκομείο για την περίθαλψη των λεπρών. Και το προίκισε με πολλά κτήματα και εισοδήματα.
Από τότε, πολλοί αυτοκράτορες, όπως ο Κωνσταντίνος Ζ’ ο Πορφυρογέννητος (945), ο Ιωάννης ο Τσιμισκής (963 – 976), ο  Ρωμανός  ο Γ’ (1028 – 1034), εξασφάλιζαν την καλή λειτουργία του και εξυπηρετούσε πλήθος λεπρών, χάρη στην αρχική φιλανθρωπική ενέργεια του Αγίου Ζωτικού.


30/12/14

Η Αγία Ανυσία η Οσιομάρτυς

Η Αγία Ανυσία, έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορος Διοκλητιανού (298 μ.Χ.). Καταγόταν από την Θεσσαλονίκη και ήταν θυγατέρα γονέων ευσεβών και πολύ πλουσίων. Όταν πέθαναν οι γονείς της, η Ανυσία στάθηκε κυρία του εαυτού της. Ούτε τα πλούτη που κληρονόμησε την μέθυσαν, ούτε η ορφάνια της την παρέσυρε. Αλλά με φρόνηση και εγκράτεια, προσπαθούσε πάντα να μαθαίνει «τι εστίν ευάρεστον τω Κυρίω». Τι  δηλαδή, είναι ευχάριστο και  ευπρόσδεκτο  στον  Κύριο.
Η ευσέβειά της αυτή, την έκανε γνωστή  στους ειδωλολάτρες. Μια φορά λοιπόν, ενώ πήγαινε στην εκκλησία, την συνάντησε κάποιος ειδωλολάτρης στρατιώτης. Αφού την έπιασε βίαια, την έσυρε στους βωμούς των ειδώλων και την πίεζε να θυσιάσει στους Θεούς. Η Ανυσία ομολόγησε ότι πιστεύει στον ένα και αληθινό Θεό, τον Ιησού Χριστό, και Αυτόν αγωνίζεται να ευχαριστεί κάθε μέρα. Ο στρατιώτης εξαγριωμένος, άρχισε να βλασφημεί το  Θεό  και τότε  η Ανυσία τον έφτυσε στο πρόσωπο.
Ντροπιασμένος αυτός, έσυρε το σπαθί του και διαπέρασε τα πλευρά της. Έτσι  η  Ανυσία, πήρε το αμαράντινο στεφάνι του μαρτυρίου.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.       
Χριστὸν ποθήσασα, ἀπὸ νεότητος, αὐτοῦ τοῖς ἴχνεσι, κατηκολούθησας, ἐν ἀρεταῖς ἀσκητικαῖς ἐκλάμπουσα Ἀνυσία· ὅθεν καὶ ἀθλήσασα, πρὸς νυμφῶνα οὐράνιον, χαίρουσα ἀνέδραμες, ὡς παρθένος θεόληπτος, πρεσβεύουσα ὑπὲρ τῶν βοώντων· χαῖρε σεμνὴ Ὁσιομάρτυς.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.           
Παρθενίας χάρισι, κεκοσμημένη Ὁσία, μαρτυρίου ἤνυσας, γνώμῃ ἀνδρείᾳ τὸ σκάμμα· ὅθεν σε, διπλοῖς στεφάνοις ὁ σὸς Νυμφίος ἔστεψεν, ὁ κατ’ ἀξίαν νέμων τὰ γερά· ὃν δυσώπει Ἀνυσία, ὑπὲρ τῶν πίστει ἀνευφημούντων σε.

Μεγαλυνάριον.
Τῆς Θεσσαλονίκης θεῖος βλαστός, καὶ ἄμωμος νύμφη, τοῦ Παντάνακτος Ἰησοῦ, ὤφθης Ἀνυσία, ἀσκήσει καὶ ἀθλήσει, ἐχθρὸν καταβαλοῦσα, τὸν πολυμήχανον.


Ο Άγιος Γεδεών ο Νέος Οσιομάρτυρας

Γεννήθηκε στο χωριό Κάπουρνα της Δημητριάδος (Νομός Μαγνησίας). Οι ευσεβείς γονείς του, ονομάζονταν Αυγερινός και  Κυράτζα.
Ο Γεδεών, κατά κόσμον Νικόλαος, δώδεκα χρονών με την οικογένειά του ήλθε στο χωριό Γιερμή  και από εκεί στο Βελεστίνο, όπου εργαζόταν κοντά στον θείο του. Τον άρπαξε όμως κάποιος Τούρκος και τον εξισλάμισε με το όνομα Ιμπραήμ. Αλλά ο Νικόλαος, κατόρθωσε και δραπέτευσε και επανήλθε στην οικογένειά του. Ο πατέρας του τον φυγάδευσε  στο  χωριό Κεραμίδι, όπου κοντά σε κάποιους οικοδόμους πήγε στην Κρήτη. Εκεί  εξομολογήθηκε σε κάποιον ιερέα  και βρήκε άσυλο  στο  εξωκλήσι του.
Μετά τον θάνατο του  ιερέα, ο Νικόλαος έφυγε για το Άγιον Όρος. Εκεί πάλι εξομολογήθηκε, έλαβε των Αχράντων Μυστηρίων και στη Μονή Καρακάλου, εκάρη μοναχός  με το όνομα Γεδεών.
Στην Μονή  αυτή έμεινε 35 χρόνια. Με τον πόθο όμως του μαρτυρίου, ήλθε στο Βελεστίνο, όπου μέσα στην αγορά με θάρρος ομολόγησε τον Χριστό. Διωκόμενος από τους Τούρκους, ήλθε στην Αγυϊά, όπου συνελήφθη. Οι Τούρκοι, αφού τον διαπόμπευσαν στους δρόμους του Τιρνάβου, κατόπιν του έκοψαν τα πόδια  και τα χέρια  και  στη συνέχεια τον έριξαν στα αποχωρητήρια.      
Εκεί, μέσα σε φρικτούς πόνους, παρέδωσε το πνεύμά του στις 30 Δεκεμβρίου 1818. Η τίμια κάρα του μάρτυρα, αποθησαυρίστηκε  στην αγία Τράπεζα του Μητροπολιτικού Ναού του Τυρνάβου, Παναγίας Φανερωμένης.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.           
Ὁσίων ἰσότιμος, καὶ Ἀθλητῶν κοινωνός, καὶ θεῖον ἀγλάϊσμα, τῆς Καρακάλλου Μονῆς, ἐδείχθης μακάριε· σὺ γὰρ στερρῶς ἀθλήσας, τὸν ἐχθρὸν ἐτροπώσω· ἔνθεν Ὁσιομάρτυς, Γεδεὼν ἐδοξάσθης, πρεσβεύων ὑπὲρ πάντων, ἡμῶν τῶν εὐφημούντων σε.


Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.           
Ἐν ἀσκήσει πρότερον, ἐνδιαπρέψας θεόφρον, τῇ ἀθλήσει ὕστερον, θεοπρεπῶς ἐδοξάσθης· πόνοις γάρ, ἐγκαρτερήσας τοῖς ἀφορήτοις, ᾔσχυνας, ἐχθροῦ εἰς τέλος τὰς μεθοδείας· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, Ὁσιομάρτυς Γεδεὼν ἔνδοξε.


Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Ὁσίων ὁ μιμητής· χαίροις τῶν Μαρτύρων, θιασώτης καὶ ζηλωτής· ἐν γὰρ ἀμφοτέροις, νομίμως διαπρέψας, Ὁσιομάρτυς ὤφθης, Γεδεὼν ἔνθεος.


29/12/14

Ο Όσιος Μάρκελλος

Πέτυχε στην ζωή του διότι με την χάρη του Θεού κατάλαβε, ότι οι κοσμικές λαμπρότητες  φαίνονται και αφανίζονται όπως τα άνθη. Και είχε την πεποίθεση ότι ζωή αληθινή και κερδισμένη είναι μόνο εκείνη, που αφιερώνεται στην υπηρεσία του καλού, επάνω στον δρόμο του  Ιησού Χριστού.
Ο Μάρκελλος έζησε τον 5ο αιώνα, επί  πατριαρχείας Γενναδίου του Α’ (458 – 471) και βασιλέως του Λέοντα Α’ του Μακέλλη. Η καταγωγή του Μάρκελλου ήταν από τη Συρία και η οικογένειά του ήταν αρκετά πλούσια. Επειδή  οι  γονείς του αγαπούσαν τα γράμματα, στόλισαν τον γιο τους με πολλή παιδεία. Αλλά  η καρδιά του νέου, είχε μέσα της ζωηρή και ακοίμητη την φλόγα της ευσεβείας. Τα κοσμικά αξιώματα δεν τον ενδιέφεραν.
Με τέτοιες διαθέσεις πήγε στην Έφεσο, όπου μπήκε σε μοναστήρι και έγινε μοναχός. Από εκεί πήγε στην Κωνσταντινούπολη, στη Μονή Ακοιμήτων, όπου ηγούμενος ήταν ο Αλέξανδρος. Εκεί, γρήγορα διακρίθηκε για τις αρετές του και αγαπήθηκε πολύ από τους αδελφούς της Μονής, για την ταπεινοφροσύνη που διατηρούσε, άν και ήταν άνθρωπος μελέτης και μεγάλης διανοητικής αξίας.
Αφού πέθανε ο ηγούμενος Αλέξανδρος και ύστερα ο διάδοχός του Ιάκωβος, η αγάπη και  η εκτίμηση των αδελφών, ανέδειξε ηγούμενο τον Μάρκελλο. Η διοίκησή του ήταν άριστη. Σύμφωνα με άλλη γνώμη, την μονή Ακοιμήτων, είχε κτίσει αυτός ο Όσιος Μάρκελλος, πιθανών στη θέση του σημερινού Τσιμπουκλί.
Έτσι με αυτή την θεία και Οσία ζωή του, κοιμήθηκε και αναπαύτηκε ο Μάρκελλος στη Μονή του.


Απολυτίκιον. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.          
Ύμνον άληκτον, Θεώ προσφέρων, νουν ακοίμητον, προσφόρως έσχες, προς εκπλήρωσιν των θείων προστάξεων· όθεν κανών αρετής εχρημάτισας, και Μοναστών ποδηγέτης θεόσοφος. Πάτερ Μάρκελλε, Χριστόν τον Θεόν  ικέτευε, δωρήσασθαι  ημίν το μέγα έλεος.


Κοντάκιον. Ήχος πλ. β’. Την υπέρ ημών.     
Την αγγελικήν, ασίγητον υμνῳδίαν, σώματι θνητώ, μιμούμενος θεοφόρε, ποιμήν άγρυπνος ώφθης, σαφώς και αρχέτυπον, τοις εκ πόθου επομένοις σοι, ευσεβεία  και  σεμνότητι, και βοώσι Πάτερ Μάρκελλε· χαίροις θεράπον Χριστού, και  Οσίων κρηπίς.



Μεγαλυνάριον.
Αίνεσιν ακοίμητον τω Θεώ, Μάρκελλε προσφέρων, κατεκοίμησας των παθών, τας  επαναστάσεις, και  άγρυπνος προστάτης, υπνώσας πανοσίως, ημίν γεγένησαι.

Τα Άγια Νήπια (περίπου 14.000) που εσφάγισαν με διαταγή του Ηρώδη

Όταν οι Μάγοι δεν επέστρεψαν στον Ηρώδη να του πουν που είναι ο Χριστός, ο πονηρός αυτός βασιλιάς μηχανεύθηκε άλλο σχέδιο για να εξοντώσει το Θείο  Βρέφος.
Είχε  ακούσει  ότι, σύμφωνα με τις Γραφές, τόπος γέννησης του Χριστού θα ήταν η Βηθλεέμ. Επειδή όμως δεν γνώριζε ποιος ήταν ο Ιησούς αν βρισκόταν μέσα στη Βηθλεέμ ή στα περίχωρά της και επειδή  συμπέρανε ότι το παιδί θα ήταν κάτω από δυο χρονών, έδωσε διαταγή να σφαγούν όλα τα παιδιά της Βηθλεέμ και  των περιχώρων της, μέχρι της  ηλικίας των δύο ετών.
Η σφαγή έγινε ξαφνικά, ώστε να μη μπορέσουν οι οικογένειες να απομακρυνθούν με τα βρέφη τους. Και  οι δυστυχισμένες μητέρες είδαν να σφάζονται τα παιδιά τους μέσα στις  ίδιες τις αγκαλιές τους.
Η χριστιανική  Εκκλησία, πολύ σωστά  ανακήρυξε  Άγια τα σφαγιασθέντα αυτά παιδιά, διότι πέθαναν σε μία αθώα ηλικία και υπήρξαν κατά κάποιο τρόπο οι πρώτοι μάρτυρες του χριστιανισμού. Μπορεί  βέβαια να μη βαπτίσθηκαν εν ύδατι, βαπτίσθηκαν όμως, μέσα στο  ίδιο ευλογημένο  αἷμα του μαρτυρίου τους.


Απολυτίκιον. Ήχος α’. Τον τάφον σου Σωτήρ.      
Ως θύματα δεκτά, ως  νεόδρεπτα ῥόδα, και  θεία απαρχή, και νεόθυτοι άρνες, Χριστώ  ώσπερ νήπιον, γεννηθέντι προσήχθητε, αγνά Νήπια, την του Ηρώδου κακίαν, στηλιτεύοντα, και δυσωπούντα  απαύστως, υπέρ των ψυχών  ημών.


Κοντάκιον  Ήχος πλ. β’. Την υπέρ ημών.     
Εν τη Βηθλεέμ, τεχθέντος του  Βασιλέως, εξ Ανατολών, συν δώροις   ήκασι Μάγοι, δι’ αστέρως ἐξ ύψους οδηγούμενοι, αλλ’ Ηρώδης εκταράσσεται, και θερίζει τα Νήπια, ώσπερ σίτον οδυρόμενος· ότι το κράτος αυτού, καθαιρείται ταχύ.


Μεγαλυνάριον.
Βρέφη απειρόκακα και αγνά, τω εκ της Παρθένου, νηπιάσαντι εκοντί, ήχθησαν σφαγέντα, ως άμωμοι θυσίαι· διο την του Ηρώδου, κακίαν φύγωμεν.


28/12/14

Οι Άγιοι Δισμύριοι (20.000) Μάρτυρες οι εν Νικομηδεία καέντες

Τον 4ο αιώνα μ.Χ., επί Διοκλητιανού και Μαξιμιανού, οι χριστιανοί της Νικομήδειας ήταν αρκετά πολυπληθείς. Ο επίσκοπος Άνθιμος, άνδρας άξιος και  με αυταπάρνηση, κοπίαζε νύχτα – μέρα για τις ψυχές των πιστών. Η πρόοδος αυτή των χριστιανών κέντρισε το φθόνο των ειδωλολατρών αρχόντων και θέλησαν να εξοντώσουν την χριστιανική Εκκλησία, προπάντων  στα μεγαλύτερα  και  πολυπληθέστερα κέντρα της.
Σχεδίασαν λοιπόν, ανήμερα Χριστούγεννα να κάνουν γενική σφαγή  των χριστιανών της Νικομήδειας. Οι χριστιανοί είχαν μαζευτεί και πανηγύριζαν το κοσμοσωτήριο γεγονός της γεννήσεως του Χριστού. Ο επίσκοπος, μόλις πληροφορήθηκε ότι τους είχαν περικυκλώσει στρατός και  όχλος  ειδωλολατρών  με όπλα  και  ρόπαλα, διέταξε να γίνει γρήγορα η κοινωνία των Αχράντων Μυστηρίων. Έπειτα, βάπτισε τους κατηχουμένους, για να έχουν  ασφαλή  εφόδια  στην  αιώνια  σωτηρία.
Τότε οι ειδωλολάτρες έβαλαν φωτιά στο ναό, με αποτέλεσμα να καούν χιλιάδες πιστοί. Το  τραγικό  αυτό γεγονός, αντί να μειώσει τον αριθμό των μελών της Εκκλησίας, αντίθετα τον πολλαπλασίασε και χαλύβδωσε ακόμα  περισσότερο το ηθικό των πιστών.
Έτσι και στην περίπτωση αυτή αποδείχθηκε περίτρανα αυτό που είπε η κεφαλή της Εκκλησίας, ο Ιησούς Χριστός:  «και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής». Ο θάνατος δηλαδή  και  οι οργανωμένες δυνάμεις του κακού, δεν θα υπερισχύσουν, ούτε θα κατανικήσουν την Εκκλησία, που είναι αιώνια και αθάνατη.           
(Συναξαριακή πηγή, μαζί με την μνήμη των πιο πάνω Μαρτύρων, αναφέρει και την μνήμη των Αγίων Δημοσθένους, Δημοκλέους και Δημοκρίτου. Η ύπαρξη όμως των Αγίων αυτών είναι αμφίβολη, διότι τα ονόματά τους  καθώς και βιογραφικά στοιχεία γι’ αυτούς δεν αναφέρονται από καμία Αγιολογική πηγή. Ίσως είναι οι ίδιοι και συγχέονται  με τους  ομώνυμούς τους Μάρτυρες της  10ης Απριλίου).


Απολυτίκιον. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.          
Θείον στράτευμα, πόλις αγία, περιούσιος λαός Κυρίου, ανεδείχθητε Δισμύριοι Μάρτυρες· τη γαρ αγάπη αυτού δροσιζόμενοι, δια πυρός τον αγώνα ηνύσατε. Αλλ’ αιτήσασθε, ελέους σοφοί τον πρύτανιν, δωρήσασθαι  ημίν το μέγα έλεος.


Κοντάκιον. Ήχος α’. Τον τάφον σου Σωτήρ.          
Συρατός εν αριθμώ, δισμυρίων Μαρτύρων, ως άδυτος φωστήρ, ανατέλλει φωτίζων, καρδίας και νοήματα, ευσεβών δια πίστεως· εξαφθέντες γαρ, θεία στοργή του Δεσπότου, τέλος  άγιον, δια πυρός  οι  γενναίοι, προθύμως εδέξαντο.



Μεγαλυνάριον.
Φάλαγξ τροπαιούχος αθλητική, και άγιος κλήρος, ω Δισμύριοι Αθληταί, εκ παντός γένους, και πάσης ηλικίας, λαμπρώς συγκροτηθέντες, Θεώ εδείχθητε.

27/12/14

Ο Άγιος Στέφανος ο Πρωτομάρτυρας και Αρχιδιάκονος

Ήταν ένας από τους πιο διακεκριμένους μεταξύ των επτά διακόνων, που εξέλεξαν οι πρώτοι χριστιανοί για να επιστατούν στις κοινές τράπεζες των αδελφών, ώστε να μη γίνονται λάθη. Άν  και κουραστική  η  ευθύνη του επιστάτη για τόσους αδελφούς, παρ’ όλα αυτά  ο Στέφανος έβρισκε καιρό  και  δύναμη για να κηρύττει το Ευαγγέλιο του Χριστού. Και  όπως αναφέρει η  Αγία Γραφή, «Στέφανος πλήρης πίστεως και δυνάμεως εποίει τέρατα και σημεία μεγάλα εν τω λαώ» (Πράξεις των Αποστόλων στ’ 8 – 15, ζ’ 1 – 60). Δηλαδή  ο Στέφανος, που ήταν γεμάτος πίστη και χάρισμα ευγλωττίας, έκανε μεταξύ του λαού  μεγάλα θαύματα, που προκαλούσαν κατάπληξη  και  αποδείκνυαν την  αλήθεια του χριστιανικού  κηρύγματος.
Οι Ιουδαίοι όμως, καθώς ήταν προκατειλημμένοι, εξαπέλυσαν συκοφάντες  ανάμεσα στον λαό, που  διέδιδαν ότι  άκουσαν  τον  Στέφανο να βλασφημεί  το Μωϋσή και τον Θεό. Με αφορμή λοιπόν αυτές τις συκοφαντίες, που οι  ίδιοι  είχαν ενσπείρει, άρπαξαν με μίσος τον Στέφανο και τον οδήγησαν μπροστά στο Συνέδριο, τάχα για να απολογηθεί. Η απολογία του Στεφάνου υπήρξε πρότυπο τόλμης και θάρρους. Χωρίς να φοβηθεί καθόλου, εξαπέλυσε λόγια – κεραυνούς εναντίον των Ιουδαίων. Και  από υπόδικος, ορθώθηκε θυελλώδης ελεγκτής και  κατήγορος. Τότε, ακράτητοι από το μίσος οι  Ιουδαίοι, τον έσυραν έξω από την πόλη, όπου τον θανάτωσαν με λιθοβολισμό.
Εκεί φάνηκε και  η μεγάλη συγχωρητικότητα του Στεφάνου προς τους εχθρούς του με την φράση του, «Κύριε, μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην». Κύριε, μη λογαριάσεις σ’ αυτούς  την  αμαρτία  αυτή.


Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Βασίλειον διάδημα, εστέφθη ση κορυφή, εξ άθλων ών υπέμεινας, υπέρ Χριστού  του  Θεού, Μαρτύρων Πρωτόαθλε Στέφανε· συ γαρ την Ιουδαίων, απελέγξας μανίαν, είδές σου τον Σωτήρα, του Πατρός δεξιόθεν. Αυτόν ούν  εκδυσώπει  αεί, υπέρ  των  ψυχών  ημών.


Κοντάκιον. Ήχος γ’. Η Παρθένος σήμερον.
Ο Δεσπότης χθες ημίν, δια σαρκός επεδήμει, και ο δούλος σήμερον, από σαρκός εξεδήμει· χθες μεν γαρ, ο Βασιλεύων σαρκί  ετέχθη, σήμερον δε, ο οικέτης λιθοβολείται, δι’ αυτόν και  τελειούται, ο  Πρωτομάρτυς  και  θείος Στέφανος.


Μεγαλυνάριον.
Πρώτος διακόνων αναδειχθείς, πρώτος του Δεσπότου, εχρημάτισας μιμητής· όθεν Αθλοφόρων, πρωτεύων Πρωτομάρτυς, τύπος αυτοίς εγένου, Πρώταθλε  Στέφανε.


26/12/14

Ο Όσιος Κωνσταντίνος ο εξ Ιουδαίων



Ο  Όσιος Κωνσταντίνος ήταν από τα Σύναδα της Φρυγίας. Σε νεαρή ηλικία προσπάθησε να ακολουθήσει την ζωή των ενάρετων χριστιανών. Ο νεαρός Ιουδαίος, ο οποίος έφερε την χριστιανική πίστη ήδη στη ψυχή του, αποφάσισε να φύγει από το θόρυβο του κόσμου, και μετέβη στο μοναστήρι Φουβούτιον, του οποίου οι μοναχοί φημίζονταν για την θεάρεστη ζωή τους.
Αφού δοκιμάσθηκε αρκετά  και πείστηκαν για την ειλικρινή  και  φωτεινή πίστη του, του  έδωσαν το  άγιο βάπτισμα και τον ονόμασαν Κωνσταντίνο. Έγινε  έτσι  αδελφός  της  Μονής.
Επιδόθηκε στην μελέτη των πνευματικών πραγμάτων. Όμως αυτό δεν του  ήταν αρκετό, ήθελε να διδάξει και στους άλλους ανθρώπους την αγάπη του Χριστού. Γι’ αυτό άρχισε να μεταβαίνει από την μία πόλη στην άλλη και να κηρύσσει το λόγο του Θεού.        
Απεβίωσε  εν ειρήνη.

25/12/14

Η ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Αυτή την ημέρα η αγία Εκκλησία μας γιορτάζει το μεγάλο και ανερμήνευτο γεγονός  της  κατά σάρκα γεννήσεως του Υιού  και  Λόγου του  Θεού  από την  Υπεραγία  Θεοτόκο.
Μετά τον Ευαγγελισμό της Παρθένου Μαρίας από τον αρχάγγελο Γαβριήλ  και ενώ πλησίαζε ο καιρός να τελειώσουν οι εννέα μήνες  από την υπερφυσική σύλληψη του Χριστού στην παρθενική της μήτρα, ο Καίσαρ Αύγουστος διέταξε απογραφή του πληθυσμού του ρωμαϊκού κράτους.
Τότε ο Ιωσήφ μαζί με την Θεοτόκο, ξεκίνησαν για την Βηθλεέμ, για να απογραφούν εκεί. Επειδή  όμως είχε πλησιάσει ο καιρός να γεννήσει η Παρθένος και  δεν έβρισκαν κατοικία να καταλύσουν, διότι είχε μαζευτεί πολύς λαός στην Βηθλεέμ, μπήκαν σε ένα φτωχικό σπήλαιο. Εκεί η Θεοτόκος γέννησε τον Κύριο Ιησού  Χριστό  και  σπαργάνωσε  σαν  βρέφος τον Κτίστη των απάντων. Έπειτα  Τον έεβαλε  επάνω στη φάτνη των αλόγων ζώων, διότι «έμελλε να  ελευθέρωση ημάς από  την αλογίαν», όπως  χαρακτηριστικά  γράφει ο  Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης.
Από τότε, όλοι οι πιστοί χριστιανοί με χαρά ψάλλουν τον ύμνο των αγγέλων  εκείνης  της  νύκτας: «Δόξα εν υψίστοις  Θεώ  και  επί  γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκίᾳ». Δόξα δηλαδή, άς είναι στον Θεό, που βρίσκεται  στα  ύψιστα  μέρη του ουρανού και στην γη ολόκληρη, που είναι ταραγμένη από την αμαρτία, άς βασιλεύσει η θεία ειρήνη, διότι ο Θεός  έδειξε την αγάπη Του στους ανθρώπους με την ενανθρώπηση του Υιού Του.       
Να σημειώσουμε εδώ, ότι η γιορτή των Χριστουγέννων καθιερώθηκε για πρώτη φορά την  25η Δεκεμβρίου του 397 επί πατριαρχείας  Αγίου  Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Κατ’ άλλους ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Ιουβενάλιος, χώρισε  τις  δύο εορτές των Φώτων και  των Χριστουγέννων, οι  οποίες παλιότερα γίνονταν την  ίδια μέρα, δηλαδή  την  6η Ιανουαρίου.


Απολυτίκιον. Ήχος δ’.
Η Γέννησίς σου Χριστέ ο Θεός ημών, ανέτειλε τω κόσμω, το φως το της γνώσεως· εν αυτή γαρ οι τοις άστροις λατρεύοντες, υπό αστέρος εδιδάσκοντο, σε  προσκυνείν, τον Ήλιον της δικαιοσύνης, και σε γινώσκειν  εξ  ύψους  Ανατολήν. Κύριε  δόξα σοι.

Υπακοή. Ήχος πλ. δ’.     
Την απαρχήν  των εθνών, ο ουρανός σοι προσεκόμισε, τω  κειμένω  Νηπίω εν φάτνη, δι’ αστέρος τους Μάγους καλέσας· ούς και κατέπληττεν, ου σκήπτρα  και θρόνοι, αλλ’ εσχάτη πτωχεία· τι γαρ ευτελέστερον σπηλαίου; τι δε ταπεινότερον σπαργάνων; εν οίς διέλαμψεν ο της Θεότητός σου πλούτος. Κύριε δόξα σοι.


Κοντάκιον. Ήχος γ’. Αυτόμελον. Ποίημα Ρωμανού του Μελωδού
Η  Παρθένος σήμερον, τον Υπερούσιον τίκτει, και  η γη το Σπήλαιον, τω απροσίτω προσάγει. Άγγελοι, μετά Ποιμένων δοξολογούσι, Μάγοι δε, μετά αστέρος οδοιπορούσι· δι’ ημάς γαρ εγεννήθη, παιδίον νέον, ο προ αιώνων Θεός.


Μεγαλυνάριον.
Δόξα εν υψίστοις πάσα πνοή, εν χαρά βοάτω, τω τεχθέντι εν Βηθλεέμ· επί γης γαρ ώφθη, δωρούμενος ειρήνην. Την τούτου προσκυνήσωμεν, θείαν Γέννησιν.


Η Προσκύνησις των Μάγων

Κατά   Ματθαίον Ευαγγέλιον Κεφάλαιο Β’ 1 – 12:

1 Του δε Ιησού  γεννηθέντος εν Βηθλεέμ της  Ιουδαίας  εν  ημέραις Ηρῴδου του  βασιλέως, ιδού  μάγοι  από  ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα
2 λέγοντες· που  εστιν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων; είδομεν γαρ αυτού  τον  αστέρα  εν τη  ανατολή  και  ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ.
3 Ακούσας δε  Ηρῴδης  ο  βασιλεύς  εταράχθη και  πάσα  Ιεροσόλυμα μετ᾿ αυτού,
4 και  συναγαγών πάντας τους  αρχιερείς και  γραμματείς του  λαού επυνθάνετο  παρ᾿ αυτών που  ο  Χριστός  γεννάται.
5 οι  δε  είπον αυτώ· εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας· ούτω γαρ γέγραπται δια  του προφήτου·
6 και  συ  Βηθλεέμ, γη  Ιούδα, ουδαμώς  ελαχίστη εί  εν τοις  ηγεμόσιν Ιούδα· εκ σου  γαρ  εξελεύσεται  ηγούμενος, όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον ᾿Ισραήλ.
7 Τότε  Ηρῴδης λάθρα καλέσας τους μάγους ηκρίβωσε παρ᾿ αυτών τον χρόνον του φαινομένου αστέρος,
8 και  πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε· πορευθέντες  ακριβώς εξετάσατε περί  του  παιδίου, επάν δε εύρητε, απαγγείλατέ μοι, όπως κἀγώ  ελθών προσκυνήσω  αυτώ.
9 Οι  δε  ακούσαντες του  βασιλέως  επορεύθησαν· και  ιδού  ο  αστήρ  όν είδον  εν τη  ανατολή  προήγεν αυτούς, έως  ελθών  έστη  επάνω ού  ήν το παιδίον· 10 ιδόντες  δε τον  αστέρα  εχάρησαν  χαράν  μεγάλην  σφόδρα,
11 και  ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά  Μαρίας της μητρός αυτού, και  πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ, και  ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ  δώρα, χρυσόν και λίβανον και  σμύρναν·
12 και  χρηματισθέντες κατ᾿ όναρ μη  ανακάμψαι προς  Ηρῴδην, δι᾿άλλης  οδού  ανεχώρησαν  εις την χώραν αυτών.

Απόδοση  στη  Νεοελληνική:

1 Όταν ο Ιησούς εγεννήθηκε εις την  Βηθλεέμ της Ιουδαίας κατά τας ημέρας του  Ηρώδη  του  βασιλέως, έφθασαν μάγοι από  την  Ανατολήν  εις  τα  Ιεροσόλυμα  και  ερωτούσαν,
2 «Που είναι εκείνος που εγεννήθηκε, ο βασιλεύς των Ιουδαίων; Διότι είδαμε το  άστρον  του  να  ανατέλλει και ήλθαμε να τον προσκυνήσωμεν».
3 Όταν άκουσε αυτά  ο  βασιλεύς  Ηρώδης, εταράχθηκε  και  μαζί του  όλη η  πόλις  των  Ιεροσολύμων  και,
4 αφού  συγκέντρωσε  όλους τους αρχιερείς και τους γραμματείς του λαού, εζητούσε  να  πληροφορηθεί  από αυτούς που θα γεννηθεί ο Χριστός.
5 Εκείνοι δε του είπαν, «Εις την Βηθλεέμ της Ιουδαίας, διότι είναι γραμμένον  δια  του προφήτου,
6 «Και συ, Βηθλεέμ, γη  του Ιούδα, δεν είσαι με κανένα τρόπο  η  μικρότερη μεταξύ  των  ηγεμόνων  του Ιούδα, διότι από σε θα προέλθει  ένας αρχηγός, ο  οποίος  θα  κυβερνήσει  τον  λαόν μου, τον  Ισραήλ».
7 Τότε ο Ηρώδης  εκάλεσε κρυφά τους μάγους  και εξακρίβωσε από αυτούς  τον  χρόνο  που  φάνηκε το  άστρο.
8 Κατόπιν τους έστειλε εις την Βηθλεέμ και τους είπε, «Πηγαίνετε και εξετάσατε ακριβώς περί του παιδιού. Και  όταν  το  βρήτε, ειδοποιήσατέ με, δια να έλθω  και  εγώ  να το προσκυνήσω».
9 Αυτοί, αφού  άκουσαν τον βασιλέα, έφυγαν. Και να, το άστρο, το οποίο είχαν  ιδή  να ανατέλλει, προηγείτο, έως ότου ήλθε και στάθηκε πάνω στο μέρος, όπου  ευρίσκετο  το παιδί.
10 Μόλις είδαν  το  άστρον, αισθάνθηκαν μεγάλη χαρά.
11 Και  όταν μπήκαν  στο σπίτι, είδαν το παιδί μαζί με την Μαρία, την μητέρα του, και  έπεσαν  στη γη και το προσκύνησαν· κατόπιν άνοιξαν τους θησαυρούς τους  και του προσέφεραν για δώρα χρυσό  και  λιβάνι  και σμύρνα. 
12 Και επειδή καθωδηγήθησαν με όνειρον υπό του Θεού να μη επιστρέψουν στον  Ηρώδη, ανεχώρησαν εις την πατρίδα τους από άλλο δρόμο.


24/12/14

Η Αγία Ευγενία η Οσιομάρτυς

Έζησε στο  δεύτερο μισό του 3ου αιώνα μ.Χ. Καταγόταν από  την Ρώμη  και οι γονείς της ονομάζονταν Φίλιππος και Κλαυδία. Επίσης, είχε και δυο άλλα αδέλφια, τον Αβίτα και τον Σέργιο. Ο πατέρας της διορίστηκε έπαρχος  στην  Αλεξάνδρεια  και  πήγε  εκεί  με  όλη  του  την  οικογένεια.
Εκεί η Ευγενία σπούδασε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο και έμαθε άριστα  την  ελληνική  και ρωμαϊκή φιλολογία. Όταν  τελείωσε τις σπουδές της, ψάχνοντας για περισσότερη γνώση πήρε στα χέρια της  από μία χριστιανή  κόρη τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου. Όταν τις διάβασε, εντυπωσιάσθηκε πολύ. Εκεί μέσα δεν υπήρχαν θεωρίες και φιλοσοφικές  δοξασίες. Οι  γραμμές τους  ενέπνεαν ζωή  και  ελπίδα.
Εκείνη  την περίοδο, οι γονείς της ήθελαν να την δώσουν σύζυγο σε κάποιο Ρωμαίο  αξιωματούχο, τον Ακυλίνα. Τότε η Ευγενία, αρνούμενη να δεχθεί αυτή την πρόταση των γονέων της, κάποια νύχτα ντύθηκε ανδρικά και έφυγε σε άλλη πόλη. Εκεί  κατηχήθηκε, βαπτίσθηκε χριστιανή  και  έλαβε συγχρόνως το μοναχικό σχήμα. Μετά  από χρόνια, επέστρεψε στο σπίτι της και η αναγνώριση από τους γονείς της έγινε μέσα  σε  δάκρυα και ανέκφραστη χαρά. Δεν πέρασε πολύς καιρός και  όλοι στο σπίτι της Ευγενίας δέχθηκαν τον χριστιανισμό.
Από  μίσος  τότε  οι ειδωλολάτρες τραυμάτισαν θανάσιμα τον πατέρα της. Και  όταν  η  Ευγενία επέστρεψε στη Ρώμη, επειδή δεν θυσίαζε στα είδωλα, την  αποκεφάλισαν, τερματίζοντας έτσι ένδοξα «τον καλόν αγώνα  της  πίστεως», μαζί  με την  επίγεια ζωή της.


Απολυτίκιον. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.          
Θείου πνεύματος, τη υμνωδία, φως προσέλαβες θεογνωσίας, Ευγενία Χριστού  καλλιπάρθενε· και  εν Οσίων χορείᾳ εκλάμψασα, αθλητικώς  τον εχθρόν εθριάμβευσας. Μάρτυς ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι  ημίν  το μέγα έλεος.


Κοντάκιον. Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον.    
Την του κόσμου πρόσκαιρον φυγούσα δόξαν, τον Χριστόν επόθησας, το ευγενές σου της ψυχής, αδιαλώβητον σώζουσα, Μάρτυς θεόφρον, Ευγενία πανεύφημε.


Μεγαλυνάριον.
Όρπηξ  ευγενείας θεοειδούς, ήθεσιν  οσίοις, και αγώσιν αθλητικοίς, ώφθης Ευγενία· εντεύθεν ενυμφεύθης, τω Υπερθέω Λόγω, ως καλλιπάρθενος.