ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ
70ή
ἐπί
τῇ ἑορτῇ τῶν Χριστουγέννων.
Πρός
τόν Ἱερό Κλῆρο,
τίς
Μοναστικές Ἀδελφότητες
καί
τόν εὐσεβῆ λαό
τῆς
Μητροπολιτικῆς περιφερείας μας.
«οὕτως
ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον» (Ἰωάν.
3,16)
Ἀγαπητά
μου πνευματικά παιδιά,
Ἁγία
νύχτα ἡ σημερινή. Νύχτα κατά τήν ὁποία ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ κατῆλθε στήν γῆ, προσλαμβάνοντας ὁλόκληρη τήν
ἀνθρώπινη φύση, ἐκτός τῆς ἁμαρτίας, μέ ἀποκλειστικό σκοπό νά ἀνεβάσει τήν
ἀνθρώπινη φύση στούς οὐρανούς καί νά ἐπαναφέρει τόν ἄνθρωπο στό ἀρχαῖο κάλλος, στήν
προπτωτική ὀμορφιά του, δίνοντάς του τήν δυνατότητα νά γίνει θεός κατά Χάριν.
Μέσα
στήν μεγαλόπρεπη καί συνάμα ἁπλοϊκή περιγραφή τῶν γεγονότων τῆς Γεννήσεως τοῦ
Χριστοῦ ἀπό τούς Εὐαγγελιστές Ματθαῖο καί Λουκᾶ διαφαίνεται ξεκάθαρα πώς πρῶτος
καί κύριος σκοπός καί στόχος τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ σωτηρία τοῦ
ἀνθρώπου. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ δέν ἐνηνθρώπησε, ὅπως δυστυχῶς φρονοῦν
πολλοί, γιά νά κάνει τόν ἄνθρωπο ἠθικά τελειότερο καί τήν κοινωνία πού ζεῖ
διακαιότερη. Αὐτές τίς δωρεές μπόρεσαν καί μποροῦν νά τίς προσφέρουν στήν
ἀνθρωπότητα καί ἄνθρωποι μέ ἰδιαίτερα χαρίσματα. Οὐδείς ὅμως μπόρεσε νά χαρίσει
στόν ἄνθρωπο τήν σωτηρία του. Μόνον ὁ ἐνσαρκωμένος Θεός Λόγος ἔδωσε στόν
πεπτωκότα ἄνθρωπο τήν δυνατότητα τῆς σωτηρίας του, ἐν τῷ προσώπῳ Του.
Ὁ
Ἰησοῦς μέ τήν ἐνσάρκωσή Του υἱοθέτησε τόν ἄνθρωπο. Τόν ἔκαμε παιδί Του κατά Χάριν.
Ἀπό δοῦλο, τόν μετέβαλε σέ ἀρχοντόπουλο, ἀπό παραγιό, σέ τέκνο Θεοῦ. Καί ὡς
τέκνο Θεοῦ τόν κατέστησε συγκληρονόμο τῆς Βασιλείας Του.
Αἰτία
τῆς σωτηριώδους κίνησης τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο ἦταν ἡ ἀγάπη. Ἀγάπησε τόν
ἄνθρωπο ὁ Θεός ὑπερβαλλόντως. Τόν ἀγάπησε κατά τήν πλάση του, τόν ἀγάπησε κατά
τήν παραμονή του στόν Παράδεισο, συνέχισε νά τόν ἀγαπᾶ καί μετά τήν πτώση του
καί τήν ἔξοδό του ἀπό τόν Παράδεισο. Κορυφώθηκε δέ ἡ ἀγάπη Του αὐτή μέ τήν Ἐνανθρώπηση
τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου Του. «Τόσο πολύ
ἀγάπησε ὁ Θεός τόν κόσμο, ὥστε τόν Υἱό Του τόν μονογενῆ ἔδωκε, ὥστε κάθε ἕνας
πού πιστεύει σέ Αὐτόν νά μήν χάνεται ἀλλά νά ἔχει ζωή αἰώνια» (Ἰωάν. 3,16) γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Θεολόγος στό Εὐαγγέλιό του, ἐνῶ συμπληρώνει στήν
πρώτη Καθολική Ἐπιστολή του: «Κοιτᾶξτε μέ πόση ἀγάπη μᾶς ἀγάπησε ὁ Θεός
Πατέρας, ὥστε νά ὀνομαστοῦμε παιδιά Του» (Α’ Ἰωάν. 3,1).
Αὐτήν
τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο ἐντοπίζει καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος
στό γεγονός τῆς Γεννήσεως καί γι’ αὐτό γεμᾶτος θαυμασμό διακηρύσσει: «Τί νά πῶ καί τί νά λαλήσω, τό θαῦμα μέ
ἐκπλήττει. Ὁ Παλαιός τῶν ἡμερῶν ἔγινε παιδί, Αὐτός πού κάθεται σέ θρόνο ὑψηλό
καί ἀνυψωμένο τοποθετεῖται σέ φάτνη, ὁ ἀνέγγιχτος, ὁ ἁπλός καί ἀσύνθετος καί
ἀσώματος, μέ ἀνθρώπινα χέρια τυλίγεται, Αὐτός πού σπάει τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας
μέ σπάργανα ἐμπλέκεται, ἐπειδή αὐτό θέλει. Θέλει τήν ἀτιμία νά τήν κάνει τιμή,
τήν ἀδοξία νά τήν ντύσει μέ δόξα, τήν ὕβρη νά κάνει ἀρετή. Γι’ αὐτό καί
λαμβάνει τό δικό μου σῶμα, γιά νά χωρέσω ἐγώ τόν δικό Του Λόγο. Καί ἐπειδή
ἔλαβε τήν δική μου σάρκα μοῦ δίνει τό δικό Του Πνεῦμα. Μοῦ λαμβάνει τήν σάρκα
γιά νά μέ ἁγιάσει. Μοῦ δίνει τό Πνεῦμα γιά νά μέ σώσει» (Λόγος εἰς τήν γενέθλιον ἡμέραν τοῦ Σωτῆρος, ΡG 56,388).
Ἀγαπητά
μου πνευματικά παιδιά,
2013
χρόνια μετά τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἀνθρωπότητα, ἔχοντας ἀποστατήσει ἀπό
τήν πατρική ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ, ἀντιλαμβάνεται πλέον ἐναργῶς τίς τραγικές
συνέπειες αὐτῆς τῆς ἐπιλογῆς της. Χωρίς Θεό, ἡ ἀνθρώπινη κοινωνία μεταβλήθηκε
σέ ζούγκλα, στήν ὁποία ἐπιβιώνει ὁ ἰσχυρότερος, ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος ὑποτιμήθηκε σέ
τέτοιο βαθμό πού νά θεωρεῖται ὄχι ὡς πρόσωπο τιμημένο μέ τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ,
σεβαστό καί ἀξιοπρεπές, ἀλλά ὡς μία ἁπλή βιολογική μονάδα, ἡ ὁποία εἶναι
χρήσιμη μόνον ὅταν παράγει ἔργο καί ὑπακούει πειθήνια στίς ἐντολές τῶν ἰσχυροτέρων.
Ἡ
κρίση πού διερχόμαστε ἐπιβεβαιώνει τοῦ λόγου τό ἀληθές. Δέν εἶναι ἀληθές ὅτι
ὅλα αὐτά πού ὑφιστάμεθα ὡς Ἔθνος ἀλλά καί ὡς παγκόσμια κοινότητα ἔχουν ὡς
μοναδική αἰτία τήν ἀποστασία μας ἀπό τόν Θεό καί τήν προσκόλλησή μας στούς
ψευτοθεούς τῶν χρημάτων, τῶν κτημάτων, τῶν ἡδονῶν; Δέν εἶναι ἐξ’ ἴσου ἀληθές
ὅτι τόν Θεό τῶν πατέρων μας τόν χλευάσαμε, τόν ἐνεπαίξαμε, τόν ὀνειδίσαμε καί
στήν συνέχεια μέ θράσος καυχηθήκαμε γιά τόν θάνατό Του; Δέν ἤμασταν ἐμεῖς οἱ
ἴδιοι πού θελήσαμε νά ἀποχριστιανίσουμε τήν πατρίδα μας, νά καταργήσουμε τήν
διδασκαλία τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν ἀπό τά σχολεῖα, ὅπως καί τήν ἀργία
τῆς Κυριακῆς, νά ἀποκαθηλώσουμε τίς ἱερές εἰκόνες ἀπό τούς δημόσιους χώρους;
Καί ἰδού, σήμερα δοκιμάζουμε τά ἀποτελέσματα τῶν ἐπιλογῶν μας: μοναξιά, πόνο,
ἀπελπισία, ἐξουθένωση, συντριβή.
Να
δοξολογοῦμε ὅμως τόν Γεννηθέντα Κύριό μας, πού κρίνει τήν δική μας ἀπερισκεψία
καί αὐθάδεια μέ ἔλεος καί ἀγάπη. Πού συνεχίζει νά ἐμφανίζεται στόν κόσμο καί
στόν ἄνθρωπο ὡς ἀγάπη. Πού συντηρεῖ τόν κόσμο καί τόν ἄνθρωπο μέ ἀγάπη.
Ἡ
σημερινή ἑορτή τῶν Χριστουγέννων ἀποτελεῖ τήν σπουδαιότερη ἀπόδειξη τῆς
συνεχόμενης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο. Ὁ Θεός μᾶς ἀγαπάει. Εἶναι μαζί μας.
«Ἐνοικεῖ ἐν ἡμῖν καί ἐμπεριπατεῖ», χαρίζοντας τίς δωρεές του σέ ὅλους,
πλουσίους καί φτωχούς, ἐπιφανεῖς καί ἀφανεῖς, ἐγγραμμάτους καί ἀγραμμάτους.
Ἄς
χαροῦμε λοιπόν γιά τήν ἀγάπη πού ξεχύθηκε στόν κόσμο. Ἄς βγάλουμε ἀπό τίς
καρδιές μας τά μαῦρα ἐνδύματα τῆς ἀπελπισίας. Ἄς δοῦμε μέ αισιοδοξία τό μέλλον,
μιά πού τό παρελθόν, τό παρόν καί τό μέλλον εἶναι τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ
Χριστός γεννήθηκε, ἀδελφοί, χαρά στόν κόσμο. «Ἐλᾶτε, λοιπόν, νά γιορτάσουμε. Ἐλᾶτε νά πανηγυρίσουμε. Εἶναι παράξενος
ὁ τρόπος τῆς γιορτῆς-ὅσο παράξενος εἶναι καί ὁ λόγος τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ.
Σήμερα λύθηκαν τά μακροχρόνια δεσμά. Ὁ διάβολος καταντροπιάστηκε. Οἱ δαίμονες
δραπέτευσαν. Ὁ θάνατος καταργήθηκε. Ὁ Παράδεισος ἀνοίχθηκε. Ἡ κατάρα ἐξαφανίστηκε.
Ἡ ἁμαρτία διώχθηκε, ἡ πλάνη ἀπομακρύνθηκε. Ἡ ἀλήθεια ἀποκαλύφθηκε. Τό κήρυγμα
τῆς εὐσεβείας ξεχύθηκε καί διαδόθηκε παντοῦ. Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν
μεταφυτεύθηκε στήν γῆ. Οἱ ἄγγελοι συνομιλοῦν μέ τούς ἀνθρώπους. Ὅλα ἔγιναν ἕνα» (Λόγος εἰς τήν γενέθλιον ἡμέραν τοῦ
Σωτῆρος, ΡG 56).
Ὅλοι γίναμε ἕνα.
Αὐτόν
τόν ἐνσαρκωθέντα Θεό ἄς προσκυνοῦμε καί ἄς δοξολογοῦμε εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.
Μέ πολλές
πατρικές ἑόρτιες εὐχές
Ὁ Μητροπολίτης
καί πνευματικός πατέρας σας
†
Ὁ
Φλωρίνης, Πρεσπῶν & Ἑορδαίας
|
ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου