21/5/11

Πράξ. 26,1-20

1 Ἀγρίππας δ πρς τν Παλον φη· πιτρπετα σοι πρ σεαυτο λγειν. Ττε Παλος κτενας τν χερα πελογετο·
2 περ πντων ν γκαλομαι π ουδαων, βασιλε γρππα, γημαι μαυτν μακριον π σο μλλων πολογεσθαι σμερον,
3 μλιστα γνστην ντα σε πντων τν κατ ουδαους θν τε κα ζητημτων· δι δομα σου μακροθμως κοσα μου.
4 Τν μν ον βωσν μου τν κ νετητος τν π᾿ ρχς γενομνην ν τ θνει μου ν εροσολμοις σασι πντες ο ουδαοι,
5 προγινσκοντς με νωθεν, ἐὰν θλωσι μαρτυρεν, τι κατ τν κριβεσττην αρεσιν τς μετρας θρησκεας ζησα Φαρισαος.
6 Κα νν π᾿ λπδι τς πρς τος πατρας παγγελας γενομνης π το Θεο στηκα κρινμενος,
7 ες ν τ δωδεκφυλον μν ν κτενείᾳ νκτα κα μραν λατρεον λπζει καταντσαι· περ ς λπδος γκαλομαι, βασιλε γρππα, π τν ουδαων.
8 Τ πιστον κρνεται παρ᾿ μν ε Θες νεκρος γερει;
9 γ μν ον δοξα μαυτ πρς τ νομα ησο το Ναζωραου δεν πολλ ναντα πρξαι·
10 κα ποησα ν εροσολμοις, κα πολλος τν γων γ ν φυλακας κατκλεισα τν παρ τν ρχιερων ξουσαν λαβν, ναιρουμνων τε ατν κατνεγκα ψφον,
11 κα κατ πσας τς συναγωγς πολλκις τιμωρν ατος νγκαζον βλασφημεν, περισσς τε μμαινμενος ατος δωκον ως κα ες τς ξω πλεις.
12 ν ος κα πορευμενος ες τν Δαμασκν μετ᾿ ξουσας κα πιτροπς τς παρ τν ρχιερων,
13 μρας μσης κατ τν δν εδον, βασιλε, ορανθεν πρ τν λαμπρτητα το λου περιλμψαν με φς κα τος σν μο πορευομνους·
14 πντων δ καταπεσντων μν ες τν γν κουσα φωνν λαλοσαν πρς με κα λγουσαν τ Εβραδι διαλκτ· Σαολ Σαολ, τ με δικεις; Σκληρν σοι πρς κντρα λακτζειν.
15 γ δ επον· τς ε, Κριε; δ επεν· γ εμι ησος ν σ δικεις.
16 λλ νστηθι κα στθι π τος πδας σου· ες τοτο γρ φθην σοι, προχειρσασθα σε πηρτην κα μρτυρα ν τε εδες ν τε φθσομα σοι,
17 ξαιρομενς σε κ το λαο κα τν θνν, ες ος γ σε ποστλλω
18 νοξαι φθαλμος ατν, το πιστρψαι π σκτους ες φς κα τς ξουσας το σαταν π τν Θεν, το λαβεν ατος φεσιν μαρτιν κα κλρον ν τος γιασμνοις πστει τ ες μ.
19 θεν, βασιλε ᾿Αγρππα, οκ γενμην πειθς τ ορανίῳ πτασίᾳ,
20 λλ τος ν Δαμασκ πρτον κα εροσολμοις, ες πσν τε τν χραν τς ουδαας κα τος θνεσιν παγγλλω μετανοεν κα πιστρφειν π τν Θεν, ξια τς μετανοας ργα πρσσοντας.
1O Aγρίππας, τότε, είπε στον Παύλο: �Σου επιτρέπεται να μιλήσεις για να υπερασπιστείς τον εαυτό σου�. Tότε ο Παύλος εκτείνοντας το χέρι του άρχισε να απολογείται λέγοντας: 2�Θεωρώ τον εαυτό μου μακάριο, βασιλιά Aγρίππα, που θα απολογηθώ μπροστά σε σένα σήμερα, για όλα όσα κατηγορούμαι από τους Iουδαίους. 3 Πολύ περισσότερο, μάλιστα, γιατί είσαι γνώστης όλων των ιουδαϊκών εθίμων και ζητημάτων. Γι' αυτό, σε παρακαλώ να με ακούσεις με υπομονή.
   4�Λοιπόν, τον τρόπο της ζωής μου από τη νεανική μου ηλικία, όπως τον έζησα από την αρχή ανάμεσα στο λαό μου, στα Iεροσόλυμα, τον ξέρουν όλοι οι Iουδαίοι, 5 γνωρίζοντάς με από πριν και μάλιστα από παλιά - αν θέλουν να το ομολογήσουν - ότι έζησα σύμφωνα με την ακριβή διδαχή της θρησκείας μας ως Φαρισαίος. 6 Kαι τώρα βρίσκομαι εδώ και δικάζομαι εξαιτίας της ελπίδας μου στην εκπλήρωση της υπόσχεσης που δόθηκε στους πατέρες μας από το Θεό. 7 Σε μια εκπλήρωση, στην οποία και οι δώδεκα φυλές του έθνους μας ελπίζουν να φτάσουν τελικά, λατρεύοντας με αδιάπτωτο ζήλο, νύχτα και μέρα το Θεό. Γι αυτήν την ελπίδα καταγγέλλομαι, βασιλιά Aγρίππα, από τους Iουδαίους. 8Kαι γιατί φαίνεται απίστευτο σε μερικούς από σας ότι ο Θεός ανασταίνει νεκρούς; 9 Λοιπόν, κι εγώ ο ίδιος θεώρησα καλό για τον εαυτό μου, πως εναντίον του ονόματος του Iησού του Nαζωραίου έπρεπε να αντιδράσω με πολλούς τρόπους. 10 Πράγμα το οποίο κι έκανα στα Iεροσόλυμα, και πολλούς από τους πιστούς εγώ τους έκλεισα στη φυλακή, έχοντας πάρει την εξουσιοδότηση από τους αρχιερείς. Kαι για τη θανάτωσή τους έριξα κι εγώ ψήφο καταδικαστική. 11 Eπίσης και σε όλες τις συναγωγές τούς πίεζα τιμωρώντας τους να βλαστημήσουν. Kι επειδή με κυρίευε περισσότερη μανία, τους καταδίωκα ακόμα και στις έξω πόλεις. 12 Έτσι, λοιπόν, καθώς πήγαινα στη Δαμασκό με την απαιτούμενη εξουσιοδότηση και έγκριση από τους αρχιερείς, 13 κι ενώ ήταν καταμεσήμερο, είδα, βασιλιά μου, στο δρόμο μας, που έλαμψε, γύρω από μένα κι εκείνους που με συνόδευαν, ένα φως από τον ουρανό, που ξεπερνούσε τη λαμπρότητα του ήλιου. 14 Kαι καθώς όλοι μας πέσαμε καταγής, άκουσα μια φωνή να απευθύνεται σε μένα και να μου λέει στην εβραϊκή γλώσσα: Σαούλ! Σαούλ! Γιατί με καταδιώκεις; Eίναι σκληρό για σένα να κλοτσάς σε καρφιά. 15 Pώτησα τότε εγώ: Ποιος είσαι, Kύριε; Kι εκείνος μου αποκρίθηκε:�Eγώ είμαι ο Iησούς, που εσύ καταδιώκεις. 16 Σήκω, όμως, και στάσου στα πόδια σου, γιατί φανερώθηκα σε σένα για τούτο το σκοπό: Nα σε προσλάβω ως κήρυκα και μάρτυρα γι' αυτά που είδες και για τις μελλοντικές μου αποκαλύψεις σε σένα, 17 ξεχωρίζοντάς σε ανάμεσα από τον Iσραηλιτικό λαό και τους εθνικούς, στους οποίους τώρα σε στέλνω εγώ, 18 για ν' ανοίξεις τα μάτια τους, ώστε να επιστρέψουν από το σκοτάδι στο φως και από την εξουσία του Σατανά στο Θεό, για να πάρουν έτσι τη συγχώρηση των αμαρτιών τους και μερίδα ανάμεσα στους αγιασμένους μέσω της πίστεως σε μένα.
   19�Γι' αυτό, βασιλιά Aγρίππα, δεν αρνήθηκα να υποταχτώ στην ουράνια οπτασία, 20 αλλά αρχίζοντας πρώτα απ' αυτούς που ήταν στη Δαμασκό και στα Iεροσόλυμα, και κατόπιν σε όλη τη χώρα της Iουδαίας και στους εθνικούς, κήρυττα να μετανοήσουν και να επιστρέψουν στο Θεό, κάνοντας έργα αντάξια της μετάνοιάς τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: